Δεν ζητάω απ’ το Θεό ούτε τη δύναμη να κάνω το καλό· γιατί να του ζητήσω κάτι που μου το έχει δώσει κιόλας… Μήπως δε μου έδωσε τη συνείδηση για ν’ αγαπώ το αγαθό, το λογικό για να το γνωρίζω, τη λευτεριά για να το διαλέγω; Ζητώντας του να αλλάξει τη βούλησή μου, είναι σα να του ζητώ αυτό που μου ζητάει κι Εκείνος, είναι σα να του ζητάω να κάνει Εκείνος τη δουλειά μου για να πληρωθώ εγώ.
ΖΑΝ – ΖΑΚ ΡΟΥΣΩ
Ένα από τα πιο συχνά προβαλλόμενα ερωτήματα σχετικά με τη θεία παντοδυναμία, είναι και το ερώτημα: Γιατί ο Θεός, αφού είναι και θεωρείται εξ ορισμού Παντοδύναμος και Αγαθός, δεν επεμβαίνει θαυματουργικά στη διάνοια και στη βούληση του κακού ανθρώπου, ώστε να αποτρέψει προληπτικά το κακό που θα επιτελέσει;
Γιατί π.χ., δεν άλλαξε τα μυαλά του Χίτλερ, του Μουσολίνι ή του Στάλιν – για να αναφέρουμε μόνο αυτούς τους τρεις – και άφησε να αιματοκυλήσουν την ανθρωπότητα;
Άλλοι ερωτούν: Γιατί, αφού σύμφωνα με τη Βίβλο, ο Θεός είναι Παντογνώστης και Παντοδύναμος, δεν απέτρεψε τους πρωτόπλαστους από το να αμαρτήσουν με αποτέλεσμα να υποφέρει όλη η ανθρωπότητα εξ’ αιτίας τους; (πρβλ. Ρωμ. 5:12) Το ερώτημα με απασχόλησε κι εμένα. Κι αφού το διερεύνησα επαρκώς, καταθέτω εδώ μερικές σκέψεις που, νομίζω, ότι, βοηθούν αρκετά στην προσέγγιση και στην απάντησή του.
Ήδη, στο δοκίμιό μου με τίτλο: «5+1 πράγματα που ο Θεός δεν δύναται» (www.tsinikopoulos.org) εξήγησα ότι, η έννοια της Παντοδυναμίας του Θεού δεν θα πρέπει να εννοηθεί ως απόλυτη, αλλά ως σχετική, διότι προσδιορίζεται και περιορίζεται από ορισμένους παράγοντες που αναφέρω εκεί, οντολογικούς και ιδίως, ηθικούς.
Εδώ, το ερώτημα, τίθεται πρώτα απ’ όλα σε σχέση με τον άνθρωπο και την ελευθερία του. Και δεύτερον, σε σχέση με ορισμένα βιβλικά χωρία, όπου φαίνεται ότι ο Θεός ευθύνεται για την πορεία ή συμπεριφορά ενός ανθρώπου. Π.χ., διαβάζουμε ότι «ο Θεός εσκλήρυνε την καρδιά του Φαραώ» να μην αφήσει τους Εβραίους ελεύθερους από την Αιγυπτιακή δουλεία (Έξοδ. 7:3-6). Το ερώτημα που ανακύπτει είναι: «Τι ευθυνόταν ο Φαραώ, αφού ο Θεός σκλήρυνε την καρδιά του;» Μήπως, εδώ, έχουμε να κάνουμε με έναν δόλιο και αντιφατικό Θεό;
Απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται μέσα από την προσεχτική μελέτη του ίδιου του βιβλικού κειμένου. Κατ’ αρχάς, μέσα στο βιβλίο της Εξόδου αναφέρεται 10 φορές ότι «ο Θεός εσκλήρυνε την καρδιά του Φαραώ», αλλά και άλλες τόσες ότι, «ο Φαραώ εσκλήρυνε την καρδιά του», ή στην παθητική φωνή, «εσκληρύνθη η καρδιά του Φαραώ» (Έξοδ. 8:15). Αυτό σημαίνει ότι, η έκφραση «Θα σκληρύνω την καρδιά του Φαραώ» και, ο «Φαραώ σκλήρυνε την καρδιά του» είναι ταυτόσημες. Γι’ αυτό και ορισμένες μεταφράσεις αποδίδουν το εβραϊκό κείμενο ως «ο Θεός άφησε την καρδιά του Φαραώ να σκληρυνθεί».
Οι ειδικοί στην εβραϊκή γλώσσα όπως Μ.Μ. Κάλις, Χ.Φ.Γ. Γκεσένιος, Μπ. Ντέιβις, Ι. Ρόδερχαμ κ.άλλ., συμφωνούν με μια παρόμοια απόδοση: «ο Θεός έδωσε την ευκαιρία να βγάλει ο Φαραώ όλη την πονηρία του». Όπως σωστά παρατηρεί ο ψυχαναλυτής Έριχ Φρομ ο οποίος εμβάθυνε στο θέμα:
«Αυτό που τονίζει εδώ το βιβλικό κείμενο είναι ένας από τους πιο θεμελιακούς νόμους της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Κάθε κακή πράξη τείνει να σκληρύνει την καρδιά του ανθρώπου, δηλαδή, να την απονεκρώσει. Κάθε καλή πράξη τείνει να την κάνει πιο μαλακιά, να την κάνει πιο ζωντανή. Όσο περισσότερο σκληραίνει η καρδιά του ανθρώπου, τόσο λιγότερη ελευθερία διαθέτει για να αλλάξει, τόσο περισσότερο έχει πια διαμορφωθεί από την προηγούμενη δράση του. Αλλά η κατάσταση φτάνει σ’ ένα σημείο χωρίς επιστροφή, όπου η καρδιά του ανθρώπου έχει γίνει τόσο σκληρή και τόσο απονεκρωμένη, ώστε ο άνθρωπος πια έχει χάσει τη δυνατότητα ελευθερίας, οπότε είναι υποχρεωμένος να προχωρεί συνέχεια προς τα μπρος ως το αναπόφευκτο τέλος, που είναι, σε τελευταία ανάλυση, η φυσική ή η πνευματική καταστροφή του».
Ο Έριχ Φρομ, σε υποσημείωση του βιβλίου του «Ως Θεοί έσεσθε» (σ.112), παρουσιάζει και άλλες απόψεις Εβραίων σχολιαστών όπως του Αβραάμ Ιμπν Έζρα (11ος αι. μ.Χ.), του Ρασί, αλλά και του Ναχμάν ή Ναχμανίδη, που ουσιαστικά ταυτίζεται με την δική του, ενώ σε ένα άλλο σπουδαίο έργο του με τίτλο «Η καρδιά του ανθρώπου», εξετάζει και ορθοτομεί το πρόβλημα της ανθρώπινης ελευθερίας.
Ο Φρομ, στη συνέχεια, αναφέρεται και σε ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο: Το ότι ο Θεός δια του Μωυσή και του Ααρών θαυματουργεί ενώπιον του Φαραώ, επιφέροντας εναντίον του πληγές, αλλά ο Φαραώ δεν πείθεται κατ’ αρχάς, ακολουθώντας τις συμβουλές των μάγων κι επαοιδών που μιμούνται τα θαύματα του Μωυσή, μέχρι που στην πληγή των σκνιπών αυτοί παραδέχονται ότι «Δάχτυλος Θεού είναι τούτο». Αλλά ο Φαραώ συνεχίζει την ίδια τακτική μέχρι που με την τελευταία πληγή, το θάνατο των πρωτοτόκων, κάμπτεται και λέγει στους Εβραίους: «Φύγετε από το λαό μου… κι ευλογήσατε κι εμέ» (Έξοδ. 12:31-32), για να το μετανιώσει λίγο αργότερα, να τους καταδιώξει μαζί με το στρατό του και τις 600 άμαξές του και να καταποντιστεί τελικά, στα νερά της Ερυθράς Θάλασσας (Έξοδ. 14:5-12).
Το ερώτημα που τίθεται, τώρα, εν όψει της γνωστής μεταγενέστερης πορείας αποστασίας του λαού Ισραήλ στην έρημο με τη λατρεία του χρυσού μόσχου, του λαού που είδε «σημεία και τέρατα» με τα μάτια του ως και τον ίδιο τον Φαραώ με το στράτευμά του να καταποντίζεται, είναι: άλλαξαν άραγε, με τα θαύματα αυτά, πίστεψαν πραγματικά και οριστικά, ή εξακολουθούσαν να απιστούν και να λοξοδρομούν στην ειδωλολατρία; Η απάντηση είναι αρνητική. Δεν άλλαξαν σε τίποτα.
Βλέπουμε ότι, τα θαύματα αυτά, οι θαυματουργικές επεμβάσεις του Θεού δεν άλλαξαν την καρδιά των Εβραίων, και, φυσικά, δεν απέβλεπαν στο να αλλάξουν «την καρδιά», τη νοοτροπία και τη φύση τους, αν δεν το ήθελαν οι ίδιοι να αλλάξουν. Αναφέρεται ότι: «Εφοβήθη ο λαός τον Κύριον και επίστευσεν εις τον Κύριον και εις τον Μωυσή τον θεράποντα αυτού» (Έξοδ. 14:31).
Ουσιαστικά, λοιπόν, επειδή τον φοβήθηκαν πίστεψαν, όπως και ο Φαραώ ακριβώς είχε φοβηθεί τον Θεό, όταν είδε ότι καταστρεφόταν αυτός κι ο λαός του, και δεν πίστεψαν απλά, δείχνοντας υποταγή στο θείο θέλημά του και στους νόμους του. Ακόμα κι ο θάνατος του Μωυσή αργότερα έξω από τη γη της επαγγελίας, επέρχεται ως ποινή, διότι «ηπειθήσατε εις Εμέ και δεν με ηγιάσατε» δηλ., γιατί ο προφήτης, κάνει επίκεντρο τον εαυτό του, και άρα, δεν ήταν κατάλληλος ηγέτης για την ελευθερία, αλλά μόνο προς την ελευθερία – παρατηρεί ο Έριχ Φρομ, νομίζω, ορθά.
Οι Ισραηλίτες παρά τα θαύματα που είδαν κατά την πορεία τους μέσα στην έρημο, παρά τη νομοθεσία, παρά τη θεία διατροφή με μάννα και ορτύκια κ.λπ., δεν έπαυσαν να απιστούν και να στασιάζουν, πράγμα που αποκαλύπτει ότι η ανθρώπινη φύση δεν αλλάζει με τις θείες αποκαλύψεις, παρεμβάσεις ή επεμβάσεις, και ο Θεός δεν θέλει να εξαναγκάσει κάποιον να τον πιστέψει και να συμμορφωθεί, παρά τις όποιες επεμβάσεις του, αλλά μόνος του να μεταμορφωθεί. Το ίδιο συνέβη και στην εποχή του Ιησού Χριστού. Τα θαύματά του, υποβοήθησαν τους ειλικρινείς ανθρώπους να τον αναγνωρίσουν ως τον υποσχεμένο μεσσία, αλλά δεν έπεισαν τους γραμματείς και τους φαρισαίους, που τα απέδιδαν στον Βεελζεβούλ, και ήταν τέτοια η πώρωσή τους, ώστε ήθελαν να σκοτώσουν μετά την ανάσταση του Λαζάρου, και τον Ιησού και τον Λάζαρο (Ιωάν. 11:45-53, 12:10,11).
Ερχόμενοι τώρα στο αρχικό ερώτημα: Γιατί ο Θεός δεν απέτρεψε τον Αδάμ και την Εύα από το να αμαρτήσουν, να οδηγηθούν στη λεγόμενη πτώση ή επανάσταση εναντίον του, η απάντηση είναι απλή: Αν ήθελε ο Θεός, ασφαλώς και θα μπορούσε να επέμβει στη διάνοια και στην καρδιά τους και να αλλάξει τη βούλησή τους, όπως θα μπορούσε να αλλάξει και την καρδιά του Φαραώ και να μην επιτρέψει να σκληρυνθεί. Με την ίδια λογική, θα μπορούσε να επέμβει στη βούληση του λαού Ισραήλ και να μην τον επιτρέψει να προχωρήσει στην κατασκευή και λατρεία του χρυσού μόσχου, και χίλια δυο άλλα…
Γιατί δεν το έκανε; Γιατί αφήνει το κακό να αναδεικνύει την καταστροφική του μανία, και δεν αλλάζει το μυαλό των παρανοϊκών κακοποιών;
Η απάντηση φαίνεται να είναι μία και μοναδική.
Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε ‘κατ’ εικόνα Θεού’, να είναι ον λογικό, δημιουργήθηκε να είναι αυτεξούσιος, ελεύθερος στις επιλογές του. Ο Θεός σέβεται το δώρο της ελευθερίας που του χάρισε, και δεν επεμβαίνει σ’ αυτήν. Δεν αλλάζει την καρδιά του ανθρώπου, όσο διεφθαρμένη κι αν είναι. Επιθυμεί μόνος του ο άνθρωπος να αλλάξει. Και γι’ αυτό δίνει νόμους, οδηγίες, εντολές, συμβουλές (Ησ. 48:17). Ο Θεός δίνει αξία στο ανθρώπινο πρόσωπο, που είναι όμως υπεύθυνο για τις πράξεις του. Εδώ το λεπτό σημείο:
Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να διαλέξει το δρόμο που θέλει ο ίδιος να ακολουθήσει, αλλά είναι υποχρεωμένος να αποδεχθεί και τις συνέπειες της επιλογής του. Ο Θεός ζητεί την ανθρώπινη δεκτικότητα, τη συνεργασία του ανθρώπου μαζί του, δεν θέλει να τον εξαναγκάσει με δυναμική επέμβαση, ούτε να τον καταστήσει άβουλο ρομπότ, τηλεκατευθυνόμενο. Η ανθρώπινη δεκτικότητα, ήταν απαραίτητη και στην περίπτωση της ενανθρώπισης του Ιησού, και η μητέρα του, η Μαρία, δέχθηκε να υπηρετήσει τη θεία βουλή, λέγοντας: «Ιδού η δούλη του Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».
Βεβαίως, ο Θεός, για να υποβοηθήσει τον άνθρωπο στο να κάνει τις σωστές επιλογές, δεν τον αφήνει έρμαιο στις τυχόν άσοφες ενέργειές του, και στις σατανοκίνητες δυνάμεις. Αυτο-αποκαλύπτεται, μέσω των θεοκεντρικών τύπων, των προφητών του, αρχής γενομένης από τον Αβραάμ, τον Μωυσή κι άλλους. Αυτοί ονομάζονται ή θεωρούνται ‘φίλοι Θεού’, αφού ελεύθερα συνεργάζονται στο σχέδιο της σωτηρίας του Θεού, παρά τις όποιες ατέλειές τους. Οι προφήτες του Ισραήλ ενεργούσαν ως εκπρόσωποι του Θεού, ως φωνή του, και είχαν τετραπλή αποστολή: α) Να κάνουν τον άνθρωπο να θέσει πίστη στον Θεό, που αποκαλύπτεται. β) Να δείξουν ότι ο άνθρωπος έχει εναλλακτικές λύσεις, αλλά αυτός ο ίδιος αποφασίζει. γ) Να διαφωνούν όταν ο άνθρωπος ακολουθεί λαθεμένο δρόμο. γ) Δεν σκέφτονται την ατομική σωτηρία, αλλά τη σωτηρία του συνόλου. Έτσι, έχουμε το παράδειγμα του Ιωνά που κηρύττει ότι θα επέλθει καταστροφή στη Νινευή, αν δεν μετανοήσουν. Οι Νινευίτες μετα-νοούν. Και ο Θεός, συγχωρώντας τους, αποτρέπει την επαπειλούμενη καταστροφή τους.
Ήδη, ο Εβραίος σοφός Μαϊμονίδης (1138-1204) στο βιβλίο του «Οδηγός για Αμφιβάλλοντες» παρατήρησε ότι, ο Θεός αυτόβουλα δεν αλλάζει τη φύση του ανθρώπου.
«Μολονότι σε καθένα από τα σημεία (που αναφέρονται στη Γραφή) μεταβάλλεται η φυσική ιδιότητα κάποιου ατομικού όντος, η φύση του ανθρώπου ποτέ δε μεταβάλλεται από το Θεό με κάποιο θαύμα. Και σύμφωνα με αυτή τη σπουδαιότατη αρχή, ο Θεός είπε: «Να υπάρχει μια τέτοια καρδιά μέσα τους που να με φοβούνται» (Δευτ. 26). Επίσης γι’ αυτό το λόγο εδήλωσε ξεκάθαρα τις εντολές και τις απαγορεύσεις, τις ανταμοιβές και τις τιμωρίες. Την αρχή αυτή σχετικά με τα θαύματα την εξηγήσαμε συχνά στα έργα μας. Αυτό δεν το λέω επειδή πιστεύω πως είναι δύσκολο για το θεό να αλλάξει τη φύση κάθε ατομικού προσώπου. Απεναντίας, είναι δυνατό, και είναι στην εξουσία Του, σύμφωνα με τις αρχές που διδάσκουν οι Γραφές. Ποτέ όμως δεν ήταν επιθυμία Του να κάνει κάτι τέτοιο, και μια τέτοια επιθυμία ποτέ δε θα την έχει. Αν αποτελούσε επιθυμία Του να αλλάξει (κατά τη βούλησή του) τη φύση κάποιου ατόμου, η αποστολή των προφητών και η χορήγηση των νόμων θα ήταν ολότελα περιττές».
Στο ερώτημα λοιπόν, αν ο Θεός μπορούσε να παρέμβει στη βούληση δικτατόρων που αιματοκύλησαν την ανθρωπότητα, η απάντηση είναι ότι ασφαλώς μπορούσε (και μπορεί), αλλά δεν ήθελε, γιατί δεν ήθελαν αυτοί να συμμορφωθούν με τον έμφυτο ηθικό του νόμο που είναι εγγεγραμμένος στην καρδιά μας (Ρωμ. 2: 14). Επιθυμούσε οι ίδιοι αυτοβούλως να υποταχθούν στο νόμο του και στις εντολές του.
Ας μην ξεχνάμε ότι, οι δικτάτορες, ιδιαίτερα στα νεότερα χρόνια, δεν έγιναν μόνοι τους, αλλά τους εξέθρεψαν τα πλήθη, που ήθελαν ανάλογους ηγέτες για να ικανοποιήσουν τον σωβινισμό τους: «Η Γερμανία υπεράνω όλων!». Ο Χίτλερ δεν θα γινόταν Χίτλερ, αν δεν του έδιναν τη δύναμη και τη δυνατότητα αυτοί που τον ψήφισαν, κι αργότερα τον υποστήριξαν και συστρατεύθηκαν μαζί του (βλ. άρθρο του Κώστα Ζώρα, Καθηγητή Πολιτικής Κοινωνιολογίας, «Πολιτική πλάνη προς αποφυγή», Εφημ. Συντ. 9/2/2017. Επίσης, Αν Απλμπαουμ, «Σιδηρούν παραπέτασμα – Συνθλίβοντας την Ανατολική Ευρώπη», εκδ. Αλεξάνδρεια 2016, και Richard Wikart, “From Darwin to Hitler”).
Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για τον Μουσολίνι, τον Στάλιν και άλλους αιμοσταγείς ηγέτες. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο γνωστός ηγέτης των μαύρων των Η.Π.Α., ορθά έλεγε ότι «κανείς δεν μπορεί να ανεβεί στην πλάτη σου, αν εσύ προηγουμένως δεν σκύψεις για ν’ ανέβει». Η ευθύνη είναι γενικότερη, και δεν μπορεί να επικεντρωθεί σ’ ένα μόνο άτομο, ώστε να πούμε ότι ο Θεός θα μπορούσε επεμβαίνοντας στην βούληση ολίγων να αποτρέψει το κακό (Για περισσότερα βλ. Δ. Τσινικόπουλος, «Το Μυστήριο του Κακού», 2014).
Μπορεί να φαίνεται σ’ ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις ότι ο Θεός επεμβαίνει στη βούληση των ανθρώπων, όπως στην περίπτωση π.χ. του Ναβουχοδονόσορ, που τον χρησιμοποιεί ως όργανό του για την τιμωρία της άπιστης Ιερουσαλήμ και των γειτονικών ειδωλολατρικών εθνών, κι αργότερα να τον τιμωρεί, λόγω της μεγαλαυχίας και υπερηφάνειας του με προσωρινή λυκανθρωπία (Δαν. κεφ. 4), αλλά αυτό, σε τελευταία ανάλυση, δεν έχει να κάνει με υποχρεωτικό εξαναγκασμό σε πίστη στον ίδιο το Θεό. Ήταν μια προσωρινή θεία παρέμβαση για έναν ειδικό σκοπό. Ο Ναβουχοδονόσορ τελικά, πέθανε ως ειδωλολάτρης.
Το ίδιο συνέβη και με τον Κύρο, το βασιλιά της Περσίας. Χρησιμοποιήθηκε εν αγνοία του από τον Θεό, για να καταλάβει την απόρθητη Βαβυλώνα εν μία νυκτί, αλλά ο ίδιος, παρόλο που αναγνώρισε τη θεία δύναμη και κυριαρχία (πρβλ. Έσδρα 1:1-4), πέθανε ως ειδωλολάτρης. Οι μικρές διορθωτικές αυτές παρεμβάσεις του Θεού στο παρελθόν, ήταν σύμφωνες με τον απώτερο σκοπό του προστασίας ατόμων, ή ομάδων πιστών, μέχρι την έλευση του Μεσσία. Μετέπειτα, αφού επιτελέστηκε το λυτρωτικό έργο του Χριστού και ιδρύθηκε η εκκλησία, αραιώνουν και παύουν οριστικά, σύμφωνα με τους σκοπούς και το θέλημά Του, θέμα που δεν μπορεί να αναπτυχθεί εδώ (Για περισσότερα βλ. «Η δυνατότητα και η σκοπιμότητα του θαύματος» και, «Θεία πρόγνωση και ανθρώπινη ελευθερία», στο www.tsinikopoulos.org).
Στην περίπτωση προδοσίας του Ιούδα, ενώ προφητεύθηκε ότι κάποιος θα πρόδιδε τον Χριστό, δεν καθορίστηκε, ούτε επιλέχθηκε κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο. Ο Ιούδας έγινε προδότης αφ’ εαυτού του, κάνοντας κακή χρήση του αυτεξουσίου, της ελευθερίας του. Ο Θεός στην περίπτωση του Ιούδα, δεν εβίασε την ελευθερία του, δεν θέλησε να του ‘αλλάξει τα μυαλά’ και την καρδιά. Όπως ορθά παρατήρησε ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος «Ο Κύριος ίσχυσεν επίστασθαι τον μαθητήν, αλλ’ ουκ εβούλετο ανάγκη ποιήσαι καλόν, ουδέ βία ελκύσαι προς εαυτόν». Δηλαδή, είχε την δύναμη να αποτρέψει τον μαθητή από το έγκλημα της προδοσίας και να τον σύρει κοντά του, αλλά δεν ήθελε να το κάνει δια της βίας. (P.G. 49, 375).
Ο Θεός σεβόμενος την (κακή) επιλογή του, τον άφησε να ενεργήσει όπως αυτός ήθελε, παρόλο που εκλέχτηκε μέσα στους 12, και είχε τη δύναμη να επιτελεί όπως και οι άλλοι και θαύματα! (βλ. Ματθ. 10:1,8, Μαρκ. 3:16). Δεν απέτρεψε τον προδότη από τις οδυνηρές συνέπειες των πράξεών του, τόσο για τον Ιησού Χριστό όσο και για τον ίδιο. Απλά προέβλεψε τι θα γινόταν: «Ουδέ γαρ πρόγνωσις της πονηρίας αιτία… Ου γαρ εστίν αναγκαστική των μελλόντων έσεσθαι, αλλά προγνωστική μόνον. Ουκ επειδή προείπεν ο Χριστός, δια τούτο εγένετο προδότης· αλλά επειδή προδότης έμελλε γενέσθαι, δια τούτο προείπεν ο Χριστός» (Ιωάννου Χρυσοστόμου, P.G. 56, 171).
Το ότι οι θαυματουργικές επεμβάσεις δεν αλλάζουν την ανθρώπινη φύση, αν δεν το θελήσει η ίδια η ανθρώπινη φύση να αλλάξει υποτασσόμενη στους θείους νόμους, το απεκάλυψε και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός στην παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου.
«Ενώ ο πλούσιος παρακαλεί τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο για να κηρύξει μετάνοια στους πέντε αδελφούς του εδώ στη γη, ο Αβραάμ απαντά ότι έχουν το Νόμο και τους προφήτες. Αν δεν θέλουν να τους ακούσουν, ούτε κι ένας από τους νεκρούς αν εγερθεί δεν θα τον πιστέψουν»! (Λουκ. 16:27-31).
Εν κατακλείδι, βλέπουμε ότι, η θεία παντοδυναμία εν μέρει «περιορίζεται» από την ανθρώπινη απιστία και ανυπακοή. Ο Ιησούς, δεν ηδύνατο να κάνει θαύματα στη Ναζαρέτ, εξ’ αιτίας της απιστίας των κατοίκων της (Μαρκ. 6:3-6). Ούτε το θαύμα μπορεί να αλλάξει την καρδιά του ανθρώπου, αν δεν το θέλει ο ίδιος, να πιστέψει και να αλλάξει. Ο άνθρωπος είναι «καταδικασμένος να είναι ελεύθερος» για να θυμηθούμε εδώ τον Ζαν Πολ Σαρτρ. Αλλά και να είναι υπεύθυνος των επιλογών και τον πράξεών του. Ο άνθρωπος χρειάζεται να συμμορφωθεί με το θείο θέλημα για να μην υποφέρει αλλά να ευημερεί: Διαβάζουμε τι ειπώθηκε στον διάδοχο του Μωυσή, τον Ιησού του Ναυή (1:8) «Μην πάψεις να επαναλαμβάνεις τις εντολές του βιβλίου του νόμου και να το μελετάς μέρα και νύχτα για να εφαρμόζεις πιστά όλα όσα είναι γραμμένα σ’ αυτό. Τότε θα έχεις επιτυχία στα έργα σου και θα ευημερείς».
Τελειώνω με μερικές δόκιμες σκέψεις του Νίκου Καζαντζάκη σχετικά με το ζήτημα της Παντοδυναμίας του Θεού.
«Όχι, δεν είσαι παντοδύναμος Κύριε, γιατί είσαι δίκαιος. Δεν μπορείς εσύ να κάνεις το άδικο, μήτε το άτιμο, μήτε το παράλογο».
Ναι, ο Θεός είναι παντοδύναμος αλλά δεν μπορεί να σώσει τον άνθρωπο χωρίς τον άνθρωπο. Πρέπει να το θελήσει κι ο ίδιος ο άνθρωπος. Να υποταχθεί στο θέλημά του. Και να πει όπως και ο Ιησούς: «ουχί το εμόν αλλά το σον ας γίνει».