Κανένα βιβλίο δεν είναι τόσο απλό και τόσο καθαρό όσο το Ευαγγέλιο.
Κι όμως, κανένα βιβλίο δεν μπορεί να εξηγηθεί εσφαλμένα τόσο εύκολα όσο το Ευαγγέλιο,
όταν η καρδιά που το μελετά είναι πονηρή.
Ισαάκ ο Σύρος
Νηπτικός Πατέρας της Εκκλησίας
Είμαι πεπεισμένος ότι όσο περισσότερο καταλαβαίνει κανείς τη Βίβλο,
τόσο ωραιότερη του φαίνεται.
Wolfgang von Goethe
Διάσημος Γερμανός ποιητής του 19ου αιώνα
Επανέρχομαι στο θέμα Βίβλος. Μετά τις επικρίσεις που δέχτηκα από φίλο που διάβασε όσα έγραψα για τη σημασία της Βίβλου στον Δυτικό Πολιτισμό. Ο αναγνώστης ξέχειλος από συναισθήματα παρά από λογική, δεν μπορούσε να ελέγξει την αγανάκτησή του. «Όχι, δεν συμφωνώ μ’ αυτά που γράφεις! Επί πλέον, η Βίβλος, είναι βιβλίο ανήθικο. Δεν έχεις διαβάσει για τις εκατοντάδες (τόσο τις αρίθμησε) πράξεις αιματοχυσίας, βίας, βιασμών και μοιχειών που αναγράφονται στο «ιερό» αυτό βιβλίο; Όμως, τι είδους ιερό και «θεόπνευστο» μάλιστα, βιβλίο είναι αυτό, που αναφέρεται στις δόλιες πράξεις των ηρώων της;»
Μετά το πρώτο σοκ της φραστικής αυτής επίθεσης, έμεινα για λίγο σκεπτικός και αμήχανος, μη ξέροντας τι να πρωτοθαυμάσω στον διαφωνούντα φίλο—την ηθελημένη άγνοια ορισμένων πραγμάτων, τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, ή τη θολή όραση ενός βλέποντος χωρίς ομματογυάλια; Επειδή η επίκριση βρίσκεται στα χείλη πολλών σκεπτικιστών σαν το Βολταίρο, τον Thomas Paine, τον Ingersoll, τον Mark Twain, ή το νεότερο Léo Taxil που, στο προσφάτως μεταφρασθέν στην νεοελληνική βιβλίο του Διασκεδαστική Βίβλος, μιλάει για τα ανοσιουργήματα των συντακτών της, και δη στο στόμα νεοπαγανιστών και ποικίλλων αρνητών, δράττομαι της ευκαιρίας να καταθέσω μερικές σκέψεις γύρω απ’ το θέμα.
Οι παραπάνω επικρίσεις ότι, δηλαδή, μέσα στη Βίβλο υπάρχουν σελίδες που περιέχουν σφαγές, διαμάχες, αδελφοκτονίες, δολοφονίες, δολοπλοκίες, βιασμούς, εκβιασμούς κ.λπ, έχουν ασφαλώς κάποια βάση. Βρίσκονται κυρίως στην Παλαιά Διαθήκη· και μάλιστα στα ιστορικά της βιβλία. Αναφέρονται λόγου χάριν στην περίπτωση της κατάκτησης της γης Χαναάν (υποσχεμένης γης) από το λαό Ισραήλ, στην εδραίωση της βασιλείας του Δαυίδ και σε άλλους πολέμους.
Επίσης, στα ιστορικά της βιβλία (Γένεση, Ιησούς Ναυή, Κριτές, Σαμουήλ, Βασιλέων, κ.λπ), βρίσκονται και αφηγήσεις όπου αναφέρονται εγκληματικές πράξεις και ηθικά έκτροπα, με τα κριτήρια βέβαια, της χριστιανικής και μεταγενέστερης κοινωνικής ηθικής. Το πρώτο ερώτημα λοιπόν είναι: Γιατί αναγράφονται τέτοια «ανήθικα», τέτοια έκτροπα, σ’ ένα ιερό βιβλίο και τι σκοπό εξυπηρετούν; Αυτοί που θέτουν το ερώτημα αυτό, συνήθως αγνοούν τον σκοπό και το περιεχόμενο ενός εκάστου βιβλίου της Βίβλου αλλά και τον σκοπό και το περιεχόμενο της Βίβλου ως σύνολον. Διότι τα επί μέρους συνθέτουν το όλον, αλλά τα επί μέρους σήμερα δεν ισχύουν ως όλον. Εξηγούμαι: Αυτά που ίσχυαν για τους Εβραίους κάτω από το καθεστώς του μωσαϊκού νόμου (υπήρχαν και διατάξεις για τη διεξαγωγή ιερού πολέμου στο Δευτερονόμιο και η περίφημη lex talionis=νόμος της ανταποδόσεως), και αυτά που έγιναν κάτω απ’ την ισχύ του μωσαϊκού νόμου (κατάκτηση της γης Χαναάν, πάταξη ειδωλολατρών και εξάλειψη επτά εθνών για λόγους προστασίας του λαού lσραήλ), αφ’ ενός μεν δεν ισχύουν για τους χριστιανούς, αφ’ ετέρου δε, έγιναν κατ’ οικονομίαν και εξ’ ανάγκης την εποχή εκείνη. Ενσωματώνουν την ιστορία ενός αγωνιζόμενου λαού να επιβιώσει από τις συμπληγάδες πολλών ειδωλολατρικών εθνών, να διαφυλάξει μια πίστη αλώβητη και λατρεία αγνή, και τον μεσσιανισμό του, που τον οδήγησε μέχρι τον Χριστό—άσχετα που δεν τον δέχθηκε ο λαός αυτός ως σύνολο.
Ειδικότερα για το νόμο της ανταπόδοσης (οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος) θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι, ενώ φαίνεται σκληρός και άδικος και ίσως τρομερός νόμος, στην πραγματικότητα, όπως παρατήρησε ένας έγκυρος σχολιαστής, ήταν ένας θρίαμβος της δικαιοσύνης, αφού σε μια εποχή που, για ένα μάτι ζητούσαν ένα κεφάλι, για ένα δάχτυλο ένα χέρι, και για μια ζωή εκατό ζωές, λειτουργούσε ως ανασταλτικό όριο—όχι περισσότερο κακό από το προκληθέν κακό. Ή, τόσο κακό όσο προεκλήθη (αρχή της αναλογικότητας).
Ο νόμος, ο εβραϊκός, ήταν θείος αλλά ταυτόχρονα και εγκόσμιος νόμος. Περιελάμβανε ποικίλες διατάξεις (αστικού, ποινικού, δικονομικού κ.λπ. δικαίου) που αφορούσαν έναν ολόκληρο λαό, ο οποίος έπρεπε να κυβερνηθεί επί εκατονταετίες ολόκληρες. Πολλές απ’ αυτές τις διατάξεις ήταν κατ’ ανάγκην «σύγχρονες» με τις πολιτιστικές και ηθικές αντιλήψεις της εποχής εκείνης και άλλων σημιτικών και μη λαών της ευρύτερης περιοχής (Εγγύς Ανατολή–Εύφορη Ημισέληνος). Ταυτόχρονα, όμως, περιείχαν και υψηλές ανθρωπιστικές ηθικές αρχές που διαυλάκωναν το δίκαιο, τη νομοθεσία, ώστε αφ’ ενός μεν οι διατάξεις αυτές να ομοιάζουν, αφ’ ετέρου δε, να διαφέρουν και να υπερέχουν από τις νομοθεσίες άλλων λαών (π.χ. κώδικας Χαμουραμπί ο οποίος ομοιάζει με τις διατάξεις του μωσαϊκού νόμου, υπολείπεται όμως στις ηθικές του αρχές).
Έτσι, όμως, εξηγούνται και οι αιματοχυσίες και οι πόλεμοι και οι επαναστάσεις που αναφέρονται στις σελίδες της Βίβλου. Ήταν ίσως εν μέρει πράγματα αναπόφευκτα, την εποχή εκείνη. Τέτοιες σφαγές και αιματοχυσίες αναφέρονται και σε άλλα σύγχρονα αρχαία κείμενα (Ιλιάδα, έπος Κερέτ κ.ά.).
Απ’ την άλλη μεριά, ενώ τα προφητικά κυρίως βιβλία, κηρύττουν μιαν υψηλή ηθική που περιλαμβάνει την εκδήλωση αγάπης, φιλαλληλίας, ελέους, μακροθυμίας, ταπεινοφροσύνης—τι ωραίο αλήθεια, τι μοναδικό εκείνο του προφήτη Μιχαία 6:8: «…ἢ τί κύριος ἐκζητεῖ παρὰ σοῦ ἀλλ᾽ ἢ τοῦ ποιεῖν κρίμα καὶ ἀγαπᾶν ἔλεον καὶ ἕτοιμον εἶναι τοῦ πορεύεσθαι μετὰ κυρίου θεοῦ σου;» (Ο΄)—αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι ήρωες και οι πρωταγωνιστές της Βίβλου ήσαν πάντοτε σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους ηθικά πρότυπα. Ήταν άνθρωποι με σάρκα και οστά, αγωνιζόμενοι αλλά και με αδυναμίες, όντα πεπτωκότα, ατελή, όχι άγγελοι αναμάρτητοι.
Έτσι και ο Αβραάμ και ο Μωυσής και ο Δαυίδ και ο Σολομών αλλά και ο απόστολος Πέτρος (δεν κάνω καν λόγο εδώ για τον Ιούδα τον Ισκαριώτη), υπήρξαν άτομα με υψηλό πνευματικό ανάστημα αλλά και με αδυναμίες. Κι εδώ ακριβώς έγκειται το μεγαλείο της Βίβλου. Αυτό που δεν μπορούv να αντιληφθούν οι επιπόλαιοι μελετητές και επικριτές της. Η Βίβλος είναι ένα βιβλίο αλήθειας με άκαμπτο αγωνιστικό φρόνημα, ένα βιβλίο–φάκελος μαρτυρικών καταθέσεων, ένα βιβλίο με άγρια και πρωτόγνωρη ειλικρίνεια. Όταν αφηγείται, αφηγείται τα πάντα. Ψυχρά και ωμά. Χωρίς ωραϊσμούς και ψιμύθια.
Οι συγγραφείς της, ενώ προτάσσουν και προτείνουν τις θείες ηθικές αρχές, δεν αποκρύπτουν ποτέ τα σφάλματα και τις παρεκτροπές ούτε του λαού Ισραήλ στο σύνολό του, ούτε μεγάλων μορφών και ηγετών του λαού, ούτε αυτών που θεωρούμε πρότυπα πίστης όπως λόγου χάρη τον Αβραάμ. Όλα αναγράφονται, όλα αποκαλύπτονται—τίποτα δεν αποκρύπτεται. Ορθή συμπεριφορά και εσφαλμένη, μεγαλεία πίστης και μικρότητες, ανδραγαθήματα και ελαττώματα. Γνωρίζουμε όλοι ότι ο Δαυίδ υπήρξε λόγω της πίστης του και της αρχικής του δράσης «εκλεκτός Κυρίου»· αλλά δεν αποκρύφτηκε από τους χρονικογράφους της Βίβλου, ούτε η δολοφονία του Ουρία από μέρους του, ούτε η μοιχεία του με τη Βηθ–σαβεέ και τόσα άλλα.
Ίσως στα επίσημα χρονικά βασιλέων, όπως συνέβαινε με τους χρονικογράφους των Ασσυρίων, Βαβυλωνίων και Αιγυπτίων βασιλέων, κάτι τέτοιο να μην αναγραφόταν. Στη Βίβλο όμως ποτέ. Για την ειλικρίνεια των συγγραφέων της ισχύει αυτό που κάποτε παρατήρησε ο μεγάλος επιστήμων Robert A. Millikan (Νόμπελ Φυσικής, 1923):
«Οι ελλείψεις και τα σφάλματα των ηρώων της Βίβλου παρουσιάζονται με κάθε ακρίβεια, όπως και οι ένδοξες πράξεις τους. Αυτό σπανίως συμβαίνει σε οποιοδήποτε φιλολογικό βιβλίο. Πράγματι, η Βίβλος ερμηνευόμενη πάντοτε κάτω από το φως των χρόνων που γράφτηκε, αποτελεί το μοναδικό μνημείο έκτακτης φιλαλήθειας και ανεξαρτησίας» (τα πλάγια γράμματα δικά μου).
Το δεύτερο σημείο που θα πρέπει να τονιστεί, είναι, ότι, όταν στη Βίβλο αναφέρεται κάποιο σεξουαλικό έκτροπο, π.χ. η αιμομιξία του Λωτ με τις θυγατέρες του, ο συγγραφέας δεν το κάνει για να εξάψει τη φαντασία του αναγνώστη, ούτε αναφέρεται σε «γαργαλιστικές λεπτομέρειες», όπως κάνουν τα ελαφρά αναγνώσματα και τα πορνογραφήματα που στοχεύουν στον αισθησιασμό και στην εν γένει διέγερση των αισθήσεων του αποδέκτη. Είναι άλλωστε, φανερό ότι, σε καμία περίπτωση δεν γίνεται περιγραφή της σεξουαλικής πράξης, αλλά αναφέρεται απλά μόνο η σεξουαλική παρεκτροπή και σχεδόν πάντα δίδεται η έμφαση στα ολέθρια αποτελέσματα. Λειτουργεί, δηλαδή, ο συγγραφέας, αρνητικά—καταγράφει και σχολιάζει προς αποφυγήν ηθικών εκτρόπων όταν σχολιάζει. Ειδεμή δεν σχολιάζει καθόλου. Αφήνει τον αναγνώστη να βγάλει τα συμπεράσματά του, γνωρίζοντας βέβαια ότι, o αναγνώστης θα γνωρίσει και τα μεταγενέστερα γεγονότα… Στην περίπτωση του Λωτ, η Βίβλος αναγράφει την ακούσια εν μέθη αιμομιξία του, για να ιστορήσει την καταγωγή του Αμμών και Μωάβ, με τους οποίους αργότερα είχαν διαρκώς εχθροπραξίες οι Ισραηλίτες, και όχι για να σκανδαλίσει τους ευσκανδάλιστους.
Επίσης, κριτές όπως ο Ιεφθάε, ο Σαμψών κ.ά., δημιουργούν ερωτήματα ως προς την ηθική ποιότητα ορισμένων πράξεών τους. Ο Σαμψών π.χ., παντρεύεται γυναίκα Φιλισταία κατά παράβαση του μωσαϊκού νόμου, μεταβαίνει σε οίκο πόρνης στη Γάζα και φονεύει αδιακρίτως και ποικιλοτρόπως Φιλισταίους. Εδώ όμως, και πάλι, θα πρέπει ο αναγνώστης να έχει υπόψη του ορισμένα πράγματα, όπως: Πρώτον, οι αφηγήσεις αναφέρονται σε πράξεις ανθρώπων στη δύσκολη και σκοτεινή εποχή των κριτών, που δεν υπήρχε κεντρική κυβέρνηση ούτε κάποια εποπτεία, και όπου «έκαστος έπραττε ό,τι θεωρούσε ορθό στους οφθαλμούς του» (Κρ. 21:25). Δεύτερον, εκείνο που θέλει να τονίσει ο συγγραφέας, είναι ότι, οι κριτές παρά τα όποια ελαττώματα ή τις αδυναμίες τους, ήταν άνθρωποι πίστης και υπακοής στο θέλημα του Θεού και έπαιξαν το ρόλο τους στη διάσωση του Ισραήλ και της θρησκείας του. Έτσι το είδε το θέμα ο απόστολος Παύλος, ο οποίος δεν δίστασε να κατατάξει τον Ιεφθάε και τον Σαμψών κ.ά., στους επιδοκιμασμένους ανθρώπους πίστης (Εβρ. 11:32). Και τρίτον, ο Θεός μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιον για δικό του σκοπό (ακόμη και εν αγνοία του), ανεξάρτητα από την ποιότητα και τη συνολική πορεία της ζωής του. Μπορεί να κάνει όργανό του τον μάντη–προφήτη Βαλαάμ (Αριθμ. 22–24), τον βαβυλώνιο Ναβουχοδονόσορ (Ιερ. 25:9, 27:6, 43:10), τον Πέρση βασιλέα Κύρο (Ησ. 44:28, 45:1–4), κ.ά. Γιατί δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για την πραγματοποίηση σκοπών του, πιστούς Ισραηλίτες, έστω και με τα ελαττώματά τους;
Όλα αυτά μαρτυρούν και πάλι την υπεροχή της Βίβλου. Ενώ η ηθική της είναι υψηλή και αυστηρή (με πιο αυστηρούς ηθικο–νομικούς κανόνες στην Παλαιά Διαθήκη—πιο υψηλούς ηθικούς στην Καινή Διαθήκη), ωστόσο, ολόκληρη η Βίβλος δείχνει πως μέσα στο ρεύμα του χρόνου ένας λαός οδηγείται, έστω με τα έκτροπα της ειδωλολατρίας και ανηθικότητας, προς το κεντρικό πρόσωπο που ο Λόγος του Θεού σηματοδοτεί—τον Μεσσία. Και πως ένας άλλος λαός που αποτελείται από πολλούς λαούς, φυλές, γλώσσες και εθνότητες, ο πνευματικός Ισραήλ, οι χριστιανοί, μπορούν να επωφεληθούν διττά από την πλούσια παρακαταθήκη της Παλαιάς Διαθήκης—αποφεύγοντας τα αποτρόπαια λάθη του λαού εκείνου, και υιοθετώντας και εφαρμόζοντας την υψηλότερη ηθική του Χριστού, η οποία αφού ενσωμάτωσε ό,τι καλύτερο από τις αρχές της Παλαιάς Διαθήκης, στο τέλος απαγκιστρώθηκε από το μωσαϊκό νόμο και ό,τι αφορούσε αποκλειστικά τον λαό Ισραήλ. Είναι αξιοθαύμαστη η ρήση του αποστόλου Παύλου, ο οποίος απευθυνόμενος στους χριστιανούς της Ρώμης συνόψισε: «’ Όσα γαρ προεγράφη, εις την ημετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ίνα δια της υπομονής και της παρακλήσεως των γραφών την ελπίδα έχωμεν» (Ρωμ.15:4).
Με άλλα λόγια, δεν μας προτρέπει η Βίβλος να μιμηθούμε τις κάποιες ηθικές αδυναμίες των ηρώων–πρωταγωνιστών της (Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ, Μωυσή, Δαυίδ κ.λπ.), κρινόμενες μάλιστα με βάση τον μεταγενέστερο χριστιανικό ηθικό κώδικα, αλλά να μιμηθούμε την πίστη τους και την υπακοή τους στον Θεό. Μια πίστη που σημαίνει πλήρη εμπιστοσύνη στις θείες εξαγγελίες. «Όσα εγράφησαν εγράφησαν προς νουθεσία ημών» (1 Κορ. 10:11).
Η Βίβλος, στο σύνολό της, είναι και θεόπνευστη και ωφέλιμη, προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωση για να είναι άρτιος ο άνθρωπος του Θεού—όπως χαρακτηριστικά γράφει πάλι ο απόστολος του Χριστού Παύλος. Θα τολμούσε μάλιστα κανείς να ισχυριστεί ότι είναι θεόπνευστη, ακριβώς, γιατί είναι ωφέλιμη προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωσιν, προς παιδείαν την εν δικαιοσύνη. Θεόπνευστη, γιατί τα υψηλά της ηθικά στάνταρς και τα προφητικά της κείμενα δείχνουν την υπερ–φυσική της προέλευση με επίκεντρο πάντα τον Μεσσία—τη στρόφιγγα της ιστορίας κατά τον Hegel. Και ωφέλιμη, γιατί ό,τι αναγράφεται, αναγράφεται προς διαρκή ωφέλεια της ανθρωπότητας προς σωτηρίαν του ανθρώπου. Τίποτα δεν είναι άχρηστο ή περιττό στις σελίδες της. Κι ας φαίνεται εκ πρώτης όψεως άχρηστο, πλεονάζον ή περιττό. Ακόμη και οι ξεροί γενεαλογικοί της κατάλογοι, ακόμη και τα κουραστικά για τον σύγχρονο αναγνώστη τελετουργικά του Λευιτικού, είναι ωφέλιμα, έλεγε ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Στο σύνολό τους, τα ιερά κείμενα, αποκαλύπτουν την ιστορία της σωτηρίας (Heilsgeschichte), τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός οικειώνεται με τον άνθρωπο, αναζητώντας το απολωλός. Έξοχες είναι οι σκέψεις του Paul Tillich, στο βιβλίο του, Το θάρρος της υπάρξεως (Δωδώνη, 1976), ιδίως στο δεύτερο μέρος, Βιβλική θρησκεία και η ζήτηση της έσχατης πραγματικότητας, στις οποίες παραπέμπω τον αναγνώστη για περισσότερα. Ακόμη, η Βίβλος, στο σύνολό της, δείχνει το πώς ο άνθρωπος μπορεί να επιτύχει την «καταλλαγή» του με τον Θεό, να τον προσεγγίσει «εν πνεύματι και αληθεία» αποτελεσματικά, προς σωτηρίαν του.
Αυτό είναι κάτι που ούτε άλλα ιερά βιβλία (Κοράνι, Βέδες, Τριπιτάκα κ.λπ.), ούτε η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, ούτε η σύγχρονη επιστήμη, ούτε η τεχνολογία, ούτε η πολιτική των κυβερνώντων, ούτε ο διογκούμενος αποκρυφισμός μπορούν να του εξασφαλίσουν. Αλλά, αυτό είναι το ουσιώδες που έχει ανάγκη ο άνθρωπος σήμερα, αλλά και σ’ όλες τις εποχές—τη διαφύλαξη της διανοητικής και συναισθηματικής του ακεραιότητας, κάτι, που μπορεί υπό προϋποθέσεις να τον οδηγήσει σε σωτηρία ψυχοσωματική. Αυτό, η Βίβλος στο σύνολό της, μπορεί να του το εξασφαλίσει, αφού εμπεριέχει «ρήματα Θεού και ανθρώπων» δια γραφίδος ανθρωπίνης.
Είναι άραγε βιβλίο ανήθικο, το βιβλίο που με άκαμπτη ειλικρίνεια αναφέρει τα πάντα, ως και τα σφάλματα των αγίων της, με σκοπό να τα αποφύγουν οι επιγενόμενοι και να αγιοποιηθούμε εμείς οι αναγνώστες της, κατά το προτρεπτικό θείο ρητόν, «άγιοι έσεσθε ως Εγώ άγιος ειμί»;