Η ζωή είναι μια αντίφαση —έμφαση στο εγώ και λησμοσύνη του εγώ—
…Τα προβλήματα παύουν μόνο όταν ξεχνιέται ο εαυτός όταν το «εγώ» δεν υπάρχει.
Κρίσνα Μούρτι
Η αγάπη, αυτό το «άθλημα της αυθυπέρβασης», η «τέλεια έκφραση της ανιδιοτέλειας», σύμφωνα με τους πιο επιτυχείς ορισμούς που δόθηκαν, είναι ένα ζήτημα σύγχρονο και πολύ παλιό, απλό και πολύπλοκο· είναι το θέμα γύρω από το οποίο περιστρέφεται ολόκληρη η ανθρώπινη ύπαρξη, η ζωή και οι πολιτισμοί. Παρουσιάστηκε και παρουσιάζεται με διάφορα είδη (στοργή, φιλία, έρωτας, αλτρουισμός) και σε διάφορες μορφές ή τύπους, ανάλογα με τις εποχές και τις κοινωνικές δομές.
Ακόμα, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι υπάρχει αγάπη ιδεατή, γλυκιά και υπομονετική, αγάπη επιθετική, κτητική, αγάπη υποτακτική, απελευθερωτική, σεξουαλική, μητρική κι άλλες μορφές αγάπης, ώστε μερικοί να φθάσουν να ομιλούν για αγάπες μάλλον, παρά για αγάπη, αναλογιζόμενοι την πολυπλευρικότητα της αγάπης.
Ωστόσο, αναγκαστικά μπαίνει το ερώτημα: είναι όλες αυτές και πολλές άλλες μορφές, γνήσιες μορφές αγάπης; Ή μήπως πρόκειται για παραφθορές και απομιμήσεις, για διαστροφές και παθολογικές καταστάσεις; Το θέμα είναι τεράστιο. Σ› αυτό έχουν να μας πουν πολλά η ανθρωπολογία, η ψυχανάλυση, η θρησκεία και οι τέχνες (ιδιαίτερα η λογοτεχνία και ο κινηματογράφος). Θα σταθώ εδώ σ› ένα σημείο που κέντρισε ιδιαίτερα την προσοχή μου: στον εγω(τ)ισμό της αγάπης ή καλύτερα, στον εγωισμό που υποκρύπτεται πίσω από αυτό που λέγεται ή εμφανίζεται ως αγάπη.
Δηλονότι, μπορεί κάποια εξωτερική έκφραση συναισθημάτων ή και του σώματος συνάμα να εκδηλώνεται ως αγάπη, αλλά στην πραγματικότητα να είναι μεταμφιεσμένος εγωισμός, ήγουν, αγάπη για τον εαυτό μας, για το πρόσωπό μας και όχι για τον άλλον· πράγμα που όταν συμβαίνει, αυτοαναιρεί την έννοια της αγάπης, η οποία προϋποθέτει πρόσωπο ή αντικείμενο έξω από τον εαυτό μας για να του εκδηλώσουμε την ανιδιοτέλεια, την αφοσίωση και τα ευγενικά μας αισθήματα, επιδιώκοντας την ολοκλήρωση, την ευτυχία του, όχι τη δική μας.
Ξεκινάω από τον έρωτα, το πιο απατηλό είδος αγάπης. Τι μπορεί να συμβαίνει στον έρωτα; Σε κάποια φάση της ζωής μας νομίζουμε, πιστεύουμε ότι αγαπούμε και μάλιστα τρελά ή παράφορα κάποιο άτομο του αντιθέτου φύλου. Οι εκδηλώσεις μας μπορεί να είναι απόλυτα ειλικρινείς και πειστικές τόσο ως προς τον άλλον όσο και ως προς τον εαυτό μας, αφού έχουμε αυτήν την ακλόνητη πεποίθηση. Πολλοί ερωτευμένοι πάνω στον παροξυσμό του έρωτα λέγουν ότι είναι αποφασισμένοι να κάνουν τη μεγαλύτερη θυσία για το ερώμενο πρόσωπο. Θυσία που μπορεί να περιλαμβάνει την τυχόν σφοδρή δυσαρέσκεια του οικογενειακού περιβάλλοντος, την απομάκρυνσή του απ’ αυτό, την απώλεια υλικών αγαθών ή τον αυτοπεριορισμό. Είναι γνωστό ότι μπορεί να φθάσει να δώσει και τη ζωή του κάποιος γι’ αυτόν που αγαπά ή που πιστεύει πως αγαπά ή και να εγκληματίσει για να διασώσει την αγάπη του.
Αν το καλοεξετάσουμε όμως το ζήτημα, θα διαπιστώσουμε ότι πέραν των όποιων στοιχείων που εκδηλώνονται προς τον τρίτο (πάθος, τρυφερότητα, αφοσίωση κ.λπ.) υπάρχει και υφέρπει ένας κρυπτόμενος ναρκισσισμός.
Μας αρέσει να είμαστε ερωτευμένοι, για να έχουμε την επιβεβαίωση ότι αξίζουμε την αγάπη των άλλων. Ο ναρκισσισμός είναι το συστατικό στοιχείο, το κλειδί μέσα στην ερωτική σχέση. Και δεν είναι λίγα τα άτομα εκείνα που αντί να αγαπούν, προτιμούν να νιώθουν ότι αγαπιούνται. Σύμφωνα με τον Φρόιντ και άλλους ψυχαναλυτές, η σεξουαλική επιθυμία μπορεί να επικεντρώνεται πάνω στο εγώ του προσώπου. Το πρόσωπο φαίνεται να επιστρέφει στο νηπιακό στάδιο, όπου δεν ψάχνει στον άλλον το αντικείμενο της αγάπης, αλλά απολαμβάνει ερωτικά το προσωπικό του εγώ. Έτσι το αντικείμενο της αγάπης έχει κάτι από το υποκείμενο της αγάπης. Πρόκειται με άλλα λόγια για έναν εγωισμό της αγάπης ο οποίος όμως στον έρωτα μπορεί να εκδηλωθεί και υπό άλλη μορφή. Προτάσσεται το ΕΓΩ με μεγάλα κεφαλαία γράμματα και ακολουθεί το Σε, με μικρά, και το αγαπώ με μικρότερα. Το υποκείμενο της αγάπης, θέλει να περάσει το μήνυμα στο αντικείμενό του, ότι αυτό αποφασίζει, αυτό είναι το δρων και κυρίαρχο πρόσωπο, αυτό κινεί τα νήματα της αγάπης και άρα το αντικείμενό της, προσφέρει λιγότερα, βρίσκεται στο περιθώριο· και έτσι οφείλει χάριτες στο υποκείμενο. Πρόκειται για εγωκεντρισμό, για εγωτισμό μεταμφιεσμένο σε αγάπη. Δεν πρόκειται για πραγματική αγάπη. Διότι αγάπη σημαίνει δίνω στον άλλο χωρίς προϋποθέσεις, τον βοηθώ να γίνει ο εαυτός του· και όχι τον χειραγωγώ για να παίρνω και να ικανοποιούμαι ναρκισσιστικά απ’ αυτόν. Έτσι το ΕΓΩ που προτάσσεται, γίνεται εμπόδιο ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο της αγάπης. «Θα νιώσουμε κατάπληξη με το ότι υμνήθηκε και θεοποιήθηκε τόσο πολύ και σ’ όλες τις εποχές αυτή η άγρια πλεονεξία και η αδικία της αγάπης των δύο φύλων· θα νιώσουμε κατάπληξη με το ότι αυτή ακριβώς η αγάπη έδωσε την έννοια της αγάπης ως αντίθετη, του εγωισμού, ενώ δεν είναι παρά η γνησιότερη έκφραση του εγωισμού» θα μας πει ο Νίτσε.
Πιο έντονα εμφανίζεται το ΕΓΩ στο σεξ. Δεν αναφέρομαι μόνο στο γνωστό θέμα ότι μπορεί ο ένας από τους δυο ή και οι δυο εραστές να λειτουργούν εγωιστικά, υπό την έννοια ότι ενδιαφέρονται πώς να πάρουν από τον σύντροφό τους ηδονή και όχι πώς να του προσδώσουν. Αναφέρομαι στο γεγονός, ότι στις περισσότερες σχέσεις, ο σεξουαλισμός χρησιμοποιείται ως μέσον διαφυγής από τον εαυτό μας, τις σκέψεις και τα προβλήματα, ως αυτο-λησμονιά και αυτο-ικανοποίηση, ένα άλλο είδος αυτο-ερωτισμού. Γίνεται έτσι το σεξ για τους εραστές μια πράξη με έμφαση στο εγώ που αντί να είναι πηγή ευχαρίστησης μετατρέπεται σε ένα άλλο αγχωτικό πρόβλημα στη ζωή τους.
Ακόμα και στη συγχώρεση για οποιοδήποτε λάθος ή παράπτωμα μεταξύ των ερωμένων προσώπων, πάλι μπορεί κάποιος να λειτουργήσει εγωιστικά αν υπερτονίσει τη συγχώρεση και λέγει: Εγώ σε συγχωρώ. Άρα εγώ είμαι το κεντρικό πρόσωπο, είμαι σημαντικός για σένα, όχι εσύ. Εν τέλει, ο έρωτας μπορεί να αποδειχθεί κι αλλιώς εγωκεντρικός, αφού οι ερωτευμένοι συνήθως δεν νιώθουν αγάπη για κανέναν άλλο παρά μόνο αναμεταξύ τους. «Η αγάπη τους μετατρέπεται σε εγωισμό εις διπλούν».
Ίσως κάποιος αντιτάξει στα παραπάνω ότι ο εγω(τ)ισμός της αγάπης εμφανίζεται στον έρωτα όπου συνυπάρχουν ετερόκλητα συναισθήματα: πόθος, πάθος, ζήλια, ένταση, ανεστραμμένο μίσος και άλλα. Νομίζω, όμως, ότι ο εγω(τ)ισμός της αγάπης εμφανίζεται και σε άλλες μορφές της αγάπης, όπως είναι η στοργή και η φιλία.
Η στοργή εκδηλώνεται κυρίως στη μητρική αγάπη η οποία θεωρείται ως η πιο ανιδιοτελής μορφή αγάπης. Η έννοια της αγάπης είναι κυρίως ιουδαιο-χριστιανικής προέλευσης. Σημειώνω εδώ ότι ο εβραϊκός όρος που εκδηλώνει την αγάπη γενικά είναι rachamin που η ρίζα του είναι rechem = μήτρα. Δηλαδή η ίδια η λέξη φαίνεται να έχει σχέση με τη μητρική αγάπη, το σύμβολο της ανώτερης μορφής και έκφρασης αγάπης.
Κι όμως! Ενώ η μητέρα είναι γνωστή για τις θυσίες και τις αυτοθυσίες της και τις κακουχίες στις οποίες μπορεί να υποβληθεί χάριν του παιδιού της, είναι δυνατόν να μην το αγαπά πραγματικά, αλλά να λειτουργεί εγωιστικά χάριν του εαυτού της, αφού στη μητρική σχέση υπάρχει από τη φύση της μια σχέση ανισότητας μητέρας - παιδιού.
Η ίδια η μητρότητα είναι μια δημιουργική πράξη. Με τον τοκετό η γυναίκα-μητέρα βλέπει ότι έχει αναπαράξει ένα δημιούργημα, ένα έργο που βγήκε από τα σπλάχνα της. Η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ μητέρας και του νηπίου είναι οιονεί ερωτική. Το νήπιο νιώθει ένα με τη μητέρα του. Το εγώ του βρίσκεται σε υποτυπώδη μορφή. Η αίσθηση της μοναξιάς του ξεπερνιέται με τη σωματική παρουσία της μητέρας, απ› την οποία απομακρύνεται όσο μεγαλώνει. Τι συμβαίνει όμως με τη μητέρα; Πολλές φορές το παιδί μονοπωλεί το απόλυτο ενδιαφέρον της. Οι άλλοι παραμερίζονται ακόμα και ο σύζυγος. Γίνεται παιδοκεντρική. Αγαπά το παιδί ναρκισσιστικά, παθολογικά, όχι χάριν του παιδιού, αλλά για τον εαυτό της, χάριν του εαυτού της, ικανοποιώντας το εγώ της. Αυτό συμβαίνει γιατί σύμφωνα με την ψυχαναλύτρια Φρανσουάζ Ντόλτο οι γυναίκες «έχουν επιπλέον ανάγκη από ένα ζωντανό ανθρώπινο ον που να το αγαπάνε, για να έχουν λόγο να υπάρχουν».
Η υπερπροστατευτική μητέρα είναι μια μορφή πολύ γνωστή, ιδιαίτερα στην εποχή μας, που αποκαλύπτει ακριβώς αυτήν την πραγματικότητα: ότι πολλές μητέρες είναι ανίκανες να αγαπήσουν αληθινά το παιδί τους. Λειτουργούν καταπιεστικά και άρα καταστρεπτικά γι› αυτό, γιατί δεν είναι προετοιμασμένες και αποφασισμένες για τον μελλοντικό αποχωρισμό. Φοβούνται μην τυχόν πάθει κάτι το παιδί, όχι γιατί θα υποφέρει το παιδί αλλά για να μην υποφέρουν οι ίδιες. Ο εγωισμός της αγάπης βρίσκεται κι εδώ καλά κρυμμένος… καμουφλαρισμένος, ίσως, πίσω από τη μητρική αυτοπροσφορά.
Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τον εγω(τ)ισμό που μπορεί να ενυπάρχει στη φιλία, μια άλλη γνήσια μορφή αγάπης. Αν η φιλία είναι αληθινή, είναι ένας τρόπος να ξεπεράσουμε την υπαρξιακή αγωνία της μοναξιάς, αφού ο αληθινός φίλος, πράγματι, είναι ένας άλλος «εαυτός». Προτιμώ όμως να επικεντρώσω τη προσοχή του αναγνώστη σε μια παρεξηγημένη μορφή αγάπης: στην αγάπη προς τον εαυτό μας. Το ευαγγελικό ρητό λέει «να αγαπάμε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας». Δηλαδή, προϋποθέτει να αγαπάμε τον εαυτό μας ως μέτρο σύγκρισης αγάπης του πλησίον.
Η αγάπη όμως του εαυτού μας δεν είναι φιλαυτία; Δεν είναι εγωισμός; Νομίζω πως όχι. Γιατί η αγάπη είναι η αναγνώριση του εαυτού μας μέσα από τον άλλο. Είναι η ικανότητα μεταβολής του εαυτού μας και των σχέσεών μας με τους άλλους. Έτσι, ενώ κάποιος θα μιλούσε για την αγάπη στον εαυτό μας ως φοβερή αμαρτία, όπως κάνει ο Καλβίνος, στην πραγματικότητα, το κρίσιμο ερώτημα είναι: είναι ο εγωισμός του ανθρώπου ταυτόσημος με την αγάπη στον εαυτό του, ή μήπως προκαλείται ακριβώς από την έλλειψη αγάπης για τον εαυτό του; Είναι φανερό ότι άλλο είναι εγωιστική φιλαυτία που ξεκινάει από την έλλειψη αγάπης και κατανόηση της αγάπης, και άλλο αγάπη στον εαυτό μας. Αν κάποιος είναι ικανός να αγαπά δημιουργικά, αγαπά και τον εαυτό του, σε αντίθεση με τον εγωιστή που είναι ανίκανος να αγαπήσει και τους άλλους και τον εαυτό του. Ζώντας στον Παράδεισο του εγωισμού του είναι ένας ιδιοτελής που μισεί τον εαυτό του. Εδώ μπαίνω στον πειρασμό να δώσω τον λόγο στον Έριχ Φρομ, ο οποίος ορθοτομεί το θέμα θαυμάσια: Αγάπα τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου!», σημαίνει ότι ο σεβασμός προς τη δική μου ακεραιότητα και μοναδικότητα, η αγάπη και η κατανόηση για τον εαυτό μου δεν μπορεί να χωριστεί από τον σεβασμό, την αγάπη και την κατανόηση για ένα άλλο άτομο. Η αγάπη για τον εαυτό μου είναι αξεχώριστα συνυφασμένη με την αγάπη για οποιαδήποτε άλλη ύπαρξη».
Φθάνει κανείς λοιπόν στο εξής παράδοξο. Αυτές που θεωρούμε ως γνήσιες μορφές αγάπης (φιλία, στοργή, έρωτα) υποκρύπτουν πολύ περισσότερο εγωισμό από την αγάπη προς τον εαυτό μας, όταν αυτή είναι πραγματική αγάπη κι όχι εγωισμός ή φιλαυτία ή εγωπάθεια. Σε κάθε μορφή ή είδος αγάπης, όμως, μπορεί να υποκρύπτεται κι ένας λανθάνων εγωισμός. Μόνον όταν φθάσουμε να αγαπάμε χωρίς περίπτωση ανταπόδοσης, όταν αγαπάμε τον άνθρωπο ως άνθρωπο, όταν δείξουμε ειλικρινές ενδιαφέρον για τη ζωή αυτού που αγαπούμε, ίσως τότε μπορέσουμε να απαλλαγούμε από τον εγωκεντρισμό, από τον εγω(τ)ισμό της αγάπης που εμφωλεύει παντού.