Στα μαύρα ντύθηκε η κερασιά
Οι σκιές συνάζονται μες στο σιτοβολώνα
Σφραγίζονται με δάκρυα τα παράθυρα,
Κι είναι το φως, αγιάτρευτη πληγή.
Στο κλειδωμένο σπίτι μου
Οι καθρέφτες περιμένουν να χιονίσει
Όμως η αγαπημένη μου
Φόρεσε κιόλας το νυφικό της
Ολόφλογο ένα τριαντάφυλλο
Ανάβρυσε στο αμόνι
Κι εγώ μεμιάς ξαναγεννήθηκα
Μες σε μια δέσμη από σπινθήρες
Αλήθεια μόνο η ομορφιά
Με συγκρατεί πια στη ζωή.
Μ' αυτούς τους στίχους, νομίζω ότι αντιληφθήκατε πως εισήλθατε, απροειδοποίητα in media res, στις διασταυρωμένες γραμμές μιας εξαίσιας ποίησης. Σ' έναν χώρο εξωλογικό, παράξενο, φανταστικό και γήινο συνάμα· σε μια μουσική θάλασσα απαράμιλλων ήχων· στην ποιητική σχεδία του ποιητή Τάκη Βαρβιτσιώτη· Του δαμαστή των λέξεων που λατρεύει την ομορφιά.
Γι' αυτόν τον σύντομο ποιητικό απόπλου πάνω στην ποιητική σχεδία, δεν χρειάζεσθε πολλά πράγματα. Χρειάζεσθε ν' αφήσετε ελεύθερα τα ιστία της φαντασίας σας, να γυμνάσετε την συναισθηματική σας εκλέπτυνση, την εσωτερική ακουστική σας ευαισθησία, κι είστε έτοιμοι να μυηθείτε στη μαυλιστική φωνή ενός μεγάλου μύστη της ποίησης.
***
Πως όμως ο ποιητής δαμάζει, πως τιθασεύει τις λέξεις, αλιεύοντας τες από το απέραντο βασίλειο των λέξεων, και μάλιστα μιας πλουσιότατης γλώσσας όπως είναι η ελληνική, που κατά τους συντηρητικότερους υπολογισμούς αριθμεί 250.000;
Το μυστικό αυτό είναι η ίδια η ποίηση, η πρωτοδημιουργία: Το μυστικό βρίσκεται στην κατάλληλη επιλογή των λέξεων και στην κατάλληλη τοποθέτησή τους, στην αρμονική τοποθέτηση αναμεταξύ τους σαν λιθάρια δομικά· ώστε να αποδίδουν όχι μόνο νόημα αλλά και ευφωνία, ηχητική ομορφιά· και στο τέλος να προκαλούν αισθητική συγκίνηση.
Η νοηματική να είναι εναρμονισμένη με την ηχητική. Εδώ βρίσκεται το μυστικό της σύγχρονης ποίησης, και της τεχνικής του ελεύθερου στίχου που μύστης της, πραγματικός βιρτουόζος, είναι ο ποιητής Τάκης Βαρβιτσιώτης.
Πολλοί είναι εκείνοι που έχουν παρανοήσει την έννοια της σύγχρονης ποίησης (σύγχρονης με μια σχετική χρονική έννοια βέβαια) και ιδιαίτερα της τεχνικής του ελεύθερου στίχου. Νομίζουν, ότι επειδή ο στίχος είναι ανομοιοκατάληκτος και δεν δεσμεύεται από την κλασική ρίμα, είναι ελεύθερος, άρα μπορεί κανείς να γράφει όπως θέλε, άρα μπορεί στην ουσία να πεζολογεί. Αλλά, ο ελεύθερος στίχος, όπως έλεγε ο Τ.Σ. ΕΛΙΟΤ δεν είναι καθόλου ελεύθερος· υπακούει σ' εσωτερικούς κανόνες αόρατους στο αγύμναστο μάτι, ορατότατους όμως στους μυημένου της ποίησης.
Ο ελεύθερος στίχος έχει τη δική του δομή, την εσωτερική συνάφεια, την συνάρτηση με τον επόμενο στίχο, το ζυγοστάθμισμα, το εσωτερικό του αόρατο ρυθμό, την μουσική του. Έτσι ώστε, όλοι οι καλοζυγισμένοι νοηματικά και ηχητικά στίχοι, να κάνουν ένα αριστούργημα· αυτό που λέγεται ποίημα.
Δηλονότι το ποίημα με τη σύγχρονη τεχνική του ελεύθερου στίχου, είναι για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση από την εκκλησιαστική ορολογία "ομοούσιο και αδιαίρετο τόσο στην ουσία όσο και στη μορφή του". Δεν μπορεί να διαιρεθεί η ουσία από την συνολική εξωτερική μορφή και υπόσταση του ποιήματος. Αν γίνει κάτι τέτοιο, το ποίημα καταστρέφεται, καταστρέφεται η αισθητική ομορφιά, καταστρέφεται και η αισθητική συγκίνηση.
Γι' αυτό και μια λέξη ακατάλληλη, ή πλεονάζουσα, μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα, να δημιουργήσει χασμωδία. Όπως πολύ σωστά είχε παρατηρήσει ο Μαξ Γιάκομπ: "Ποιητικό ύφος είναι εκείνο όπου τα φωνήεντα και οι δίφθογγοι μπαίνουν σε σωστή αναλογία, όπου τα σύμφωνα ταιριάζουν μεταξύ τους. Το περιεχόμενο των λέξεων έχει μικρότερη σημασία από όσο η ευφωνία τους".
***
Ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα του ποιητικού γίγνεσθαι του Τάκη Βαρβιτσιώτη, είναι η ιδιότυπη χρήση του επιθέτου. Στον Βαρβιτσιώτη (όπως και στον Καβάφη) το επίθετο όπως σωστά επισημάνθηκε, δεν είναι εκείνο που τίθεται πάνω από το (ή στο) ουσιαστικό, αλλά το επίθετο αυστηρά επιλεγμένο, επιβάλλεται στο ουσιαστικό. Τα επίθετα στην ποιητική του γλώσσα γίνονται αυτοδύναμα, αυτόνομα και κύρια, σε αντίθεση με τα ουσιαστικά, που είναι μάλλον ετεροειδή και παρεπόμενα. Έτσι μπορεί να λεχθεί και σωστά ειπώθηκε ότι τον ποιητή μας τον "συγκινεί περισσότερο η ιδιότητα, παρά τα υποκείμενα που την έχουν".
Ακόμα ένα άλλο χαρακτηριστικό ελκυστικό της ποίησής του, είναι η βραχυλογία, και η ολιγοστιχία των περισσότερων ποιημάτων του. Σπάνια τα ποιήματά του υπερβαίνουν τους 7-10 στίχους. Τα περισσότερα, είναι ολιγόστιχα (τρίστιχα, δίστιχα μερικές φορές) πυκνά, συμπαγή και επιγραμματικά. Συμβαίνει εδώ με την ποίηση του Βαρβιτσιώτη, αυτό που είχε πει ο Νομπελίστας Χέρμαν Έσσε: "Ένα τέλειο ποίημα τεσσάρων γραμμών είναι πιο πολύτιμο από ένα μυθιστόρημα".
Στο ποιητικό έργο του Βαρβιτσιώτη, υπάρχουν εικόνες και μεταφορές πρωτότυπες, εκπληκτικής ομορφιάς. Αν τέχνη είναι ο στοχασμός σε εικόνες, τότε ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με τις πρωτεϊκές συλλήψεις και καταβολές της ποίησης. Βλέπει με την διάνοιά του και οραματίζεται:
-
Την Λευκή ανθοφορία
του τοκετού της αγάπης -
Την τελική δυναστεία των πάγων
-
Τη θύελλα με την αλουργίδα της
-
Τους λυγμούς του ανέμου
-
Τη δροσιά (που) φορούσε διαδήματα
Στο μέτωπο όλων των λουλουδιών
-
Την άνοιξη να ξετυλίγει χίλιες καταπράσινες κόμες
-
Το αχνό ιδεόγραμμα της αστραπής
-
Έναν κήπο από καθρέφτες
-
Μια πυρκαγιά που ξεθυμαίνει
Σε χιλιάδες τριαντάφυλλα -
Τον πένθιμο χτύπο ενός σφυριού...
Ο αναγνώστης έκπληκτος βλέπει μέσα από τους στίχους και ενωτίζεται και μυρίζει:
-
Το άρωμα του αποχαιρετισμού
-
Τη σκουριά της προσμονής
-
Φιλιά που ανάβουν και σβήνουν
-
Φτερά που φυτρώνουν στους τοίχους
-
Τη θλίψη των κεραμιδιών
-
Τη χαίτη των πόθεων να κυματίζει
-
Το ρόδο της δύσης
-
Τη σιωπή να διαστέλλεται
-
Ένα ναυαγισμένο πλοίο
-
Με το ιστίο του σαν προσευχή
-
Κηροπήγια απ' όπου κρέμονται λυγμοί
-
Νύχτα από συρραμμένες βλεφαρίδες - (φανταστείτε το!)
-
Φλόγες θαμμένες μέσα στη σιωπή
-
Τον άνεμο που θρηνεί τρυφερά
-
Το άρωμα ενός κομήτη
-
Ένα μαύρο άλογο που καταπίνει το σκοτάδι
-
Και πάλι: Νύχτα αλλά δίχως όχθες
-
Ξίφη αστραφτερά να ξεφυτρώνουν
Ο αναγνώστης διαβάζει και οραματίζεται:
-
Το αλφάβητο των ημερών να ξεφυλλίζεται,
-
Χείλη να συντρίβονται
-
Ρόδινες αποχρώσεις κοραλλιών
-
Το ατελεύτητο πένθος των βράχων
-
Τη λάμψη να παλεύει με την νύχτα
-
Τις γαλάζιες λίμνες της μοναξιάς
-
Το περιδέραιο της βροχής
-
Ένα ρουμπίνι ν' ανάβει στο βυθό της θάλασσας
-
Τα χρώματα να ψυχορραγούν,
-
Μια αιμάτινη σφραγίδα
-
Μαύρα σύννεφα της μνήμης
Και μια θάλασσα από σκοτάδι, έτοιμη να συντρίψει την πόρτα του.
Επίσης υπάρχουν στα ποιήματά του παρηχήσεις ποιητικές, εκπληκτικής πρωτοτυπίας.
"Ο αχάτης της νύχτας"
"μαρμαρωμένη μουσική"
"αιματοστάλαχτη μουσική"
"Αφρός του ονείρου"
"πρόσωπο απαραποίητο"
"στις πόρτες των βλεφάρων
το παραπέτασμα της λησμονιάς!"
"Το μάτι βιολέτα βαθιά
"κύκλοι από κοράλλι"
"Δάκρυα πικρά / πέτρες πυρακτωμένες"
"Ίδια η διαφάνεια"
"Άστρο με κάτασπρα φύλλα"
"Άρπα των χρωμάτων"
"Μου δείχνεις τους λεπτοδείχτες
***
Τι είναι λοιπόν σε τελευταία ανάλυση η ποίηση του Τάκη Βαρβιτσιώτη; Είπαμε ήδη λίγα πράγματα γύρω απ' την ποίησή του. Δώσαμε κάποια στίγματα της τεχνικής του. Οι κριτικοί, μιλούν για το κλίμα του μαλλαρμεϊκού αισθητισμού και του συμβολισμού που εμπεριέχεται στο συνολικό έργο του, με κάποιες τάσεις υπερρεαλισμού. Άλλοι μιλούν για έναν συμβολικό μυθικό κόσμο στην ποίηση του, για μια διαλεκτική έρωτα και θανάτου, όπου ο έρωτας συνοδεύει το θάνατο και τον μεταμορφώνει.
Επεσήμαναν τα σύμβολα-κλειδιά, αυτά τα σύμβολα που έρχονται και επανέρχονται κυκλικά, σ' όλες του τις ποιητικές συλλογές - πάνω από 30 αν δεν κάνω λάθος από το 1949 με τα "Φύλλα του ύπνου" μέχρι το 2003 - κι αυτές οι λέξεις κλειδιά, οι λέξεις σύμβολα, είναι: οι καθρέφτες, τα ερείπια, το χιόνι, τα κορίτσια / κοπέλες, κρίνοι, οι άγγελοι, τα λυχνάρια. Ακόμη: το κάρβουνο, που ο Βαρβιτσιώτης ταυτίζει με την αγνότητα και φυλάει εικόνες της παιδικής του ηλικίας και άλλες.
Εκείνη όμως η λέξη που έρχεται και επανέρχεται σχεδόν σ' όλες τις ποιητικές του συλλογές καταλυτικά, είναι η λέξη ομορφιά, και τα συνώνυμά της όπως πανέμορφη, ωραίον, ωραία, ωραιότης κ.λπ. Κι απορώ, πως δεν επισημάνθηκε, μάλλον πως δεν τονίστηκε επαρκώς το σημείο αυτό. Αν γινόταν μια στατιστική ανάλυση των λέξεων που χρησιμοποιεί ο ποιητής, θα μέναμε κατάπληκτοι για το πόσο συχνά χρησιμοποιεί τη λ. ομορφιά ο Βαρβιτσιώτης. Εγώ προσωπικά μόνο στη συλλογή του ενωμένα χέρια επεσήμανα τη λέξη ομορφιά πάνω από δέκα φορές.
Στην τελευταία του συλλογή 5 φορές και στην προτελευταία 4 φορές. Αλλά, συνολικά υπολογίζω, πάνω από 40 φορές ο ποιητής χρησιμοποιεί τη λ. ομορφιά.
Ίσως κάποιος αντιτείνει, ότι η λέξη αυτή δεν είναι σύμβολο. Σύμφωνοι. Αλλά είναι η λέξη που προσιδιάζει στον ποιητή, που ενσαρκώνει την ποίησή του, που βγαίνει από τα έγκατά του, που, "εκ του περισσεύματος της καρδίας του κάνει το στόμα του να λαλεί" κατά το Ευαγγελικόν ρητόν.
Ο ποιητής είναι ο λεπτουργός της ομορφιάς, που λαξεύει την ομορφιά σε οποιοδήποτε σκληρό υλικό, ο θαυμαστής της ομορφιάς, όπου κι αν βρίσκεται αυτή: Σ' ένα δάκρυ, σ' ένα φρόκαλο, σ' έναν ολοφυρμό, σ' ένα χαμόγελο, στο ιδεόγραμμα της αστραπής, στον αφρό του ονείρου, στην τρυφηλή ανάμνηση, στα λυπημένα βλέμματα των χωρισμένων εραστών· παντού βλέπει κι αναπαράγει την ομορφιά. Ο ποιητής, όπως μου εκμυστηρεύτηκε, ασπάζεται και εγκολπώνεται ολόθερμα τη ρήση του Ντοστογιέφσκι. "Μόνον η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο"· και τα λόγια του Τζων Κήτς "Beauty is truth and truth is beauty".
Γι' αυτό από την ομορφιά εμπνέεται, με την ομορφιά ξεκινάει, αφορμίζεται την ποιητική του σχεδία, και στην ομορφιά καταλήγει, σ' αυτήν προσαράζει.
Μέσα σ' έναν κόσμο ηθικής σήψης, πνευματικής και σωματικής πολλές φορές ασκήμιας, σ' έναν κόσμο παράφρονα που παραπαίει, που καλπάζει σ' έναν φανταχτερό τεχνολογικό αφηνιασμό, που έχει θεοποιήσει τον εύκολο πολιτισμό και τον πανηδονισμό, μάς χρειάζεται η ποίηση, μας χρειάζεται η ομορφιά, μάς χρειάζεται η ομορφιά της ποίησης, μάς χρειάζεται η ομορφιά που εμπνέει την ποίηση, που εν-θουσιάζει, που θέτει το θείον, δηλαδή, μέσα μας.
Και ο Βαρβιτσιώτης, είναι ο ποιητής που ηδύνεται από την ομορφιά, αρέσκεται να στιλβώνει τους στίχους του από το φως της ομορφιάς και να διαυγάζει το λόγο του με λυρικούς σπινθηρισμούς εκτοξεύοντάς τον με εκρηκτικές συμπυκνώσεις λεπτότητας.
Είναι ένας αγέραστος ποιητής, ένας έφηβος ποιητής, διότι όπως είπε ο Κάφκα "όποιος διατηρεί την ικανότητα να βλέπει την ομορφιά ποτέ δεν γερνά".
Για το έργο του έχουν πλέξει εγκώμια οι κορυφαίοι των γραμμάτων μας όπως Ελύτης, Ρίτσος, Βρεττάκος, Καζαντζάκης, Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Α. Καραντώνης, Έλλη Αλεξίου, Γ. Θεμέλης, Πλασκοβίτης και χορεία ξένων επιφανών κριτικών και ποιητών, όπως, Χοράτσιο Καστίλλο, Αλαιν Μπόσκε, Κίμων Φράιαρ, Μίμμο Μορίνα, Ζαν Ρουντώ, Πιερ Ρεβεντύ, Μάριο Βίττι κ. άλλ.
Θ' αρκεστώ εδώ μόνο ν' αναφέρω την κρίση του Ρίτσου: "Η ποίησή του αποπνέει ευγένεια ψυχής, αγάπη για τον συνάνθρωπο και υπέρτατο λυρισμό". Και την άποψη του Ελύτη ότι ο Βαρβιτσιώτης πέτυχε να διαμορφώσει έναν κόσμο δικό του ονειρικό και ρεμβώδη. Αν και, εμένα προσωπικά, πιο πολύ -δεν ξέρω το γιατί- (ίσως υπάρχει μια μυστική εκλεκτική συγγένεια), μου άρεσε από παλιά, η κρίση αυτή του ποιητή Κρίτωνος Αθανασούλη:
"Ποιητής μέσα στους λίγους, τους ελάχιστους, ξεχωριστός... ο ψαύων τις πληγές του· ο καλλιεργημένος, ο αξιοποιήσας την θεία δωρεά, ο τοκίσας το τάλαντο του Κυρίου·
Μένω σ' αυτό το τελευταίο: ο τοκίσας το τάλαντο του Κυρίου... Όλοι έχουν τάλαντα, ταλέντο, αλλά πόσοι το τοκίζουν; Η τοκοφορία φαίνεται καθαρά από τις 30 και πλέον συλλογές, μέσα σε 50 χρόνια περίπου πνευματικής δημιουργίας, από τις μεταφράσεις ποιημάτων των Σαιν Τζων, Περς, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, Πάμπλο Νερούντα, Αλαίν Μποσκέ, Στεφάν Μαλλαρμέ και τα Δοκίμιά του για τον Σαραντάρη και τον Λόρκα και τα ανέκδοτα ακόμη έργα του.
Η καρποφορία επίσης φαίνεται από τα πολυάριθμα βραβεία και τις τιμητικές διακρίσεις και κυρίως την πλατιά αποδοχή και απήχηση του έργου του.
Το τι χρειάζεται ο ποιητής στο σύγχρονο κόσμο και τι ρόλο επιτελεί, μάς το λέει με όλο του το έργο ο ποιητής. Μάς το λέει με τους ολάνθιστους στίχους του, με τη λεπτότητα, την λεκτική ευγένεια που τον διακρίνει, τον άφθαστο λυρικό του λόγο που τον χαρακτηρίζει. Ο ποιητής γοητευμένος από το ουράνιο πυρ... θρεμμένος από το ψωμί της μοναξιάς, ναυσιπλοεί μέσα στο άρρητο και στο άγνωστο (Ατριον).
Μάς το λέει όμως, και με κάποια ξεχωριστά του ποιήματα. Διαβάζονται χωρίς σχόλια. Γιατί τα σχόλια συσκοτίζουν μάλλον το νόημα και τη λάμψη τη θαυμαστή των στίχων, τον ιριδιακό φωτισμό που εισχωρεί διακριτικά στην ψυχή μας.
Από τα δέκα ποιήματα της οργής και του χρέους (1972-1973) (Μια συλλογή αφιερωμένη στο Γιάννη Ρίτσο) διαβάζουμε τους εξής εξαίσιους στίχους:
Όσο υπάρχουν ποιητές / Τα πουλιά θα πετούν / Και τα δέντρα θ' ανθίζουν / Δε θα μπορούν ανίερα χέρια / Να σταματήσουν την άνοιξη / Να εξαφανίσουν τα πράσινα σημάδια / Αυτούς που πιστεύουν ακόμα / Πως είναι τ' όνειρο δυνατό / Μονάχα με την ποίηση /
(θα μας πει στην ποιητική του συλλογή Καλειδοσκόπιο)
Θ' ανακαλύψουμε ξανά / τ' αστέρια κι όλη τη θλίψη που ενδημεί / Στο βάθος των ματιών / Θα μπορέσουμε να ξαναβρούμε / Το γενέθλιο χωριό μας / Μονάχα με την ποίηση / Θα εγκαθιδρύσουμε / Την αγνή βασιλεία των φτερών.
Αλλά, πιο καλά, απέριττα και επιγραμματικά, μάς το λέει με ένα ποίημά του από την τελευταία του συλλογή "ΟΜΩΣ ΤΟ ΧΙΟΝΙ ΠΑΝΤΑ ΜΕΝΕΙ" που φέρει τον τίτλο "αυτός ο μικρός Θεός που μιλά". Και μ' αυτό το ποίημα, το ακροτελεύτιο, κλείνω την εισήγησή μου αυτή για τον μεγάλο ποιητή Τάκη Βαρβιτσιώτη
Ο ποιητής / Αυτός ο αθώος / Αυτός ο μάγος / Ο θαυματοποιός / Ο μυστηριώδης δαμαστής των λέξεων / Που λατρεύει την ομορφιά / Αυτός ο μικρός Θεός που μιλά / Και με το λόγο του γίνεται φως.