Περιεχόμενα
Προλεγόμενα στο βιβλίο
Ι. Dawkins vs Ιησούς
ΙΙ. Υπήρξε πράγματι ο Ιησούς της Ναζαρέτ;
Τι προκύπτει από τις θύραθεν μαρτυρίες;
Λουκάς, ο Θουκυδίδης της χριστιανοσύνης
ΙΙΙ. Η ιστορική αξιοπιστία των θαυμάτων του Ιησού
Θαύματα του Ιησού
Η αυτο-μαρτυρία του Ιησού για τα θαύματά του
Τι λέει η επιστήμη για τα θαύματα
IV. Ποιος υπήρξε ο πραγματικός ιδρυτής του Χριστιανισμού;
Η αξιοπιστία των Ευαγγελιστών
Ιωάννης, ο ακριβολόγος μαθητής της αγάπης
V. Το δόγμα του αντιλύτρου - σαδομαζοχιστικό;
VI. Αντιφάσκουν τα Ευαγγέλια;
Η φωνή που δεν συγχέεται με καμιά άλλη φωνή
VII. Αγάπη μόνο σε εσω-ομάδα;
VIII. Ευαγγέλια γνήσια και απόκρυφα: Έγκυρα εξίσου;
ΙΧ. Ιησούς - σημείο αντιλεγόμενο
Χ. Ιησούς: Το κέντρο και η στρόφιγγα της Ιστορίας
Παράρτημα
Η εκπληκτική εικοτολογία του Richard Dawkins
Επίμετρο
Τι λέει ένας πρώην άθεος για τον Χριστό (Giovanni Papini)
… και ένας μεγάλος διαφωτιστής (Jean-Jacques Rousseau)
Σημειώσεις
Σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα που διαψεύδουν τους ισχυρισμούς του Dawkins
Βιβλιογραφία
Στη Λογική, ο όρος Εν Αρχή Αιτείσθαι, γνωστή και ως Petitio principii, χρησιμοποιείται για να περιγράψει την γενικότερη πλάνη που δημιουργείται όταν οι αποδείξεις που παρέχονται για να τεκμηριώσουν μία πρόταση χρειάζονται αποδείξεις καθ' αυτές, όπως ακριβώς και η ίδια η πρόταση, όταν, δηλαδή, όλες οι επιμέρους προτάσεις ενός επιχειρήματος είναι λογικές, αλλά δεν μπορούν να αποδείξουν με κανέναν τρόπο τον ισχυρισμό του ομιλητή ως αληθινού.
Παράδειγμα αυτής της μορφής πλάνης είναι το παρακάτω:
Έστω ότι ο Γιάννης δεν λέει ψέματα όταν μιλά.
Ο Γιάννης μιλά.
Άρα ο Γιάννης λέει την αλήθεια.
Η λογική πλάνη αυτή, χρησιμοποιείται κατά κόρον από έμπειρους ρήτορες και χρήστες της Λογικής. Ένας από αυτούς τους έμπειρους ρήτορες είναι και ο Clinton Richard Dawkins, ακαδημαϊκός, Βρετανός ηθολόγος, εξελικτικός βιολόγος και συγγραφέας βιβλίων εκλαϊκευμένης επιστήμης. Ο Dawkins σε μεγάλο μέρος του γραπτού του έργου αλλά και σε δημόσιες ομιλίες ουσιαστικά ισχυρίζεται απλουστευμένα το εξής:
Έστω ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού.
Ο Θεός δεν υπάρχει.
Άρα ο Ιησούς δεν υπάρχει.
Ποια είναι όμως η πραγματική τεκμηρίωση που παρέχει για την ιστορικότητα ή καλύτερα την μη ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού; Η τεκμηρίωση αυτή έχει προκύψει από την επιστημονική μέθοδο που τόσο έντονα και κραυγαλέα δοξάζει (και καλώς κάνει) ο Dawkins, ή αποτελεί μέρος μιας γενικότερα προκατειλημμένης προσωπικής άποψης, μιας άποψης που διανθίζεται με βάσιμα επιχειρήματα στην προσπάθεια να γίνει αποδεκτή ως απόλυτη αλήθεια;
Αυτό πραγματεύεται το περιεχόμενο του βιβλίου Dawkins Vs Ιησούς του Δημήτρη Τσινικόπουλου, στο οποίο ο συγγραφέας προσπαθεί διατηρώντας αποστάσεις και παραμένοντας αντικειμενικός να εξετάσει τα επιχειρήματα του Dawkins και να αντικρούσει την μη ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού, χρησιμοποιώντας δόκιμα επιχειρήματα και μια ιδιαίτερα πλούσια σύγχρονη βιβλιογραφία.
Το βιβλίο εξετάζει την εγκυρότητα και την ιστορικότητα των ευαγγελίων (απόκρυφων και μη), τις εξωευαγγελικές ιστορικές μαρτυρίες για το πρόσωπο του Ιησού και τα επιχειρήματα νεότερων αλλά και παλαιότερων, ιστορικών, αρχαιολόγων και φιλοσόφων που ασχολήθηκαν με αυτό το θέμα.
Με τρόπο δομημένο, απλή γραφή και αναλυτικό λόγο ο Τσινικόπουλος, προσπαθεί να μας μεταφέρει μπροστά σε αυτό το ιστορικό debate, σε αυτή τη μάχη ιδεών και στη συνέχεια αφήνει εμάς να εξετάσουμε αν ο Ιησούς είναι ένα σημείο αντιλεγόμενο (sic) ή όχι. Προσπαθεί να καταρρίψει το βασικό επιχείρημα της μη ιστορικότητας των ευαγγελίων, περιλαμβάνοντας σε εκτενές παράρτημα φωτογραφικό υλικό από σύγχρονες αρχαιολογικές έρευνες και να αναδείξει ιστορικά ντοκουμέντα μέσα από γραπτά και επιστολές αρχαίων μελετητών.
Στην πραγματικότητα, αντιλαμβανέται ο αναγνώστης, το debate αυτό είναι παναιώνιο. Ήδη από την εποχή του Ιουλιανού στο «Κατά Γαλιλαίων» και μέχρι και τον Μπέρτραντ Ράσελ που δηλώνει ότι «ιστορικά, είναι πολύ αμφίβολο ότι ο Ιησούς υπήρξε», υπάρχουν αναλυτικές και ηχηρές αμφισβητήσεις για την ιστορικότητα του Ιησού ως θεμέλιο της σύγχρονης Χριστιανικής θρησκείας. Τι βάθος έχουν όμως αυτά τα επιχειρήματα; Βασίζονται σε μια πολύπλευρη (επιστημονική) μέθοδο, ή σε επιλεκτική ανάγνωση της ιστορίας; Γιατί επιλέγουν οι μελετητές αυτοί να αγνοήσουν την ιστορικότητα των ευαγγελίων; Γιατί ακόμη κι έτσι αγνοούν άμεσες και έμμεσες αρχαίες πηγές πολλές εκ των οποίων προηγούνται ή είναι σύγχρονες με τα ευαγγέλια; Αυτά είναι τα δεδομένα και τα ερωτήματα που μας παρουσιάζει ο Τσινικόπουλος και μας επιτρέπει με τη δική μας διερευνητική ματιά να εξετάσουμε.
Εφημερίδα των Συντακτών
Επίμονος μελετητής της Φιλοσοφίας, Φιλολογίας και Θεολογίας, ο πολυγραφότατος Ποιητής, Διηγηματογράφος και Δοκιμιογράφος, Θεσσαλονικιός Νομικός Δημήτρης Τσινικόπουλος στο νέο του Δοκίμιο «Dawkins vs Ιησούς» (Εκδ. Φυλάτος, Θεσσαλονίκη 2018), απαντά στην επιχειρηματολογία του Βρετανού νέο-Δαρβινιστή Βιολόγου Ρίτσαρντ Ντώκινς, αναφορικά με τους ισχυρισμούς του περί Χριστού και Χριστιανισμού.
Σε ό,τι αφορά βεβαίως, το καθαυτό επιστημονικό έργο του Ρ. Ντώκινς, τούτο έχει αξιολογηθεί δεόντως και εξόχως από την επιστημονική κοινότητα, η οποία και αναγνωρίζει την συνεισφορά του γενικότερα στην ειδική έρευνα. Οι αντιδράσεις απέναντί του ξεκίνησαν μετά την κυκλοφορία του βιβλίου του «Η περί Θεού αυταπάτη» (2007), όπου ο Ρ. Ντώκινς αμφισβητεί την ιστορικότητα του Ιησού και γενικά την εξέλιξη του Χριστιανισμού. Όπως ήταν φυσικό, οι απόψεις του έφεραν τον αντίλογο, με διαστάσεις έντονης φιλολογικής διαμάχης, όπου οι επικριτές του – ανάμεσά τους και ο Δ. Τσινικόπουλος -, τον κατηγορούν ότι «ισχυρίζεται πολλά υποκειμενικά, ασύστατα και ατεκμηρίωτα εναντίον της Θρησκείας αδιακρίτως, και, ιδιαίτερα, εναντίον της Βίβλου και του Χριστιανισμού».
Ο εμβριθής Δ. Τσινικόπουλος, γνώστης τόσο των Γραφών όσο και των γνωστικών και απόκρυφων τεκμηρίων, απαντά με σοβαρότητα και αποτελεσματικά στην ρηχότητα των απόψεων του Ρ. Ντώκινς, προσφέροντας στο ομόδοξο αναγνωστικό κοινό ένα θαυμάσιο όσο και εξόχως χρηστικό Δοκίμιο, που λειτουργεί σαφώς ενισχυτικά υπέρ των πεποιθήσεων των πιστών, στον διάλογο διαρκείας με κάθε άθεο. Εστιάζοντας σε θέματα που αποτελούν την βάση του Χριστιανισμού, όπως η ιστορικότητα του Ιησού, τα Θαύματά του και το Δόγμα της Απολυτρωτικής Θυσίας του, ο Δ. Τσινικόπουλος απαντά δεόντως και καίρια στην «διαστρεβλωμένη επιχειρηματολογία» του Ρ. Ντώκινς. Επιμελής συλλέκτης ρήσεων των Ευαγγελίων, τακτικός και άψογος χρήστης της ειδικής βιβλιογραφίας και του αντίστοιχου φωτογραφικού υλικού, ο Δ. Τσινικόπουλος αποδομεί τις αστήρικτες απόψεις του «αθεϊστή ιδεολόγου» Ρ. Ντώκινς. Επιπροσθέτως, όπως σημειώνει στον Πρόλογό του ο Καθηγητής του ΑΠΘ Ιωάννης Γ. Κουρεμπελές, ο Δ. Τσινικόπουλος «οικοδομεί δημιουργικά την έρευνά του, προτείνοντας συγχρόνως την ιστορική σημασία του χριστολογικού διαδρόμου για την οικουμενική ανθρωπότητα»!...
Ο Βρετανός νέο-δαρβινιστής βιολόγος Richard Dawkins είναι γνωστός παγκοσμίως, μετά την έκδοση κυρίως του πολύκροτου βιβλίου του Η περί Θεού αυταπάτη, που έγινε μπεστ-σέλερ και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Εκεί, ο Dawkins ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων ότι Ιησούς δεν υπήρξε (και αν υπήρξε δεν έκανε θαύματα), ο απ. Παύλος δεν έγραψε τίποτα για τον ιστορικό Ιησού, ο Ιησούς (εάν υπήρξε), ναι μεν, υπήρξε δάσκαλος αγάπης, αλλά σε μια εσω-ομάδα, δηλαδή, μόνο μεταξύ των Ιουδαίων οπαδών του, και ότι, ο απ. Παύλος είναι αληθινός ιδρυτής του Χριστιανισμού και, μάλιστα, του κυρίου δόγματος της απολυτρωτικής θυσίας του Χριστού, ότι τα Ευαγγέλια αποτελούν μυθοπλασία και αντιφάσκουν… ότι το Ευαγγέλιο του Ιούδα και του Θωμά και άλλα απόκρυφα, είναι σπουδαιότερα από τα κανονικά και προσφέρουν κι αυτά μια άλλη εικόνα περί Χριστού και Χριστιανισμού.
Ο Δημήτρης Τσινικόπουλος επέλεξε να ασχοληθεί με αυτά τα θέματα, γιατί όπως γράφει: «αποτελούν την σπονδυλική στήλη τόσο του Χριστιανισμού, όσο και της αντίθετης διαστρεβλωμένης επιχειρηματολογίας του Dawkins. Αν ο Richard Dawkins αποδειχθεί ελλιπής σ’ αυτά τα θέματα, ανακύπτει εύλογο το ερώτημα, πόσο επαρκής και ικανοποιητικός μπορεί να θεωρηθεί και σε άλλα θέματα που υποστηρίζει και αναπτύσσει στο εν λόγω βιβλίο του, αλλά και αλλού».
Στο ενδιαφέρον και πρωτότυπο αυτό βιβλίο του Δημήτρη Τσινικόπουλου, γίνεται μια συστηματική ανασκευή των επιχειρημάτων του Dawkins κατά του ιστορικού Ιησού και του μηνύματός του, με βάση τα υπάρχοντα ιστορικά στοιχεία που προέρχονται από τέσσερις ανεξάρτητες πηγές: από 9 χριστιανικές του 1ου αι. μ.Χ., από Ιουδαϊκές, ουδέτερες (Ιώσηπος, Ταλμούδ), Εθνικές ουδέτερες ή εχθρικές του 1ου – 2ου αι. μ.Χ. (Τάκιτος, Σουετώνιος, Μαρά Βαρ Σεραπίων, Κέλσος, Πορφύριος, κ.άλλ.) και από χριστιανικές φιλικές του 2ου αι. μ.Χ. (Αποστολικοί Πατέρες, Απολογητές κ.άλλ.), ήτοι 30 συνολικά μαρτυρίες! Εκτός από τις θρησκειολογικές και θεολογικές αναφορές με κέντρο βάρους το δόγμα του αντιλύτρου που ο Βρετανός βιολόγος θεωρεί αυθαίρετα σαδομαζοχιστικό, παρέχεται με ορισμένα παραθέματα που λειτουργούν συμπληρωματικά, μια διαφωτιστική εικόνα του Ιησού των Ευαγγελίων και των ευαγγελιστών καθώς και των θαυμάτων του Ιησού. Το έργο συμπληρώνεται με φωτογραφικό υλικό από τα πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα της Παλαιστίνης, που επικυρώνουν την ιστορική αξιοπιστία των Ευαγγελίων πέραν πάσης αμφιβολίας, καθώς και με εξειδικευμένη βιβλιογραφία που είναι ενημερωμένη μέχρι και τον Μάρτιο 2018.
Πρόκειται για μια εργασία που συμπληρώνει ένα κενό, καθ’ όσον απ’ ό,τι είναι γνωστό κανένας Έλληνας συγγραφέας δεν ασχολήθηκε με τους επί μέρους αυτούς ισχυρισμούς του Dawkins που αποδεικνύονται ανεδαφικοί, ατεκμηρίωτοι και προφανώς κακόβουλοι.
Το παράρτημα με τίτλο «Η εκπληκτική εικοτολογία του Richard Dawkins», αποκαλύπτει την αρέσκειά του, να καταφεύγει καθ’ ομολογίαν του σε εικασίες, υποθέσεις και φαντασιοκοπίες, ακόμη και σε θέματα της ειδικότητάς του, ενώ το επίμετρο με τις απόψεις του διαφωτιστή Ζαν-Ζακ Ρουσώ, και του πρώην άθεου Τζιοβάνι Παπίνι, συμπληρώνουν και ολοκληρώνουν το όλο εγχείρημα του Δημήτρη Τσινικόπουλου, συγγραφέα των βιβλίων, Το Στοίχημα του Πασκάλ, το Μυστήριο του Κακού, Ιησούς ο ποιητής των ποιητών, Βίβλος, ένα βιβλίο επαναστατικό, και τόσων άλλων εξειδικευμένων θεμάτων, με τα οποία ασχολείται επί χρόνια συστηματικά...
Περιοδικό Strange
Ανοίγοντας το βιβλίο του Δημήτρη Τσινικόπουλου, το πρώτο πράγμα που παρατηρεί ο αναγνώστης είναι ρήσεις που αφορούν τον Ιησού και προέρχονται από τη γραφίδα μεγάλων επιστημόνων των νεότερων χρόνων. Σ' όλες βεβαιώνεται η αναγνώριση του προσώπου του Χριστού και μ' όλες αυτές ως προμετωπίδα ο συγγραφέας δείχνει εξαρχής την πρόθεση του στην αντιπαράθεση που επιχειρεί ο Dawkins ενάντια στον ιστορικό και υποστατικό (στη θεότητα) Χριστό. Πράγματι, ο Dawkins δεν κινείται εναντιωτικά προς μία συγκεκριμένη εκτροπή του χριστιανισμού ή μία ιδιαίτερη (παρεκκλίνουσα) τάση του, αλλά κινείται ενάντια στον ίδιο τον Χριστό ως ιστορικό πρόσωπο, και κατ' επέκταση ως πρόσωπο που έχει θεϊκή ταυτότητα.
Ο Δ. Τσινικόπουλος εκπλήσσει τον αναγνώστη με τη συλλεκτική του δυνατότητα. Συλλέγει επιμελώς ρήσεις και σημεία που τον ενδιαφέρουν, αλλά δεν μένει εδώ. Δημιουργεί ταυτοχρόνως το υλικό του οικοδομώντας αυτό που ο ίδιος συστηματικά εντέλει θέλει να υποστηρίξει. Ο Dawkins είναι γνωστός εκφραστής του νεοαθεϊσμού και ως τέτοιος έχει αποκτήσει φήμη. Η φήμη του αυτή, όμως, είναι παρυπόστατη. Η υποστατική φήμη, όπως μεθοδικά αποδεικνύει ο Δ. Τσινικόπουλος, ανήκει στον ίδιο τον (ανά τους αιώνες αντιλεγόμενο) Χριστό. Η παρυπόστατη φήμη χτίζεται σε ανεδαφικό επίπεδο, Απ' αυτόν που θέλει να τροχίσει την πίστη στην ιστορική ύπαρξη του Χριστού, πολύ δε περισσότερο τη θεϊκή του υπόσταση.
Ο Δ. Τσινικόπουλος επιλέγει με επιστημονική προοπτική μία συγκεκριμένη θεματολογία ερωτημάτων – θέσεων του Dawkins που θεωρούνται βασικές, ώστε να τις αντιμετωπίσει απαντητικά με συγκεκριμένα ιστορικά δεδομένα-μαρτυρίες. Αντιμετωπίζοντάς τα (τες), αντιμετωπίζει, βεβαίως, το εγχείρημα του Dawkins που σκοπεύει στην αποδόμηση της χριστιανοσύνης.
Έτσι, το πρώτο θέμα που εξετάζεται είναι η ιστορικότητα του Χριστού και η σημασία της ιστορικής του πραγματικότητας. Αναφέρεται πλειάς πηγών που μαρτυρούν τον Ιησού ιστορικά και καταδεικνύεται η ανιστορική οικοδομή της ιδεολογίας του Dawkins. Δεν είναι τυχαίο που ο Dawkins υποστηρίζει την ανυπαρξία του ιστορικού Ιησού, ενώ κυρίως από τον 18ο ως τον 20ό αιώνα, βιβλιογραφικά -ακόμη πιο έντονα στις προτεσταντικές συγγραφές-, είναι γεμάτη η έρευνα από ιστορικά θεολογικά εγχειρίδια που βεβαιώνουν την ιστορικότητα του Χριστού.
Φαινομενικά δεν προβάλλει ως δύσκολο το να αντιμετωπίσει κανείς τα επιχειρήματα του Dawkins. Ωστόσο, στην πράξη, η διαφήμισή του στην παγκόσμια αγορά απαιτεί ανταπόκριση, τέτοια που να δείχνει ότι αυτή η ιδιολογία του Dawkins είναι παρυποστατική και προέρχεται μόνο από την εντύπωση που προκαλεί ο Dawkins αντιμαχόμενος την υποστατική (πραγματική εν Θεώ) δυναμική του Χριστού. Ο Δ. Τσινικόπουλος ανταποκρίνεται σ' αυτό το αίτημα με λιτότητα και ευθυλογία.
Άλλο θέμα, ως εκ τούτου, που απασχολεί τον Δ. Τσινικόπουλο είναι η δυναμική των θαυμάτων του Χριστού και ο χαρακτήρας τους. Αποδεικνύει την αληθινότητά τους, και σημειώνει θεολογικότατα ότι «ο ίδιος (ενν. ο Χριστός) ήταν το μεγαλύτερο θαύμα επί γης –"ο Λόγος που έγινε σάρκα"». Είναι αξιοσημείωτο ότι εμβόλιμα στις ενότητες εξέτασης των ερωτημάτων, που ο συγγραφέας του παρουσιαζόμενου βιβλίου θέτει προς απάντηση, τοποθετούνται πλαίσια παραρτημάτων που διευκολύνουν με τις πληροφορίες τους τον αναγνώστη να αποκτήσει γόνιμο προβληματισμό από το αποδεικτικό υλικό του γράφοντος.
Σημειώνω υπενθυμιστικά ότι η "διαφωτιστική" ή "μεταμεσαιωνική" διάθεση που εκδηλώθηκε κυρίως στη θεολογία της προτεσταντικής Δύσης ήταν να υποστηριχθεί η ιστορική (ανθρωποκεντρική) σημασία του Χριστού. Αυτό βέβαια είχε ως συνέπεια τον παραμερισμό της θεολογικής σημασίας του ευαγγελίου και την απο-υποστασιοποίησή του. Τι εννοώ μ' αυτό: ότι δεν εντοπιζόταν η υπόσταση του λόγου του ευαγγελίου στον ίδιο τον θεϊκό Λόγο, αλλά απολυτοποιούνταν ο λόγος του ευαγγελίου άσχετα με τη θεϊκή υπόσταση του Χριστού.
Στον Dawkins το πρόβλημα, εντέλει, είναι καταρχήν η άρνηση της υποστατικότητας του Ιησού (όχι απλά της ιστορικότητας). Γι’ αυτό ο Δ. Τσινικόπουλος δεν μένει στατικά στό ιστορικό κομμάτι των αποδείξεων. Ασχολείται με τα θαύματα και την αξιοπιστία τους για την ένθεη υποστατικότητα του Χριστού. Η έκθεση της σωτήριας θεότητάς του ήταν ιστορικά δημόσια. Η νεοαθεϊστική, λοιπόν, διάθεση του Dawkins αναιρείται όχι μόνο στη βάση της αποδείξιμης ιστόρισής της, αλλά και της απόδειξης του ενυπόστατου χαρακτήρα της, μέσα από τη σωτηριολογική της δυναμική υπέρ του οικουμενικού ανθρώπου.
Πράγματι, ο χαρακτήρας των θαυμάτων, μέσα από τη δωρεάν θεραπεία που προσφέρεται από τον Χριστό, είναι ό,τι κάνει τη διαφορά της ποιότητας της εκ Θεού θαυματουργικής επέμβασης. Ο Δ. Τσινικόπουλος σημειώνει ουσιαστικά ότι είναι ο ίδιος ο Χριστός, ως σαρκωμένος Θεός, το θαύμα καθεαυτό, το οποίο δεν προσφέρεται ανταλλακτικά, αλλά δωρεάν στον οικουμενικό δήμο και την ιστορία του ανθρώπου.
Η ταυτότητα του Ιησού, λοιπόν, είναι κάτι που θέτει ο συγγραφέας ως ερώτημα προς εξέταση αναφερόμενος εκτενώς στη μαρτυρία του αποστόλου Παύλου επί του θέματος, διδασκαλία του οποίου ταυτίζεται μ' αυτή του Ιησού Χριστού. Εν πάση περιπτώσει, ο Δ. Τσινικόπουλος αποδεικνύει ότι ο Dawkins είναι αρνητής, άθεος υποστηρικτής της ιδιολογίας που υποστηρίζει αντι-ιστορικά.
Καταλαβαίνει, εξάλλου, ο Δ. Τσινικόπουλος, (και) θεολογικά σημεία, όπως αυτό περί αντίλυτρου, σχετικά με το νόημα της σωτηρίας που προσφέρει ο Χριστός. Ο Δ. Τσινικόπουλος προσεγγίζει την ενδότερη σημασία της πτώσης του ανθρώπου από τον παράδεισο. Δίνει έμφαση στη θεώρηση της φύσης του κακού σε σχέση με τη θεώρηση της πεσούσης ανθρώπινης φύσης, βρίσκοντας μαρτυρίες και από τον φιλοσοφικό στοχασμό που μαρτυρούν τη βαθύτητα της χριστιανικής θεώρησης επί του θέματος.
Σαφώς και δεν μπορούν να ισχύσουν απόψεις περί σαδομαζοχισμού του Θεού, όπως αυτές του Ζίζεκ, ο οποίος, εφόσον -και στο μέτρο που- τις υποστηρίζει, προφανώς δεν λαμβάνει υπόψη του ουσιαστικά ότι ο Θεός ως αυτοαγάπη-αυτοζωή την πράξη θυσίας δεν την προτείνει στον άνθρωπο ανταλλακτικά-ωφελιμιστικά, αλλά ως πανανθρώπινη δωρεά. η ενυπόστατη συμπόνοια, Έτσι, του οικουμενικού ανθρώπου, είναι το χαρακτηριστικό του χριστιανικού βίου, ενώ η ανυπόστατη εκείνου του βίου που πάσχει με (ή για) τον άλλον άνθρωπο τη θεωρία μόνη.
το ότι τα ευαγγέλια δεν αντιφάσκουν το σημειώνει ο συγγραφέας δείχνοντας τον Dawkins ανεδαφικό και χωρίς ερείσματα ερευνητικά. ο Δ. Τσινικόπουλος διαβλέπει τη σημασία της οικουμενικότητας του προσώπου του Χριστού και της οικουμενικής σωτηριολογικής του πρότασης. Έτσι προκρίνει την ευρεία σημασία της αγαπητικής του προτροπής και αντικρούει την κατανόηση της χριστιανικής αγάπης από τον Dawkins ως μερική και εσωστρεφή.
Ο συγγραφέας στην αντίδρασή του προς τον Dawkins δείχνει ο ίδιος τη γνώση του στις πηγές της πρωτοχριστιανικής, της γνωστικής ή και της απόκρυφης γραμματείας, κάτι που, εκ των καταδεικνυομένων, δεν έχει ο Dawkins. Βεβαίως, με συστηματικό τρόπο, ο Δ. Τσινικόπουλος αναιρεί την άρνηση της εμπρόσωπης σχέσης ευαγγελιστών με τον Χριστό ή την άμεση σχέση αυθεντικών μαρτυριών γι' αυτόν. ιδιαιτέρως σημαντικό είναι ότι παραπέμπει στην ανάδειξη της θεϊκής ταυτότητας του Χριστού -με πλείστα όσα αγιογραφικά παραδείγματα, καταδεικνύοντας ότι η θεολογικο-ιστορική παιδεία του Dawkins είναι αναιμική και άζωη. Η αντιφατική υποδομή της αρνησιθεΐας του και της Χριστομαχίας του Dawkins κινείται, ως εκ τούτου, μέσα από το επίπεδο της φαντασίας, στην οποία ξεδιπλώνει το όλο σκεπτικό του. αυτό το σκεπτικό αποδεικνύεται ως εγωπαθές, ως κάτι δηλαδή που προσπαθεί να κερδίσει δύναμη από τον όντως δυνατό.
Ο Δ. Τσινικόπουλος ονομάζει τον Dawkins "αθεϊστή ιδεολόγο" ακριβώς διότι κινείται αυτός στον ανεπιστημονικό λόγο. τον αποδεικνύει εντέλει και εικοτολόγο μέσα από συγκεκριμένα αποσπάσματα των γραφών του, οι οποίες δείχνουν ότι ο Dawkins, όπως κι άλλοι του είδους, θρησκειοποιούν την ιδεολογία τους. Ο Χριστός θανατώνεται αδιάπτωτα απ' όσους πιστεύουν στην αυτοσωτηρία τους και προβάλλουν την ιδιολογία τους ως σωτήρια.
Έτσι στο επίμετρο ο Δ. Τσινικόπουλος δείχνει δια του G. Papini, σαφώς ότι όσοι στο ίδιο πλαίσιο προσπάθησαν να αποϊστοριοποιήσουν τον Χριστό, στην ουσία, εντέλει, σκόπευαν να αποδυναμώσουν την ταύτισή του με τη θεϊκή υπόσταση. Κλείνει τη μελέτη του με την παράθεση (δια εικόνων) αρχαίων ευρημάτων που διαψεύδουν τις θέσεις του Dawkins.
Ο Δ. Τσινικόπουλος εργάζεται, όπως ανέφερα, ως συλλέκτης υλικού με ιστορικοκριτική προοπτική. δεν μένει όμως σ' αυτό το πλαίσιο εργασίας, αλλά επ’ αυτού οικοδομεί δημιουργικά την έρευνά του, προτείνοντας συγχρόνως την ιστορική σημασία του χριστολογικού διαδρόμου για την οικουμενική ανθρωπότητα.
Το βιβλίο ξεκινά με εννέα αποσπάσματα από έργα σημαντικών επιστημόνων διαφόρων γνωστικών αντικειμένων, από τον φυσικό Al. Einstein και τον μαθηματικό και φιλόσοφο Blaise Pascal, έως τον θρησκειολόγο H. Gasenapp και τον ιστορικό W.E.H. Lecky (σ. 9-11). Στα προαναφερόμενα αποσπάσματα αναπτύσσονται χαρακτηριστικές απόψεις των εν λόγω επιστημόνων για τον Ιησού και την Κ. Διαθήκη, οι οποίες αποδέχονται την ιστορική ύπαρξη του Ιησού και τονίζουν τη σημασία των καινοδιαθηκικών κειμένων. Με τον τρόπο αυτό ο αναγνώστης προϊδεάζεται για την ύπαρξη αντίθετων διαφορετικών απόψεων στο χώρο της επιστήμης, με το κύρος της οποίας είναι περιβεβλημένη η προσωπικότητα του Dawkins.
Στο κύριο μέρος του βιβλίου, δέκα κεφάλαια αρκούν για να πραγματευτούν αντίστοιχα ζητήματα, τα οποία άπτονται της ιστορικότητας του προσώπου του Ιησού, αλλά και της αξίας της Κ. Διαθήκης. Από αυτά το πρώτο κεφάλαιο είναι εισαγωγικού χαρακτήρα, καθώς εντάσσει τον Dawkins μεταξύ των λοιπών εκπροσώπων του νέο-αθεϊστικού κινήματος. Ταυτόχρονα, παρουσιάζει περιληπτικά τις βασικές κατηγορίες του Dawkins κατά του Ιησού και της Κ. Διαθήκης στο βιβλίο του «Η περί Θεού αυταπάτη» (Αθήνα: Κάτοπτρο, 2007). Εξίσου περιληπτικές, αλλά ικανοποιητικές, είναι οι απαντήσεις στις εν λόγω κατηγορίες. Τέλος, ο συγγραφέας οριοθετεί το αντικείμενο της έρευνάς του στα προαναφερόμενα βασικά ζητήματα καθώς, όπως αναφέρει ο ίδιος, «αν ο Dawkins αποδειχθεί ελλιπής σ’ αυτά τα θέματα, ανακύπτει εύλογα το ερώτημα, πόσο επαρκής και ικανοποιητικός μπορεί να θεωρηθεί και σε άλλα θέματα που υποστηρίζει και αναπτύσσει στο εν λόγω βιβλίο του, αλλά και αλλού» (σ. 26).
Το 2ο κεφάλαιο φέρει τον τίτλο: Υπήρξε πράγματι ο Ιησούς της Ναζαρέτ; Το κεφάλαιο αυτό ξεκινά με την παραδοχή του Dawkins ότι η διδασκαλία του Ιησού αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες ηθικές καινοτομίες της ιστορίας. Στη συνέχεια επικεντρώνεται στις 30 ιστορικές μαρτυρίες για την ύπαρξη του Ιησού, οι οποίες ταξινομούνται σε 4 ανεξάρτητες μεταξύ τους ομάδες πηγών. Αυτές οι πηγές είναι: οι ιουδαϊκές, οι χριστιανικές, οι εθνικές και οι γνωστικές. Ο συγγραφέας ενδυναμώνει την επιχειρηματολογία του για την ύπαρξη του ιστορικού Ιησού με απόψεις νεότερων. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι στην ενότητα αυτή η επισήμανση της λανθασμένης χρήσης απόψεων των R. L. Fox και I. Wilson από τον Dawkins. Πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι, σ’ ένα παράθυρο-υποκεφάλαιο γίνεται μια αντιπαραβολή του τι εξάγεται συνοπτικά από τις θύραθεν-έξωθεν μαρτυρίες σε σχέση με τον πυρήνα του πρωτοχριστιανικού κηρύγματος. Τα ουσιώδη σημεία, όπως αποδεικνύεται, αλληλοκαλύπτονται και συμπίπτουν.
Το 3ο κεφάλαιο, το οποίο ασχολείται με την ιστορική αξιοπιστία των θαυμάτων του Ιησού αποτελεί φυσική συνέχεια του προηγούμενου, καθώς εάν κάποιος αρνείται την ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού τότε κατ’ επέκταση αρνείται και τα θαύματά του. Έτσι, η αντιρητική της επιχειρηματολογίας του Dawkins εδράζεται σε εξωβιβλικές πηγές, καινοδιαθηκικά χωρία και απόψεις επιστημόνων όπως του F. F. Bruce, γνωστού μεταξύ άλλων από το βιβλίο του «New Testament History». Το κεφάλαιο κλείνει με πίνακα των ευαγγελικών χωρίων των θαυμάτων του Ιησού (σ. 53-54), αλλά και με σχετικά κείμενα (σ. 55-61), για τη δυνατότητα του θαύματος που προσυπογράφουν μεγάλοι θετικοί επιστήμονες, πρακτική που επαναλαμβάνεται σε κάθε κεφάλαιο και θυμίζει εγχειρίδιο καθώς βοηθά τον αναγνώστη να έχει άμεση πρόσβαση σε πηγές και βιβλιογραφία.
Το 4ο κεφάλαιο ξεφεύγει κάπως καθώς μετατοπίζει το ενδιαφέρον από την άρνηση του Ιησού στον ουσιαστικό ιδρυτή του Χριστιανισμού, ο οποίος κατά τον Dawkins δεν είναι ο Ιησούς αλλά ο Παύλος. Βέβαια, εδώ ο Dawkins δεν πρωτοτυπεί καθώς ο εν λόγω θεωρία είναι παλαιά, αλλά ασφαλώς την εκμοντερνίζει. Στο σημείο αυτό ο Τσινικόπουλος θέτει ένα εύλογο ερώτημα: γιατί ο Dawkins αρνείται την ιστορικότητα του Ιησού ενώ δεν αρνείται ταυτόχρονα και τον Παύλο, καθώς και για τον Παύλο λείπουν οι εξωβιβλικές πληροφορίες; Η απάντηση δεν δίνεται άμεσα, αλλά αφήνεται ο αναγνώστης να μορφώσει μόνος του το συμπέρασμα ότι η επιχειρηματολογία του Dawkins δεν ακολουθεί την ίδια πρακτική επειδή αποδέχεται επιλεκτικά ορισμένα μόνο χωρία. Η πρακτική αυτή στερεί από την ανάπτυξη του Dawkins την επιστημονικότητα μιας αυστηρά καθορισμένης μεθόδου εξέτασης και ερμηνείας, την οποία θα περίμενε κάποιος από έναν επιστήμονα του διαμετρήματος του Dawkins. Στην προοπτική αυτή οι απόψεις του Dawkins χάνουν σε σοβαρότητα και υποβιβάζονται σε μια προπαγανδιστικού τύπου έκθεση ιδεών. Η προαναφερόμενη μέθοδος ανάπτυξης του Dawkins δίνει τη δυνατότητα στον Τσινικόπουλο να παραθέσει τα χωρία εκείνα στα οποία ο Παύλος μιλά για την ιστορικότητα του Ιησού. Όσο για την ίδρυση του Χριστιανισμού από τον Ιησού ο συγγραφέας παραθέτει χωρία στα οποία φαίνεται καθαρά η οικουμενικότητα και χριστοκεντρικότητα του Χριστιανισμού. Τοιουτοτρόπως, η αντίκρουση των απόψεων του Dawkins κρίνεται επιτυχής.
Στο 5ο κεφάλαιο ο συγγραφέας ασχολείται με την αδυναμία του Dawkins να κατανοήσει τη διδασκαλία του λύτρου ή καλύτερα της εξιλέωσης στο πλαίσιο της σωτηριολογίας. Η εν λόγω αδυναμία ωθεί τον Dawkins να χαρακτηρίζει τη διδασκαλία αυτή ως «αχρεία, σαδομαζοχιστική, αποκρουστική και παρανοϊκή», προσπαθώντας ταυτόχρονα να γελοιοποιήσει το προπατορικό αμάρτημα. Ο Τσινικόπουλος αντικρούει τις προαναφερόμενες απόψεις αποδεικνύοντας την αδυναμία του Dawkins να προσεγγίσει και να ερμηνεύσει ορθά τις πηγές. Στην προσπάθειά του αυτή ο συγγραφέας παραθέτει πλήθος σχετικών απόψεων Δυτικών συγγραφέων. Αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό καθώς το ζήτημα του λύτρου είχε απασχολήσει τη Δυτική Θεολογία και Φιλοσοφία από τα χρόνια του Ανσέλμου Καντερβουρίας (1033-1109). Ο τελευταίος με τη διατύπωση της θεωρίας της ικανοποίησης (satisfaction) οδήγησε μεταγενέστερα σε παρεκκλίσεις τη Δυτική Θεολογία. Αντίθετα, στην Ανατολή ο τονισμός της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο που φτάνει έως τον σταυρό, προφύλαξε την Ορθοδοξία από σχολαστικές αναλύσεις, τις οποίες προφανώς είχε υπόψη ο Dawkins όταν αναφερόταν στο «δόγμα του λύτρου».
Το 6ο κεφάλαιο ασχολείται με μια από τις κατά καιρούς κατηγορίες των αρνητών του Χριστιανισμού, δηλαδή ότι δεν υπάρχει συμφωνία στις πληροφορίες των Ευαγγελίων. Ο συγγραφέας καταδεικνύει, με λιπαρή τεκμηρίωση και άριστη επιχειρηματολογία, την επιφανειακή γνώση των ευαγγελικών κειμένων από τον Dawkins, καθώς και την υπερβολή στις σχετικές απόψεις του.
Το 7ο κεφάλαιο έχει τίτλο «αγάπη μόνο σε μια εσω-ομάδα;». Το κεφάλαιο αυτό ασχολείται με τις αιτιάσεις του Dawkins για την -κατ’ αυτόν- διδασκαλία του Ιησού μόνο στο πλαίσιο του Ιουδαϊσμού. Το κείμενο είναι περιληπτικό, μόλις 3 σελίδες, και συνδέεται με το 4ο κεφάλαιο στο οποίο είχε αναφερθεί η οικουμενικότητα του ευαγγελικού μηνύματος του Χριστιανισμού, γεγονός που ανατρέπει την επιφανειακή προσέγγιση της χριστιανικής διδασκαλίας από τον Dawkins.
Στο 8ο κεφάλαιο ο Τσινικόπουλος ασχολείται με την προσπάθεια του Dawkins να δεχθεί ως εξίσου έγκυρα με τα κανονικά και τα απόκρυφα ευαγγέλια. Το ζήτημα της απόκρυφης γραμματείας έχει απασχολήσει επί αιώνες τους θεολόγους και λοιπούς μελετητές του Χριστιανισμού. Ουσιαστικά ο Dawkins ασχολείται εδώ με ένα λελυμένο ζήτημα, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να παρουσιάσει ως πλαστά ή νοθευμένα τα κείμενα της Κ. Διαθήκης. Στην προοπτική αυτή παρουσιάζει τον Ιησού να μην ικανοποιείται από τα κείμενα της Π. Διαθήκης και γι’ αυτό να τα ανατρέπει. Ο Τσινικόπουλος καταρρίπτει μια προς μια τις αιτιάσεις του Dawkins βασιζόμενος πάντα τόσο στις πηγές όσο και στη νεότερη βιβλιογραφία. Προς το τέλος του κεφαλαίου ο συγγραφέας καταρρίπτει την εγκυρότητα των αποκρύφων υπογραμμίζοντας ότι στην πλειοψηφία τους είναι κατά πολύ μεταγενέστερα της εποχής του Χριστού, ενώ οι συγγραφείς τους δεν έχουν καμία σχέση με τα σημαίνοντα πρόσωπα της πρώτης Εκκλησίας, στα οποία αποδίδουν την πατρότητα της συγγραφής.
Το 9ο κεφάλαιο είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς σε αυτό ο συγγραφέας ανατρέπει την προσπάθεια του Dawkins να εμφανίσει τον Ιησού ως άνθρωπο και όχι ως Θεάνθρωπο. Πρόκειται δηλαδή για την προσπάθεια του Dawkins να ανατρέψει το θεμέλιο του Χριστιανισμού που είναι η θεϊκή φύση του Ιησού. Τα 13 αντεπιχειρήματα του Τσινικόπουλου ανατρέπουν πλήρως τις θέσεις του Dawkins. Η όλη προσπάθεια ολοκληρώνεται με παραπομπές σε εξωβιβλικές πηγές, αλλά και σε σύγχρονους διανοητές.
Το 10ο κεφάλαιο έχει τίτλο: Ιησούς, το κέντρο και η στρόφιγγα της ιστορίας. Στο κεφάλαιο αυτό ο συγγραφέας ασχολείται με την –ήδη λεχθείσα– αντίφαση του Dawkins, ο οποίος άλλοτε υποστηρίζει ότι ο Ιησούς είναι μια μυθολογική φιγούρα και άλλοτε ότι, εάν υπήρξε, ήταν ένας από τους μεγαλύτερους ηθικούς καινοτόμους της ιστορίας. Σε δυόμιση σελίδες ο συγγραφέας παραθέτει σχετικές απόψεις του Ιουδαϊσμού και Ισλαμ, καθώς και ονομαστικά έναν ικανό αριθμό φιλοσόφων και διανοητών οι οποίοι πρεσβεύουν τα αντίθετα με τον Dawkins.
Το Παράρτημα (σ. 135-144) με τίτλο «Η εκπληκτική εικοτολογία του Richard Dawkins», λειτουργεί ως ένα επιπλέον κεφάλαιο, στο οποίο ο Τσινικόπουλος αποδομεί τη μεταφυσική συλλογιστική του Dawkins. Εδώ ο συγγραφέας επιλέγει συγκεκριμένες αναφορές του Dawkins από άλλα βιβλία του και, βλέποντας ολιστικά την σκέψη του, υποδεικνύει τις αντιφάσεις και τις εμμονές της.
Η αρχή και το τέλος του βιβλίου γίνεται με την παράθεση απόψεων άλλων. Έτσι, ενώ στην αρχή ο συγγραφέας παρέθεσε εννέα μικρά αποσπάσματα-γνώμες επιστημόνων, για το τέλος επέλεξε δυο σχετικά εκτενή αποσπάσματα. Συγκεκριμένα, στο Επίμετρο έχουμε μια πιο περιορισμένη σε αριθμό, αλλά με μεγαλύτερο βάθος αντιμετώπιση του Dawkins, μέσα από σχετικές απόψεις άλλων (σ. 145-151). Πρόκειται για τις απόψεις του πρώην άθεου Ιταλού φιλοσόφου Giovanni Papini (1881-1956) και του μεγάλου Γάλλου διαφωτιστή Jean-Jacques Rousseau (1712-1778).
Χαριστική βολή στις μεταφυσικές περί Χριστού και Κ. Διαθήκης ενστάσεις του Dawkins αποτελούν οι 46 εικόνες από σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα της Παλαιστίνης, οι οποίες περιλαμβάνονται σε ειδικό φωτογραφικό παράρτημα (σ. 171-193). Οι εν λόγω εικόνες διαψεύδουν τους ισχυρισμούς του Dawkins και, ταυτόχρονα, τεκμηριώνουν τις αντίθετες προς αυτόν απόψεις περί της ιστορικότητας του Ιησού. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την παράθεση ξενόγλωσσης κυρίως βιβλιογραφίας, η οποία είναι ενημερωμένη μέχρι τον Μάρτιο 2018.
Μέσα από τα προαναφερόμενα, ο συγγραφέας δεν παραμένει στην αντίκρουση του βασικού κορμού των επιχειρημάτων του Dawkins, αλλά επεκτείνεται στις σωτηριολογικές συνέπειες της νέο-αθεϊστικής θεωρίας του. Συνέπεια της εν λόγω τακτικής είναι η σωτηριολογική προσέγγιση του προσώπου του Ιησού. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η θεώρηση της φύσης του κακού, όπου αυτό γίνεται. Στην προοπτική αυτή ο συγγραφέας επιστρατεύει και φιλοσοφικές θέσεις, καθώς είναι καλός γνώστης του θέματος ως συγγραφέας ενός σχετικού βιβλίου (Δημ. Τσινικόπουλος, Το μυστήριο του κακού, Θεσσαλονίκη: Νησίδες, 2014). Με τον τρόπο αυτό εντάσσει στη θεματολογία του όχι μόνον ζητήματα του γνωστικού αντικειμένου της Κ. Διαθήκης, όπως είναι η συμφωνία των ευαγγελίων, αλλά και ευρύτερα θέματα. Η εν λόγω ανάπτυξη γίνεται χωρίς να ξεφεύγει από το βασικό θέμα του βιβλίου, το οποίο καταδεικνύει την αναιμική υποδομή της αρνησιθεΐας και Χριστομάχιας του Dawkins, η οποία μεταξύ άλλων οφείλεται στην έλλειψη καλής γνώσης της πρωτοχριστιανικής, γνωστικής και απόκρυφης γραμματείας. Αντίστοιχα, η γνώση της προαναφερόμενης γραμματείας από τον συγγραφέα καθιστά εύκολη την επισήμανση των σημείων εκείνων τα οποία καταδεικνύουν τις αδυναμίες των απόψεων του Dawkins. Ταυτόχρονα, ο Τσινικόπουλος στοιχειοθετεί επαρκώς τον χαρακτηρισμό «αθεϊστής ιδεολόγος» που απευθύνει στον Dawkins.
Τελικά, μέσα από τη διαλεκτική διαδικασία του τύπου δράση (απόψεις Dawkins), αντίδραση (ανασκευή των απόψεων Dawkins από τον Τσινικόπουλο), προκύπτει μια νέα θέση: Οι απόψεις του Dawkins και, προφανώς, των λοιπών νεοαθεϊστών (Daniel Dennet, Sam Harris, Christopher Hitchens, Michel Onfray, κ.ά.) αποτελούν αξιωματικές θέσεις και όχι επιστημονικά τεκμηριωμένες απόψεις. Πως θα ήταν άλλωστε δυνατόν κάτι τέτοιο, αφού οι απαντήσεις στα βασικά υπαρξιακά ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν με τη λογική καθώς αποτελούν αντικείμενα της μεταφυσικής.
Εν κατακλείδι, ο Τσινικόπουλος έχει συγγράψει ένα απολογητικό του Χριστιανισμού έργο, το οποίο χαρακτηρίζεται όχι μόνο για τη βιβλική τεκμηρίωσή του, αλλά και για την εξωβιβλική, με έμφαση σε φιλοσόφους και διανοητές. Έτσι, αν και οι μεγάλοι Έλληνες Απολογητές έζησαν τον 2ο αι., η απολογητική ουδέποτε έπαψε να αποτελεί μια από τις μέριμνες των χριστιανών. Σε αυτό το πλαίσιο κινείται επιτυχώς ο Τσινικόπουλος, συνεχίζοντας μια μακραίωνη παράδοση. Το βιβλίο μπορεί να προστεθεί ευπρόσδεκτα, μαζί με άλλα έργα του, απολογητικού κυρίως χαρακτήρα, όπως είναι το «Βίβλος, ένα βιβλίο επαναστατικό» (Θεσσαλονίκη: Άγνωστο, 2010) και «Το στοίχημα του Πασκάλ» (Αθήνα: Εν Πλω, 2017).
Στο νέο του βιβλίο με τίτλο «Dawkins vs. Ιησούς» ο Δημήτρης Τσινικόπουλος οδηγεί τον αναγνώστη σε μια γόνιμη αποτίμηση των πηγών της ιστορικής έρευνας (δηλαδή των κειμένων και των αρχαιολογικών ευρημάτων) για το πρόσωπο και το έργο του Ιησού Χριστού, επισημαίνοντας μια πολύ σημαντική αρχή: ο ειλικρινής αναζητητής της αλήθειας μελετά συστηματικά τα δεδομένα των πηγών, και καταλήγει αβίαστα στην ιστορική αλήθεια, ενώ ο προκατειλημμένος ερευνητής αγνοεί ή παραποιεί τα δεδομένα των πηγών που δεν ταιριάζουν στη θεωρία την οποία θέλει εκ των προτέρων να υποστηρίξει. Ο Δημήτρης Τσινικόπουλος εξετάζει διεξοδικά, προσεκτικά, και συστηματικά τα κείμενα και τα αρχαιολογικά ευρήματα που σχετίζονται με την ιστορικότητα του Ιησού Χριστού. Λυπούμαι που δεν μπορώ να πω το ίδιο και για τον Dawkins...
Δημήτριος Χρηστίδης
Ομότιμος Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας Α.Π.Θ.
Δημήτρης Τσινικόπουλος: Ένας Σύγχρονος Απολογητής του Χριστιανισμού
Το τελευταίο βιβλίο του Δημήτρη Τσινικόπουλου έχει τον τίτλο Dawkins vs Ιησούς (εκδ. Φυλάτος 2018) και κυκλοφόρησε μόλις πρόσφατα. Πρόκειται για ένα έργο απολογητικής—ακόμη και πολεμικής—υπέρ της αλήθειας του χριστιανισμού και της ύπαρξης του Θεού και εναντίον των αθεϊστών οι οποίοι στο πρόσωπο του Άγγλου βιολόγου Ρίτσαρντ Ντόκινς αντιμάχονται την θρησκευτική πίστη και ειδικότερα των θρησκειών που εδράζονται στη Βίβλο.
Βέβαια, ο Ντόκινς, ο οποίος ανατράφηκε ως τυπικός Αγγλικανός, δεν είναι απλά ένας όψιμος αρνησίθεος αντίχριστος. Είναι ένας εξαιρετικά επηρεαστικός διανοούμενος, ελευθερόφρονας βιολόγος και ηθολόγος με έδρα στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, στρατευμένος επικριτής του δημιουργισμού και του ευφυούς σχεδιασμού. Το 1976, στο βιβλίο του Το Εγωιστικό Γονίδιο, υποστήριξε τη θέση ότι «όλες οι μορφές ζωής εξελίσσονται διαμέσου της επιβίωσης διαφόρων αυτοαντιγραφόμενων πραγμάτων». Στο βιβλίο του Ο Εκτεταμένος Φαινότυπος (1982) υποστήριξε ότι τα φαινοτυπικά αποτελέσματα του εξελισσόμενου γονιδίου δεν περιορίζονται στο σώμα του οργανισμού αλλά επεκτείνονται και στους οργανισμούς του περιβάλλοντός του. Το 1986, στο βιβλίο του Ο Τυφλός Ωρολογοποιός, απέρριψε την «αναλογία του ωρολογοποιού» που υποστηρίχθηκε από χριστιανούς στοχαστές σχετικά με την ύπαρξη ενός υπερφυσικού δημιουργού όπως προκύπτει από την παρατηρούμενη πολυπλοκότητα των ζωντανών οργανισμών, και αντ’ αυτού υποστήριξε ότι οι εξελικτικές διαδικασίες της φυσικής επιλογής (αντί του Θεού) μπορούν να χαρακτηριστούν αντίστοιχα ως «τυφλός ωρολογοποιός». Στο βιβλίο του Η περί θεού Αυταπάτη (2006), ο Ντόκινς υποστήριξε με σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει ένας υπερφυσικός δημιουργός και ότι η θρησκευτική πίστη μπορεί να χαρακτηριστεί ως ψευδαίσθηση, ως μία ψευδής εμμονή και πεποίθηση. Αυτό το βιβλίο του κυκλοφόρησε σε αρκετά εκατομμύρια αντίτυπα και μεταφράστηκε σε πάνω από 35 γλώσσες, καθιστώντας το ως το δημοφιλέστερό του.
Για πιο θρησκευτικά ομογενοποιημένες κοινωνίες και στις οποίες το κράτος θρησκεύεται σε ικανό βαθμό τέτοιες απόψεις εξακολουθούν να θεωρούνται όχι μόνο «αιρετικές» αλλά και κοινωνικά επικίνδυνες. Για παράδειγμα, στην Τουρκία η κυκλοφορία του βιβλίου Η περί θεού Αυταπάτη το 2007 θεωρήθηκε ως «επίθεση στις ιερές αξίες», ενώ ως το 2011 απαγορευόταν η πρόσβαση στον ιστότοπο του συγγραφέα. Βέβαια, έχουν περάσει αρκετοί αιώνες από το 1697, τότε που 20χρονος Σκωτσέζος Thomas Aikenhead εκτελέστηκε για βλασφημία επειδή όχι μόνο αρνιόταν το δόγμα της Αγίας Τριάδας αλλά υποστήριζε επίσης ότι «η Αγία Γραφή ήταν γεμάτη με τόση τρέλα, ανοησίες και αντιφάσεις ώστε θαύμαζε την ηλιθιότητα του κόσμου που για τόσο πολύ καιρό είχαν αυταπατηθεί από αυτά». (A Complete Collection of State Trials and Proceedings for High Treason and Other Crimes and Misdemeanors from the Earliest Period to the Year 1783 (1816), τόμ. 13, στ. 919)
Αυτό το δύσοσμο υπόμνημα που δημιούργησε ο θεσμοποιημένος χριστιανισμός αποτέλεσε ένα από τα βασικά ερείσματα στην ανάπτυξη από μέρους του Ντόκινς αυτής της ανοιχτά επιθετικής θέσης προς τα θρησκεύματα γενικότερα αλλά και σε αυτήν καθ’ αυτή την αντίληψη περί έμφυτης θρησκευτικότητας. Οι φονταμενταλιστικές φωνές επιτείνουν τον θρησκευτικό ανορθολογισμό. Ο Ντόκινς παραθέτει τα λόγια του χριστιανού φονταμενταλιστή παλαιοντολόγου Kurt Wise: «Εάν όλες οι αποδείξεις στο Σύμπαν στρέφονταν εναντίον του δημιουργισμού, θα ήμουν ο πρώτος που θα το παραδεχόταν—θα παρέμενα ωστόσο δημιουργιστής, διότι τούτο φαίνεται να επιτάσσει ο Λόγος του Θεού. Αυτή πρέπει να είναι η θέση μου». (Η περί Θεού αυταπάτη, εκδ. Κάτοπτρο, σ. 18) Απορρίπτοντας την κατ’ αυτόν περί Θεού αυταπάτη, ο Ντόκινς καταλήγει στα εξής: «Προτιμώ να λέω ότι πιστεύω στους ανθρώπους, και οι άνθρωποι, όταν τους παρέχεται η κατάλληλη ενθάρρυνση να σκέπτονται από μόνοι τους όλες τις πληροφορίες που είναι σήμερα διαθέσιμες, πολύ συχνά καταλήγουν να μην πιστεύουν στον Θεό και να ζουν ολοκληρωμένες και ικανοποιητικές—αληθινά απελευθερωμένες ζωές». (σ. 21)
Ένα πλήθος φωνών αντέδρασαν σε αυτές τις δυναμικά προωθούμενες θέσεις του Ντόκινς. Στη χώρα μας ο Δημήτρης Τσινικόπουλος είναι αυτός που σήκωσε το γάντι ώστε να αντιπαρατεθεί και να ανταπαντήσει στις τοποθετήσεις του Ντόκινς. Σε αυτό το εγχείρημά του θυμίζει αρχαίους Απολογητές, όπως ο Μινούκιος Φήλικας, ο Τερτυλλιανός, ο Ιουστίνος, ο Ωριγένης και άλλοι, οι οποίοι απαντούσαν στις επικρίσεις των Εθνικών κατά του χριστιανισμού. Με αναφορά σε ένα επαρκές εύρος βιβλιογραφίας για τον μέσο αναγνώστη, ο Τσινικόπουλος ξετυλίγει εύστοχα την επιχειρηματολογία του επικεντρώνοντας την εξέτασή του στις εξής κύριες ενότητες: Ήταν πραγματικό πρόσωπο ο Ιησούς από την Ναζαρέτ; Μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστα τα θαύματά του; Ποιος ήταν ο πραγματικός ιδρυτής του χριστιανισμού, ο Ιησούς ή ο απόστολος Παύλος; Έχει λογική βάση το βιβλικό δόγμα περί λυτρωτικής θυσίας του Χριστού; Αντιφάσκουν μεταξύ τους οι μαρτυρίες των Ευαγγελίων; Μήπως η διδασκαλία του Ιησού αφορούσε μόνο τα μέλη μια κλειστής ομάδας ακολούθων; Είναι εξίσου έγκυρα και αξιόπιστα τόσο τα κανονικά όσο και τα «απόκρυφα» Ευαγγέλια;
Για καθένα από αυτά τα θέματα αντιστοιχούν πολυάριθμες μελέτες οι οποίες έχουν αναλύσει ποικίλες πτυχές τους. Χωρίς να μπαίνει σε δαιδαλώδεις και υπερβολικά λεπτομερείς αναφορές, ο Τσινικόπουλος παρουσιάζει τη βασική συλλογιστική που μπορεί να ακολουθήσει ο αναγνώστης για να λάβει λογικές απαντήσεις σε καθένα από τα παραπάνω ζητήματα. Φυσικά η λογική δεν αρκεί για να καλύψει αυτά τα κατά βάση μεταφυσικά θέματα. Τα ερευνητικά πορίσματα, όμως, από τομείς όπως η βιβλική θεολογία, η ερμηνευτική, η κριτική του βιβλικού κειμένου και η αρχαιολογία, μπορούν να συμβάλουν καθοριστικά στο να δοθούν απαντήσεις στο καλοπροαίρετο φιλέρευνο κοινό. Σε αρκετά σημεία ο Τσινικόπουλος—ο οποίος δεν αποκρύπτει ότι ο ίδιος είναι βαθιά θρησκευόμενος χριστιανός—ψέγει τον Ντόκινς για το ότι δεν μπήκε στη διαδικασία να εμβαθύνει προς αυτές τις κατευθύνσεις ώστε να λάβει απαντήσεις σαν και αυτές που ο ίδιος καταθέτει συνοπτικά στο πόνημά του.
Στον πρόλογο της δεύτερης έκδοσης του βιβλίου του Η περί θεού Αυταπάτη (αγγλ. 2007, από την οποία έγινε και η ελληνική μετάφραση των εκδ. Κάτοπτρο), ο Ντόκινς περιέλαβε μια σειρά από ερωτήματα τα οποία ασκούν κριτική στον τρόπο με τον οποίο καταπιάνεται στο βιβλίο του με τα θέματα αυτά. Μία από αυτές τις κριτικές είναι παρόμοια με αυτή του Τσινικόπουλου: «Δεν μπορείς να ασκείς κριτική στη θρησκεία χωρίς μια λεπτομερή ανάλυση έγκριτων θεολογικών βιβλίων». Στην απάντηση του ο Ντόκινς σχολιάζει καυστικά ότι δεν εξέτασε κανένα θεολογικό βιβλίο που έχει ως προϋπόθεση την ύπαρξη του Θεού αλλά θέσεις μόνο εκείνων των θεολόγων «που παίρνουν στα σοβαρά την πιθανότητα να μην υπάρχει ο Θεός και επιχειρηματολογούν για το αντίθετο». Συνεπώς, η απόρριψη της ύπαρξης Θεού από μέρους του Ντόκινς, καθώς και των έργων θρησκευόμενων συγγραφέων καθιστά σαφές ότι οι ερευνητικές προϋποθέσεις και η επιχειρηματολογία του αποκλίνουν ριζικά από εκείνες του Τσινικόπουλου.
Τι σημαίνει αυτό για τον αναγνώστη; Η βιβλιογραφία του Ντόκινς ξεκίνησε αρχικά από τη βιολογία και κατέληξε στην ηθολογία. Στην πρόσφατη πορεία του Ντόκινς το κύριο μέλημά του έγινε η υποστήριξη ως απόλυτα φυσιολογικής μιας ζωής χωρίς την παρουσία Θεού και χωρίς την ανάγκη θρησκείας. Η επιχειρηματολογία του αποσκοπεί προς αυτή την κατεύθυνση, αν και με καθαρά επιστημονικούς όρους η συνεισφορά του δεν έχει κριθεί πάντοτε ως επιτυχής. Όσο για το βιβλίο του Δημήτρη Τσινικόπουλου, αυτό προϋποθέτει έναν σκεπτόμενο αναγνώστη ο οποίος όμως έχει κατασταλάξει στην πίστη στον Θεό και στην αποδοχή της Αγίας Γραφής ως βιβλίου εμπνευσμένου από τον Θεό. Ερειδόμενος σε αυτές τις προϋποθέσεις και όντας έμπειρος νομικός, ο συγγραφέας μέσω έκκλησης στη λογική και με αξιοποίηση των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων αποπειράται με ιδιαίτερη επιτυχία να ανταπαντήσει στις συγκεκριμένες θέσεις του Ντόκινς. Το βιβλίο είναι γραμμένο ώστε να διαβάζεται εύκολα και περιέχει επαρκή βιβλιογραφία ώστε ο μη ειδικός αναγνώστης να διασταυρώσει το αναφερόμενο υλικό ή και να επεκτείνει τον πληροφοριακό του ορίζοντα. Η καλή γνώση της Βίβλου, της σχετικής πατερικής γραμματείας καθώς και της τρέχουσας επιστημονικής πραγματικότητας στα εν λόγω ζητήματα επιτρέπουν στον συγγραφέα να καταπιαστεί αποτελεσματικά και ευσύνοπτα με τα σημαντικά αυτά θέματα.
Εν κατακλείδι, δεν μπορείς να πείσεις κάποιον που πιστεύει στην φυσική επιλογή για την εξέλιξη των ειδών και που συνειδητά απορρίπτει την ύπαρξη ενός προσωπικού Θεού ότι ο πρώτος άνθρωπος που δημιούργησε ο Θεός παράκουσε τον δημιουργό του, τιμωρήθηκε λόγω της αστοχίας του με θάνατο και ότι έπρεπε ένα άλλο πνευματικό ον να γίνει άνθρωπος για να σώσει τα ανεύθυνα παιδιά των πρωτόπλαστων. Απλά, δεν έχει νόημα αυτή η συζήτηση. Για να φτάσει κανείς στα επιμέρους ζητήματα (όπως η θεοπνευστία της Βίβλου, ο ρόλος της λυτρωτικής θυσίας του Χριστού, η ύπαρξη πνευματικών πλασμάτων, η παρέμβαση του Θεού στην ιστορία, κλπ) χρειάζεται να έχει λύσει τα πρωταρχικά: Υπάρχει Θεός; Αν ναι, είναι πνευματικό πρόσωπο που δύναται να επικοινωνήσει με τα νοήμονα δημιουργήματά του ή είναι μια απρόσωπη συμπαντική δύναμη, κάτι σαν τη «Φύση»; Για να προσεγγίσει αυτά τα καίριας σημασίας ζητήματα, ο καλόπιστος αναγνώστης μπορεί να προστρέξει στο βιβλίο Το στοίχημα του Πασκάλ: Δοκίμια κριτικής του νεο-αθεϊσμού και της θρησκευτικής νεωτερικότητας (εκδ. Εν πλω, 2015) όπου ο Τσινικόπουλος με τον γνώριμο ανεπιτήδευτο, μεστό και ορθολογικό λόγο του έχει ήδη εμπλουτίσει αυτή τη μακρά συζήτηση.
Παύλος Δ. Βασιλειάδης
auth.academia.edu/PVasileiadis