Ξεκινώ με μια ομολογία – αναγνώριση: Με προβλημάτισε κατά καιρούς το γεγονός ότι, υπάρχουν επιφανείς σύγχρονοι επιστήμονες που πιστεύουν στο Θεό, είναι θρησκευόμενοι – θεϊστές και δη Χριστιανοί, και υπάρχουν άλλοι μεγάλοι επίσης επιστήμονες, που δεν πιστεύουν σε Θεό Δημιουργό και είναι άθεοι ή σκεπτικιστές.
Μια σφυγμομέτρηση του περιοδικού Nature (1998) έδειξε ότι το 40% των Αμερικανών φυσικών βιολόγων και μαθηματικών πιστεύουν στο Θεό, δηλ. σε μια θεότητα που ενδιαφέρεται εμπράκτως στις υποθέσεις μας και ακούει τις προσευχές μας: πιστεύει δηλαδή, στο Θεό της Βίβλου, το Θεό του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Αυτό το ποσοστό είναι ακριβώς το ίδιο με το αντίστοιχο ποσοστό του 1916 όταν έγινε μια αντίστοιχη σφυγμομέτρηση (βλ. άρθρο Επιστήμη και Θεός του Jim Holt, Εφημ. Καθημερινή 6/1/1998). Άλλες σφυγμομετρήσεις δείχνουν ανάλογα αποτελέσματα με αυξομειώσεις και θα αναφερθώ σε αυτές στο τέλος.
Γιατί να συμβαίνει άραγε, αυτό, αφού και οι μεν και οι δε επιστήμονες στηρίζονται στα αυτά επιστημονικά δεδομένα;
Μια καλύτερη προσωπική έρευνα με οδήγησε να καταλήξω στα εξής συμπεράσματα, που εκθέτω συνοπτικά παρακάτω:
Πρώτον: Απ’ ό,τι φαίνεται, βασικό ρόλο για τις πεποιθήσεις ενός επιστήμονα έχει παίξει το καταγωγικό οικογενειακό του περιβάλλον. Έχει καταδειχτεί ότι, επιστήμονες που προέρχονται από οικογένειες – γονείς αθεϊστές, αγνωστικιστές και σκεπτικιστές, ρέπουν σαφώς προς αυτές τις κατευθύνσεις, και ερμηνεύουν τις επιστημονικές τους ανακαλύψεις ή τις ανακαλύψεις άλλων υπό αυτό το πρίσμα. Θεωρούν πιο συμβατό και εύκολο γι’ αυτούς να ερμηνεύουν υλιστικά τη φύση και τα δεδομένα, παρά με την ύπαρξη ή παρέμβαση ενός υπερυλικού παράγοντα – θεού – δημιουργού. Δηλονότι αυτοί θα ήταν άθεοι, άσχετα αν είναι επιστήμονες ή όχι. Όπως δήλωσε ο Peter Higgs που ανακάλυψε το λεγόμενο «σωματίδιο του Θεού» (Νόμπελ φυσικής 2013): «Γνωρίζω πολλούς επιστήμονες, οι οποίοι πιστεύουν στον Θεό… Δεν τυχαίνει ο ίδιος να είμαι πιστός, αλλά ίσως αυτό οφείλεται στην οικογενειακή μου ανατροφή και όχι στο ότι υπάρχει θεμελιώδης δυσκολία συμβιβασμού της θρησκείας με την επιστήμη» (βλ. Εφημερίδα El Mundo και Β. Πετρουλέας, Σκηνές από το μεγαλείο της Δημιουργίας, 2021 σελ. 214).
Σύγχρονοι πιστοί Έλληνες επιστήμονες όπως π.χ. ο Μηνάς Καφάτος, ο Δημήτριος Λινός, ο Λουκάς Χριστοφόρου, ο Δημήτρης Χριστοδούλου, αλλά και παλιότεροι Έλληνες και ξένοι, ομολόγησαν ότι, προέρχονταν από ευσεβείς οικογένειες που τους καλλιέργησαν κατά κάποιον τρόπο το θρησκευτικό στοιχείο, το οποίο, οι ίδιοι το διείδαν και το ανέδειξαν με τις έρευνές τους σε αντίθεση με επιστήμονες που, όπως προανέφερα, έζησαν σε αδιάφορο ή εχθρικό προς τη θρησκεία περιβάλλον. Η ανατροφή, και το περιβάλλον, φαίνεται να παίζουν πρωταρχικό ρόλο στη διαμόρφωση κοσμοβιοθεωρίας που αναπτύσσει και προβάλλει ο οιοσδήποτε, άσχετα αν είναι επιστήμονας ή όχι. Έτσι, ενώ πολλοί σύγχρονοι εξελικτικοί δηλώνουν άθεοι, ο κορυφαίος εξελικτικός Θ. Ντομπχάνσκι (Th. Dobzhansky) υπήρξε θρησκευόμενος και το θρησκευτικό του συναίσθημα πήγαζε από την ορθόδοξη ανατροφή του. Ο μαθητής του Ayala που μεγάλωσε ως Ιησουΐτης καθολικός, ήταν εξελικτιστής αλλά και πιστός, μη βλέποντας τίποτα το ασυμβίβαστο μεταξύ πίστης και θρησκείας (βλ. Εφ. Συν. 10-11/4/2021 Κώστας Κριμπάς).
Δεύτερον: Αρκετοί από τους υλιστές ή άθεους επιστήμονες – φιλόσοφους, έζησαν σ’ ένα αυστηρό καταπιεστικό θρησκευτικό – πιετιστικό περίγυρο, με γονείς που τους επέβαλλαν κατηχητικές πρακτικές και τιμωρίες (π.χ. Νίτσε, Μαρξ). Με αποτέλεσμα, ενηλικιώμενοι, να αντιδράσουν (επαναστατήσουν). Έτσι ήθελαν επιδεικτικά να έρθουν σε ρήξη με το κατεστημένο και να εκφράσουν την απαρέσκειά τους για την καταπίεση που υπέστησαν, ως παιδιά ή έφηβοι. Σε ορισμένες περιπτώσεις η απαρέσκεια αυτή μετετράπη και σε απεριόριστο μίσος εναντίον των εκπροσώπων της θρησκείας και εναντίον της ίδιας της θρησκείας ή εκκλησίας όπου ανήκαν οι οικογένειές τους.
Τρίτον: Αρκετοί απ’ αυτούς που έγιναν άθεοι, αρχικά δεν ήταν. Ή ήταν κάπως ουδέτεροι στο θέμα της θρησκείας. Αλλά, προσωπικά ατυχήματα, δυσκολίες, και προβλήματα στη ζωή τους, τα ερμήνευσαν αρνητικά ως προς την αποδοχή του θείου.
Ο Δαρβίνος λόγου χάριν, και ο Μαρξ, έχασαν νωρίς τα παιδιά τους. Αυτό ήγειρε έντονες αμφιβολίες και πικρίες εναντίον ενός αγαθού Θεού, που όπως πιστεύεται προστατεύει και ενδιαφέρεται για τα παιδιά του κατά τη χριστιανική διδασκαλία. Πού είναι ο Θεός; διερωτήθηκαν. Και μη έχοντας ικανοποιητική απάντηση, επαναστάτησαν, μη δεχόμενοι να ερευνήσουν βαθύτερα το πρόβλημα του κακού και της θεοδικίας. Συνέβη ίσως σ’ αυτούς αυτό που λέει ο Παροιμιαστής: «Η αφροσύνη του ίδιου του ανθρώπου διαστρέφει την οδόν αυτού· και η καρδιά του αγανακτεί κατά του Κυρίου» (Παρ. 19:3). Παρόμοια και ο Στίβεν Χόκινγκ, ο οποίος, αρχικά, ενώ άφηνε να διαφανεί ότι αποδεχόταν έναν υπέρτατο νουν – δημιουργό στο σύμπαν (πρβλ. Στήβεν Χόκινγκ, το Χρονικό του Χρόνου), κατέληξε αργότερα στον σκεπτικισμό-αθεϊσμό, στην άρνηση θεού – δημιουργού, λόγω της ανίατης ασθένειάς του (μπορεί να ενόχλησα κάποιον εκεί πάνω, γράφει στο τελευταίο βιβλίο του «Σύντομες απαντήσεις σε μεγάλα ερωτήματα», σελ. 60).
Τέταρτον: Η φιλοδοξία, ή υπερηφάνεια, ο εγωισμός και η κτήση δόξας, είναι το κίνητρο πολλών επιστημόνων που, για να ακουστεί το όνομά τους ανά την υφήλιο, και για να βγάλουν αρκετά χρήματα, δηλώνουν άθεοι ή αγνωστικιστές, για να γίνουν έτσι αντικείμενο προσοχής από τους ανθρώπους (που ως επί το πλείστον θρησκεύονται σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, σε μερικές χώρες μάλιστα φθάνει έως και 97%) και ιδίως, από τα Μ.Μ.Ε. Τυπικό παράδειγμα ο ηγέτης του νεο-αθεϊστικού κινήματος Ρίτσαρντ Ντόκινς και μερικοί άλλοι επιδεικτικά αυτοπροβαλλόμενοι ως αθεϊστές.
Καυχώνται έτσι οι επιστήμονες αυτοί, ότι, οι επιστημονικές γνώσεις, τους έκαναν να γνωρίζουν πολύ περισσότερα από τους απλούς ανθρώπους, ενώ, στην πραγματικότητα για τα μεγάλα μεταφυσικά προβλήματα – ερωτήματα (γιατί περί αυτών πρόκειται), ήτοι, τα ερωτήματα της προέλευσης της υλοενέργειας ή του σύμπαντος, της ζωής, και του ανθρώπου, και ιδίως, για τα ηθικά, του τρόπου ζωής, και τα μετα-ανθρώπινα, δηλαδή, τι γίνεται μετά τον θάνατο, δεν γνωρίζουν περισσότερα από τον μέσο άνθρωπο. Αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα, είναι γνωστά ότι είναι έξω από τα χωράφια της επιστήμης. Γι’ αυτό λέγονται και μετα-φυσικά. Γι’ αυτά υπάρχει ένα αρχαίο ρητό που λέει Ignorabus et Ignorabimus (αγνοούμε και θα αγνοούμε). Η επιστήμη άλλωστε, απαντά στο πώς της υλο-ενέργειας και έχει μηδαμινές ή ελάχιστες απαντήσεις στο γιατί. Ακόμα, υπενθυμίζω ότι, οι γνώσεις μας για το σύμπαν αφορά μόνο το 5% της υλοενέργειας. Το μεγαλύτερο μέρος το 95% του σύμπαντος, είναι σκοτεινή ύλη και ενέργεια και αγνοούμε το τι συμβαίνει εκεί, ενώ κάθε μέρα γίνονται νέες φοβερές ανακαλύψεις, ανακαλύπτονται νέα γεγονότα, που ανατρέπουν τις προηγούμενες θεωρίες και γνώσεις μας.
Πέμπτο: Η αποτυχία του κλήρου να ικανοποιήσει βασικά ζητήματα, και η ανάμειξή του στα εγκόσμια, και στην πολιτική, υπήρξε αρνητικός παράγοντας που ώθησε πολλούς επιστήμονες να στρέψουν τα νώτα τους προς τη θρησκεία, γενικά, διότι οι θρησκευτικοί ηγέτες με τα λεγόμενα και τις πράξεις τους κυρίως, παροδηγούν τα πλήθη. Επιστήμονες με γνώση και κύρος (π.χ. ο Νομπελίστας Στήβεν Βαϊμπεργκ) δήλωσαν ότι, δεν επιθυμούν θρησκευτικούς ηγέτες να μπαίνουν στα οικόπεδα της επιστήμης και να παροδηγούν τον κόσμο με μύθους θρησκευτικούς. Άλλοι υπερφίαλοι (π.χ. Ρίτσαρντ Ντόκινς, Μισέλ Ονφρέ, Χρ. Χίτσενς, Σαμ Χάρις), θεωρούν ότι η θρησκεία από μόνη της είναι ένας μολυσματικός ιός που πρέπει να απαλλαγούμε μια για πάντα απ’ αυτήν για να προοδεύσει η ανθρωπότητα. Η κριτική τους αποδείχτηκε μονόπλευρη και μεροληπτική, γι’ αυτό και δέχθηκε πολλές σφοδρές επικρίσεις από τους διανοούμενους που κατέδειξαν τα οφέλη της θρησκείας, και ότι σε καμιά περίπτωση όπως ελέχθη χαρακτηριστικά και σαρκαστικά «πετώντας τα απόνερα του λουτρού του μωρού, δεν πρέπει να πετάξουμε και το ίδιο το μωρό!»
Έκτο: Σ’ ένα μεγάλο μέρος των αρνητών – επιστημόνων κυριαρχεί ο λεγόμενος επιστημονισμός, όχι η καθαρή επιστήμη (= παρατήρηση, πείραμα, μαθηματικά) ενώ οι αρνητές γνωρίζουν καλά τους περιορισμούς της επιστήμης. Πιστεύουν και θέλουν να πιστεύουν ότι η επιστήμη στο μέλλον θα επιλύσει όλα τα προβλήματα και θα δώσει απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα του ανθρώπου, επί παντός του επιστητού.
Οι βιολόγοι ιδιαίτερα με το μοντέλο του νεο-Δαρβινισμού, αποδέχονται περισσότερο τον επιστημονισμό. Οι περισσότεροι άθεοι ή αγνωστικιστές βρίσκονται στις τάξεις τους, σε αντίθεση με τους μαθηματικούς παλιούς και σύγχρονους, που είναι περισσότερο πιστοί σ’ ένα υπέρτατο θείο ον. Είναι κι αυτό ένα φαινόμενο που χρήζει ιδιαίτερης ερμηνείας.
Έβδομο: Ένας άλλος, ανομολόγητος ίσως λόγος, είναι η επιθυμία για ανεξαρτησία, για πλήρη ελευθερία. Αυτό το θέμα είναι φλέγον, και παρουσιάζεται έντονα στη σύγχρονη μετα-νεωτερική εποχή. Αν έχει καταλάβει όλους τους ανθρώπους αυτή η τάση, για απεριόριστη ανεξέλεγκτη ελευθερία, γιατί όχι και τους επιστήμονες; Η αναγνώριση ύπαρξης Θεού θέτει αυτομάτως υποχρεώσεις έναντι του υπερβατικού θείου Όντος. Αναγνωρίζοντας κάποιος την ύπαρξη θεού ως δημιουργού και συντηρητή της ζωής, θα πρέπει να αναρωτηθεί τι είδους σχέση θα πρέπει να αναπτύξει ή να καλλιεργήσει μαζί του. Αφού τον αναγνωρίζει ως ζων πρόσωπο, το αμέσως επόμενο ερώτημα είναι να δει, πώς μπορεί να επικοινωνήσει μαζί του, ή τι πρέπει να κάνει στη ζωή του. Θα πρέπει να εξετάσει και άλλες παραμέτρους, όπως, αν ο Θεός έχει ηθικές απαιτήσεις ή συμπεριφορά, αν ο Θεός είναι όχι μόνο θεός αγάπης, αλλά και θεός κρίσης, όπως τον αποδέχονται οι ανώτερες μονοθεϊστικές θρησκείες και, ιδιαίτερα, οι βιβλικές (Ιουδαϊσμός – Χριστιανισμός). Ένας τέτοιος θεός ο οποίος θα περιόριζε τον τρόπο ζωής και, άρα, την ελευθερία του ανθρώπου, είναι κάπως άβολος και στενόχωρος για πολλούς ανθρώπους και πολλούς επιστήμονες. Θα πρέπει να το λάβουμε και αυτό υπόψη μας και ας μην ομολογείται από τους εκπροσώπους της επιστήμης. Ο Νεο-Δαρβινιστής Τζούλιαν Χάξλεϊ, ο εγγονός του περίφημου Τόμας Χάξλεϊ (το μπουλντόκ του Δαρβίνου), είχε το θάρρος να αναγνωρίσει ότι αποδέχεται τον Δαρβινισμό και απορρίπτει τον θεϊσμό, γιατί ο Θεός περιορίζει τη σεξουαλική ελευθερία…
* * *
Ανέφερα συνοπτικά παραπάνω τους λόγους που πιστεύω ότι πολλοί σύγχρονοι επιστήμονες δηλώνουν άθεοι ή αδιάφοροι προς τη θρησκεία. Γενικά, σε όλες τις κοινωνίες ή τάξεις, ως προϊόν της μεγαλύτερης ελευθερίας και αποδέσμευσης από το παρελθόν παρουσιάζεται μια τάση πτωτική ως προς την αποδοχή θρησκευτικών αληθειών, ή δογμάτων, και μια τάση ανεκτικότητας σε άλλες πεποιθήσεις ή δόγματα. Μια πρόσφατη έρευνα που έγινε από τον Pew Research Centre σε 18 χώρες έδειξε ότι στη χώρα μας το 90% των πολιτών δηλώνει ορθόδοξο – ευρωπαϊκή πρωτιά – αλλά και ότι αντιμετωπίζει με ανοχή άλλα δόγματα ή θρησκείες (Δημήτρης Χαμπέζης, Έλληνες χριστιανοί ορθόδοξοι με αυξημένο δείκτη ανεκτικότητας. Εφ. Συν. 31-3/1-4/2018 και Π. Παπαδόπουλος «Ευρωπαϊκή Πρωτιά» για την πίστη των Ελλήνων, Καθημερινή 26/7/2020). Η ίδια έρευνα έδειξε ότι στην Ευρώπη σε χώρες όπως Νορβηγία, Σουηδία και Δανία, οι κάτοικοι βλέπουν σύγκρουση μεταξύ επιστήμης και θρησκείας, ενώ μόνο το 27% του πληθυσμού στη Δυτική Ευρώπη πιστεύει στο Θεό της Βίβλου, 38% πιστεύει σε κάποια «ανώτερη δύναμη» και 26% δεν πιστεύει σε ανώτερη δύναμη.
Τα ανέφερα όλα αυτά για να έχουμε μια γενικότερη συγκριτική εικόνα. Αλλά, για να επανέλθω στο ερώτημα που μας απασχολεί, συμπερασματικά, υπάρχουν διάφοροι λόγοι που οδηγούν επιστήμονες να πιστεύουν σε Θεό και να θρησκεύονται και άλλους να μην πιστεύουν. «Ολίγη επιστήμη απομακρύνει από τον Θεό, πολλή επιστήμη οδηγεί προς τον Θεό» είχε γράψει πριν από χρόνια ο Francis Bacon και το θέσφατό του αυτό επαληθεύεται μέχρι σήμερα.
Διότι οι μεγαλύτεροι επιστήμονες όλων των εποχών όπως παραδέχτηκε και ο Δαρβίνος ήσαν θεϊστές (βλ. Κ. Δαρβίνος, Η καταγωγή του ανθρώπου, Γκοβόστης, σελ. 106). Αναφέρω τα ονόματα των Κέπλερ, Πασκάλ, Μπόυλ, Νεύτων, Φαραντάυ, Αγκασίζ, Μέντελ, Παστέρ, Κέλβιν, Μάξγουελ, Ράμσεϋ, Όυλερ, Γκάους κ.άλλ. που υπήρξαν οι θεμελιωτές των επιστημών.
Κλείνω με μια πρόσφατη έρευνα – αναφορά του Τζον Λένοξ καθηγητή των μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (How Many Nobel Prize Winners Believed In God?). Ο Λένοξ παρατηρεί ότι από τα 2/3 των νομπελούχων στα εκατό χρόνια από το 1901 μέχρι το 2000, πίστευε στον Θεό. Τα στατιστικά του προέρχονται από μια μελέτη με τίτλο «100 χρόνια βραβείων Νόμπελ» του Μπάρουχ Σάλε (Baruch A. Shalev, 100 Years of Nobel Prizes 2005), ο οποίος αποκαλύπτει ότι το 65% του συνόλου των βραβευθέντων δηλώνουν Χριστιανοί. Και ένα από τα πιο συναρπαστικά στοιχεία της έρευνας είναι ότι χριστιανοί επιστήμονες αντιπροσωπεύουν τα 2/3 των βραβευθέντων στη φυσική και ιατρική (64%, 65% αντίστοιχα) και 74% στη χημεία… Τα υπόλοιπα συμπεράσματα είναι δικά σας.