«Οι πνευματικοί πατέρες του Νίκου Καζαντζάκη»
Βιβλιοπαρουσίαση του ομώνυμου έργου του κ. Δημήτρη Τσινικόπουλου.
Πολιτιστικό ίδρυμα «Υδρία» Θεσσαλονίκη 29/1/2020
Σ έναν κόσμο που ολοένα αλλάζει πρόσωπο υπάρχουν φωτεινές πυξίδες που εξακολουθούν να ακτινοβολούν στην ρευστότητα του χρόνου. Τέτοια φωτεινή πυξίδα και το πληθωρικό, πολύτροπο και φαντασμαγορικό έργο του Ν. Καζαντζάκη που εξακολουθεί μισό και πλέον αιώνα από τον θάνατό του, να εμπνέει το παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό και να παρουσιάζεται ως ιδιαίτερα ελκυστικό πεδίο, για κάθε ερευνητή της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.
Σε μια εποχή, γενικευμένης κατάρρευσης όπως η δική μας, όπου ο άνθρωπος αμήχανος απέναντι στο αύριο ενός τεχνολογικού κόσμου χωρίς νόημα,χωρίς ηθική και δίχως σύνορα αισθάνεται ολoένα βαθύτερα την ανάγκη να επαναδιατυπώσει φιλοσοφικά ερωτήματα που απασχόλησαν την ανθρώπινη φύση και εξακολουθούν να ζητούν απαντήσεις, ο Καζαντζάκης αναδεικνύεται ο πλέον επίκαιρος διανοητής του καιρού μας, αφού το κήρυγμα ζωής του ασυμβίβαστου διανοητή φαίνεται πως δεν έχει χάσει τίποτε από την αυθεντικότητά του : «Χρέος έχουμε πέρα από τις ατομικές έγνοιες, πέρα από τις βολικές μας συνήθειες, πιο πάνω από τον εαυτό μας,να θέσουμε ένα σκοπό,κι αυτόν,μέρα και νύχτα, αψηφώντας τα γέλια,την πείνα ή το θάνατο,να μοχτούμε να τον φτάσουμε Όχι να τον φτάσουμε∙ μια περήφανη ψυχή, ευτύς ως φτάσει στο σκοπό της,τον μετατοπίζει ακόμα πιο πέρα∙ όχι να τον φτάσουμε,παρά να μη σταματήσουμε ποτέ τον ανήφορο. Έτσι μονάχα αποχτάει η ζωή ευγένεια κι ενότητα».1
Τίποτε μέσα στο έργο του δεν είναι τυχαίο λυρικό ξέσπασμα μιας απομονωμένης συνείδησης ότι έγραψε αντίθετα είναι η απάντησή στην πολιτισμική κρίση της εποχής του που έφερε την ανθρωπότητα στο χείλος της καταστροφής Είναι το υποκειμενικό του σχόλιο στην κραυγή του πάσχοντος ανθρώπου με λόγο και πράξη. Ολόκληρος ο στοχασμός του Καζαντζάκη αποπνέει πάθος για ελευθερία για ψυχή για καταξίωση ενός αληθινού τρόπου ύπαρξης, κυρίως όμως για ανάμνηση όλων εκείνων των αξιών που υποβαθμισμένες σε μυθικούς σκελετούς έμειναν έξω από το ρεύμα του δυτικού οικοδομήματος.2
Ο ίδιος μιλώντας για τον εαυτό του σε επιστολή προς τον Απόστολο Σαχίνη (2/3/19555 ) εξηγεί ότι: «Δεν θεωρώ τον εαυτό μου καλλιτέχνη, διάκονο θέλω να πω της ομορφιάς. Νοιώθω σήμερα πως η ταραγμένη ψυχή μας επιθυμεί κάτι πιο επείγον από την ομορφιά Τα προβλήματα της ελευθερίας,της ηθικής, δικαιοσύνης, της ειρήνης δεν βρήκαν ακόμη λύση. Το επείγον καθήκον μας είναι να βρούμε λύσεις».3
Ως ενορατικός μύστης κηρύσσει επιστράτευση στην καρδιά του ανθρώπου γιατί εκεί βρίσκεται τα αργαστήρι του Θεού που μετουσιώνει τα σκοτάδια σε φως, αντιτάσσοντας την αισθαντικότητα του ανθρώπου, τη μαγεία του μύθου απέναντι στην λογοκρατική αρτηριοσκλήρωση της Δύσης και στον μηχανοποιημένο τρόπο ζωής,ως απαραίτητη προϋπόθεση, στην πιθανότητα ανάστασης του εαυτού μας και την αναγέννηση της ανθρωπότητας.
Ως αληθινός φιλόσοφος δεν κλείνεται σ΄ ένα φιλοσοφικό ρεύμα θέλει να δράσει, να σπάσει όλα τα καλούπια που σκλαβώνουν την ψυχή του ανθρώπου- ακόμη και τα πιο ιερά -όταν πια δεν τον χωρούν. Δεν αρκείται στο να ανιχνεύει τους θλιβερούς ίσκιους, στον τοίχο του πλατωνικού σπηλαίου. Θέλει να τολμήσει το θανάσιμο πήδημα «όρθιος στην άκρα του γκρεμού».
Το βιβλίο του κ. Δημήτρη Τσινικόπουλου “Οι πνευματικοί πατέρες του Ν.Καζαντζάκη” των εκδόσεων Φυλάτος ανήκει στην κατηγορία των πολύτιμων βοηθημάτων που « ξεκλειδώνει» τα μυστικά της σκέψης του Καζαντζάκη εξετάζοντας μέσα από δέκα ευσύνοπτα κεφάλαια τα φιλοσοφικά ρεύματα,τις γνωστές αλλά και απόκρυφες πηγές, τις μεγάλες” σειρήνες που μαύλισαν την ψυχή του”, όπως εξομολογείται ο ίδιος στην ποιητική του αυτοβιογραφία, την Αναφορά στον Γκρέκο που αποτελεί και τον απολογισμό της πνευματικής του πορείας.
«Στη ζωή μου γράφει ο Καζαντζάκης οι πιο μεγάλοι μου ευεργέτες στάθηκαν τα ταξίδια και τα ονείρατα. Όμως αν ήθελα να ξεχωρίσω ποιοι άνθρωποι αφήκαν βαθύτερα τα χνάρια τους στην ψυχή μου ίσως να ξεχώριζα τον Όμηρο,το Βούδα το Νίτσε τον Μπέρξονα και τον Ζορπά {…} Σε όλη μου τη ζωή αγωνιζόμουν να γλυτώσω απ’ όλες τουτες τις σειρήνες χωρίς να απαρνηθώ καμιά αλλά να σμίξω τις παράταιρες φωνές τους και να τις κάμω αρμονία» (Αναφορά, σελ. 595).
Διαφαίνεται μέσα από την παράθεση των αναφορών του κ. Τσινικόπουλου η εκλεκτική παιδεία του Καζαντζάκη που του επέτρεψε από τα παιδικά του χρόνια να έχει στη διάθεσή του ένα ευρύτατο πολιτισμικό κεκτημένο, σε συνδυασμό με μια στέρεη θρησκευτική πίστη. Η Παλαιά και Καινή Διαθήκη, τα συναξάρια,οι βίοι των Αγίων της ορθόδοξης και της Καθολικής Εκκλησίας, τα απόκρυφα ευαγγέλια και άλλα πατερικά κείμενα σε συνδυασμό με την μυστικιστική του φύση, θα του εμπνεύσουν το όραμα μιας νέας θρησκεία μέσα από την οποία πίστευε ότι θα μπορούσε να εκφράσει ολάκερη την ουσία της ψυχής του.
«Η πρώτη μου λαχτάρα στάθηκε η λευτεριά η δεύτερη που κρυφά μέσα μου ακόμα αποκρατάει και με βασανίζει η δίψα της αγιοσύνης. Ήρωας και συνάμα άγιος. Να το ανώτατο πρότυπο του ανθρώπου» (Αναφορά σελ. 86).
Το αγιάτρευτο πλήγμα που είχε δεχτεί από τότε που ήταν 15 χρονών μαθητής Γυμνασίου δεν είχε βρει ακόμη θεραπεία. Η θεωρία του Δαρβίνου για την εξέλιξη των ειδών ερχόταν να γκρεμίσει την βαθιά πίστη του συγγραφέα και υποβίβαζε,κατά τη γνώμη του, τη χριστιανική θρησκεία σ’ ένα παράδοξο παραμύθι, κάτι που ο ίδιος δεν δεν μπορούσε να αποδεχτεί. Ο Καζαντζάκης ως βαθιά θρησκευόμενο όν,δεν θα συνέλθει ποτέ από αυτό το σοκ όπως εξομολογείται στην Αναφορά «ο άνθρωπος λοιπόν, δεν είναι το αγαπημένο και προνομιούχο πλάσμα του θεού∙ ο θεός δεν του χάρισε την πνοή του, δεν του έδωσε ψυχή αθάνατη∙ είναι κι αυτός,όπως όλοι οι άλλοι,ένας απλός κρίκος στην ατέλειωτη αλυσίδα των ζώων εγγόνι,δισεγγόνι του πιθήκου» (Αναφορά σελ. 116).
Αν και είχε χάσει την πίστη του από την επιρροή της επιστήμης, ο Καζαντζάκης ποτέ του δεν προτίμησε τον εμπειρισμό τον υλισμό την μηχανοκρατία Φιλοσοφικά περέμεινε πάντοτε ιδεαλιστής –κάποιος που αναζητά μια πνευματική προτροπή. του ήταν αδύνατο να αποδεχτεί ότι ο θεός παίζει ζάρια με το σύμπαν.4
Έτσι θα ριχτεί στην μελέτη των σύγχρονων φιλοσοφικών ρευμάτων για να σχηματίσει τη δική του αντίληψη της ζωής, μια θεωρία, όπως γράφει σε επιστολή του, «μια θεωρία του κόσμου και του προορισμού του ανθρώπου και σύμφωνα μ΄ αυτήν συστηματικά και μ΄ ορισμένο σκοπό και πρόγραμμα, να γράφω ότι γράφω».5
Για ν ανταποκριθεί στην μεσσιανική του επιθυμία ο Καζαντζάκης θα αναζητήσει μέσα έκφρασης πέρα από τη λογική. Είναι ανάγκη η σκέψη να γίνει χτυποκάρδι, το μήνυμα να δοθεί σαν εξομολόγηση, μόνη μορφή που η ψυχή μπορεί να πάρει, χωρίς να αλλοιωθεί από το σκληρό κέλυφος των λέξεων.6
Όσο για την Κρήτη; Αυτό το πολυαγαπημένο νησί αυτή η εσωτερική πατρίδα που θα συνοδεύει τον Καζαντζάκη όπου κι αν πάει ότι κι αν κάνει. Η Κρήτη θα του δώσει τις μεγάλες εντολές που θα τον βοηθήσουν στη διαμόρφωση της ηθικής ευθύνης απέναντι στον κόσμο και τον εαυτό του «Έρωτας ελευθερίας Να μη καταδέχεσαι μήτε για τον Παράδεισο να σκλαβώνεις την ψυχή”. Η Κρήτη ακόμη, θα του αποκαλύψει την προσωπική του αλήθεια, την «Κρητική Ματιά» που θα αλλάξει τη ζωή του και θα τον οδηγήσει στην κορυφή της Τέχνης του. Οι ταυρομαχίες της Κνωσού θα του δείξουν πως οι κρητικοί αγωνίζονται με τον ταύρο μετουσίωναν τη φρίκη και το φόβο και θα του διδάξουν πως με τέτοια ματιά πρέπει ο άνθρωπος να κοιτάζει την Άβυσσο.7
Παρίσι 1907. Ημερομηνία σταθμός στη ζωή του Καζαντζάκη. Βρίσκεται στο Παρίσι όπου θα παρακολουθήσει για δύο χρόνια τα μαθήματα του μεγάλου φιλοσόφου Μπερξόν που θα τον λυτρώσουν από τα υπαρξιακά ερωτήματα που τον βασάνιζαν Η κοσμολογική γνώση που ανακάλυψε στο Παρίσι είναι ο βιταλισμός. Η θεωρία αυτή προτείνει όχι έναν αναλλοίωτο Θεό αλλά μια ζωτική δύναμη που ζητά να εκφραστεί μέσα από μια εξελικτική διαδικασία. Θα υιοθετήσει τη θεωρία αυτή του elan vital της διαρκούς αναπήδησης, και θα την τοποθετήσει στην καρδιά της καζαντζακικής γένεσης του κόσμου. Μια δύναμη συμπαντική, αιώνια, ακατάλυτη,γενεσιουργός αιτία της ζωής, περνάει από το φυτό, στο ζώο και από το ζώο, στον άνθρωπο,και δημιουργεί την ύλη η ίδια εκείνη δύναμη που κάνει την τριανταφυλλιά να κάνει το τριαντάφυλλο το σκουλήκι να γεννά την πεταλούδα, τη φλόγα που γίνεται φως!
Εκείνος όμως που προετοίμασε το Καζαντζάκη για τον Μπερξόν ήταν ο Νίτσε ο Μεγαλομάρτυρας. «Λιονταρίσια η τροφή που με τάισε ο Νίτσε στην πιο κρίσιμη την πιο πεινασμένη στιγμή της νιότης Θρασεψα δεν μπορούσα πια να χωρέσω στον σημερινό άνθρωπο,όπως εκατάντησε Α! φώναξα αγαναχτσμένος. Η παμπόνηρη η θρησκεία που μετατοπίζει τις αμοιβές και τιμωρίες σε μελλούμενη ζωή {…} όχι δεν μπορεί να ΄ναι λεύτερος ένας που ελπίζει παράδεισο ή φοβάται Κόλαση» (Αναφορά σελ. 397).
Πολλά έχουν ειπωθεί και δίκαια για το χρέος του Καζαντζάκη στον Νίτσε όπως επισημαίνει στο σχετικό κεφάλαιο ο κ. Τσινικόπουλος αναδεικνύοντας την καταλυτική επίδραση του μεγάλου φιλοσόφου πάνω στο έργο του Καζαντζάκη. Διαβάζοντας το εν λόγω βιβλίο κατανοεί τώρα ευκολότερα ο αναγνώστης,την κρυφή σημασία των κειμένων του ασυμβίβαστου διανοητή, συνειδητοποιεί, πως η νιτσεϊκή παραδοχή της άρνησης κάθε μεταθανάτιας ανταμοιβής ή τιμωρίας, ρίζωσε βαθιά στην ψυχή του κι έγινε η θεμελιωδέστερη πίστη του, το γνησιότερο μεταφυσικό, ιδεώδες του.8
Γνωρίζει την πηγή απ΄ όπου αναβλύζει το επικολυρικό στοιχείο,οι έννοιες του υψηλού του τραγικού, το στοιχείο του ηρωισμού, της βαθιάς πίστης στην δύναμη του ανθρώπου να σηκώσει στους ώμους του όλη την ευθύνη του κόσμου, χωρίς φόβο κι ελπίδα. Αυτή η θητεία στον νιτσεϊσμό θα γεννήσει τον νέο σωτήριο μύθο απαλλαγμένο από μεταφυσικές παρηγοριές, καλλιεργώντας συνειδητά το μύθο δημιουργώντας ήρωες που συνεργάζονται με την διαδικασία της εξέλιξης.
Αν όμως ο Νίτσε τον απομάκρυνε για πάντα από τον Χριστιανισμό, δεν τον απομάκρυνε καθόλου από το πρόσωπο του Χριστού που έρχεται και ξανάρχεται σε όλο του το έργο. “Η πάλη του Θεού με τον άνθρωπο της ύλης με το πνεύμα. Να το θεμελιακό πρόβλημα όλης μου της ζωής και όλης μου της δημιουργίας”.
Σ έναν μεταδαρβινικό πολιτισμό που που έχει παρακμάσει μέσα στη φρίκη των πολέμων, της ατομικής βόμβας του εμφυλίου των γενοκτονιών σε μια στιγμή που η ανθρωπότητα βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού - το σημαντικότερο για τον Καζαντζάκη είναι να κρατηθεί ζωντανό το πνεύμα.
Αγωνίζεται λοιπόν να κάνει του ανθρώπους να ξαναπάρουν στα σοβαρά τον Χριστού, όχι ως πρόσωπο του δόγματος, αλλά ως πρότυπο του αγωνιζόμενου ανθρώπου που πέρασε όλα τα στάδια του αγώνα, για να φτάσει στον θεό ή καλύτερα να επιστρέψει σ αυτόν και να ταυτιστεί μαζί του. «Η κάθε στιγμή του Χριστού είναι αγώνας και νίκη. Νίκησε την ακαταμάχητη γοητεία της απλής ανθρώπινης χαράς νίκησε όλους τους πειρασμούς, μετουσίωνε ολοένα τη σάρκα σε πνέμα κι ανηφόριζε».9
Συνεπής προς την εξελικτική θεολογία θα μας παρουσιάσει το θρησκευτικό όραμα ενός Θεού που βρίσκεται σε εξέλιξη και αντιμάχεται την ασάφεια και τον υλισμό του αναπτυσσόμενου κόσμου,καλώντας μάλιστα τους ανθρώπους να γίνουν οι ίδιοι σωτήρες του Θεού, μέσα από το δικό του Πιστεύω την Ασκητική∙ η πρώτη αντιλογοκρατική διακήρυξη στη χώρα μας που επισφραγίζει την εναγώνια τραγικότητα του δημιουργού της.10
«Eγκύμων μυρίων κόσμων ειμί» είχε πει κάποτε ο Γκαιτε11, για τον εαυτό του και φράση αυτή ταιριάζει απόλυτα στον Νίκο Καζαντζάκη γιατί στο έργο του συμπυκνώνεται σε αρμονική σύνθεση, το παγκόσμιο πνεύμα όπως διαφαίνεται και από τη μελέτη του κ. Τσινικόπουλου που έχει συλλέξει στο μικρό αλλά περιεκτικότατο βιβλίο του, το απόσταγμα όλων των αντίρροπων κοσμογονικών δυνάμεων που συνθέτουν τη φιλοσοφική σκέψη του Καζαντζάκη.
Πέρα όμως από τις φιλοσοφικές επιδράσεις που εμπεριέχουν τα κείμενα του Καζαντζάκη αποτελούν πηγή αισθητικής απόλαυσης, αστείρευτη πηγή γνώσεων, μια «κιβωτός» καμωμένη από χρώματα μυρωδές και ήχους απ΄ όλα τα πολιτισμικά αγαθά των λαών με τους οποίους ο Καζαντζάκης ήρθε σ΄ επαφή, θαύμασε και κατέγραψε στο έργο του.
Στον 21ο αιώνα, όπου η οικουμενικότητα σημαίνει διάλογο μεταξύ διαφορετικών εθνών και ατόμων, όπου η ελεύθερη ατομικότητα εμπλουτίζεται από την πολιτισμική ποικιλομορφία κάθε έθνους ή εθνότητας, το έργο του Καζαντζάκη,αποτελεί άυλο μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς,τεκμήριο συλλογικής μνήμης και ταυτότητας που οφείλουμε να κληροδοτήσουμε και στις επόμενες γενιές.
Στην κατεύθυνση αυτή, μελετήματα όπως αυτό του Δημήτρη Τσινικόπουλου, αποτελούν τον πολύτιμο οδηγό για το αναγνωστικό κοινό, που θα τον βοηθήσουν να ανιχνεύσει τις πλατιές ιδεολογικές περιπέτειες του μεγάλου στοχαστή,την εναγώνια πρόθεσή του να αναθεωρήσει τη θέση του ανθρώπου, απέναντι στην κοινωνία, τη φύση, και το Εγώ του.
Γιούλη Ιεραπετριτάκη, ιστορικός αρχαιολόγος.
Δρ Παν/μίου Βologna.
Τέως Πρόεδρος Ελληνικού Τμήματος Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Ν. Καζαντζάκη.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
1) Αναφορά στον Γκρέκο, Εκδ. Ελ. Καζαντζάκη, Αθήνα σελ. 97.
2) Κλεοπάτρα Λεονταρίδου, «Η νεορομαντική βιοθεωρία του Καζαντζάκη» Εκδ. Θεμέλιο.
3) Απόστολου Σαχίνη, Πεζογράφοι του καιρού μας, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1967.
4) Peter Bien, Οκτώ κεφάλαια για τον Νίκο Καζαντζάκη, εκδ. Καστανιώτη, σελ. 108.
5) Πέτρος Μάρκαρης, Ανέκδοτα Γράμματα του Ν.Καζαντζάκη Περ. Πινακοθήκη και Δημ. Καλογερόπυλος», Καινουργια Εποχή 1969 σελ. 35, & Πήτερ Μπήν ο.π. σελ. 155.
6) Οικονομίδου «Ο Καζαντζάκης και το αντικείμενο της αναζήτησής του», εκδ. Δήμου Ηρακλείου, εκδ. 1985, σελ. 103.
7) Αθηνά Βουγιούκα, «Η ποίηση της πραγματικότητας και η πραγματικότητα της ποίησης. «Η Αναφορά στον Γκρέκο του Ν. Καζαντζάκη», εκδ. Κλεψύδρα σελ. 181.
8) Γ. Σταματίου, «Ένας αξεδίψαστος της ελευθέριας», εκδ. Καράβια Αθηνά 1974, σελ. 120.
9) Ν. Καζαντζάκη, Ο τελευταίος Πειρασμός, εκδ. Ελ. Καζαντζάκη, Αθήνα 1970, σελ. 349.
10) Ελλη Αλεξίου & Γιώργος Στεφανάκης, «Για τον Νίκο Καζαντζάκη», εκδ. Κέδρος 1977, σελ. 118.
11) Γ. Στεφανάκης, «Ο Ν. Καζαντζάκης και τα παγκόσμια ιδεολογικά ρεύματα», εκδ. Κεδρος, 1977, σελ. 106.