Ο Claude Tresmontant (Κλοντ Τρεμοντάν) (1925 – 1997) ήταν Γάλλος φιλόσοφος, Ελληνιστής, Εβραϊστής και θεολόγος, σχεδόν παντελώς άγνωστος στην Ελλάδα. Δίδασκε μεσαιωνική φιλοσοφία και φιλοσοφία της θρησκείας στη Σορβόνη και ήταν μέλος της Ακαδημίας ηθικών και πολιτικών επιστημών. Για το σύνολο του έργου του τιμήθηκε με το μεγάλο βραβείο της Ακαδημίας των ηθικών και πολιτικών επιστημών το 1987. Υπήρξε συγγραφέας πολλών πρωτότυπων μελετών πάνω σε βιβλικά, θεολογικά και μεταφυσικά θέματα, από τις οποίες ατυχώς μόνο μία έχει μεταφραστεί μέχρι τώρα στην ελληνική που αφορά τον απ. Παύλο. Πολλά βιβλία του μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες (ιταλικά, ισπανικά, αγγλικά κ.α.). Σπουδαίο είναι ένα εβραιοελληνικό λεξικό που συνέταξε ο ίδιος.
Δανείζομαι μερικές πληροφορίες και σκέψεις, γύρω απ’ αυτόν τον μεγάλο ερευνητή και στοχαστή, από ένα δοκίμιο – συνέντευξη του Guy Sorman που βρίσκεται καταχωρημένο στο βιβλίο του «Οι μεγάλοι στοχαστές της εποχής μας» (εκδ. Ροές 1991), μια και δεν υπάρχουν άλλες σημαντικές πληροφορίες γι’ αυτόν ούτε και στη Wikipedia.
Σ’ αυτό ο Sorman παραθέτει κάποιες καίριες θέσεις του Tresmontant που ήδη θίγονται στο μεταφραζόμενο κείμενο που επακολουθεί.
1. Τα Ευαγγέλια δεν γράφτηκαν αρχικά στα Ελληνικά αλλά στα Εβραϊκά. Τα ελληνικά των Ευαγγελίων είναι περίπλοκα και ασαφή με γραμματικά λάθη, τα οποία όμως, δεν είναι λάθη για τον γνώστη της Εβραϊκής, επειδή αποτελούν απλή μεταγραφή της Εβραϊκής σύνταξης στην Ελληνική, μια πανάρχαια εβραϊκή παράδοση.
2. Το αρχικό ευαγγελικό κείμενο συντάχθηκε όχι από έναν, αλλά από τρία άτομα, δηλ., τον μάρτυρα των γεγονότων, τον μεταφραστή και τον γραμματικό. Ο μάρτυρας, σύντροφος του Ιησού, αφηγείται στην Εβραϊκή γλώσσα τα όσα είδε και άκουσε και ο μεταφραστής τα υπαγορεύει στον γραμματικό. Έτσι συντάσσονταν εκείνο τον καιρό όλα τα ιερά κείμενα του εβραϊκού λαού. Τα Ευαγγέλια εντάσσονται στην προφητική παράδοση του Εβραϊκού λαού. Είναι αδύνατον να κατανοηθούν χωρίς αναφορά στην Παλαιά Διαθήκη.
3. Το Ευαγγέλιο του Λουκά γράφτηκε μεταξύ του 40 και 50 μ.Χ. στηριζόμενο σε αρχαία έγγραφα. Το Ευαγγέλιο του Ματθαίου κατά τον Tresmontant γράφτηκε αρχικά στα Εβραϊκά και μεταφράστηκε μετά στα Ελληνικά, πριν από το 36 μ.Χ. που θανατώθηκε ο Στέφανος (βλ. Claude Tresmontant, The Hebrew Christ (1989) σελ. 43, 79, 80, 127). Το Ευαγγέλιο του Ιωάννη μας μεταβιβάζει τα γεγονότα της ζωής του Ιησού ωμά, όπως τα έζησε· είναι ένα είδος ρεπορτάζ που συντάχθηκε λίγα μόλις χρόνια μετά από τα γεγονότα που αφηγείται, όπως προκύπτει από την αναφορά του κατά Ιωάννη 1:28 όπου διαβάζουμε ότι, ο Ιωάννης ο βαπτιστής βάπτιζε στη Βηθανία πέραν του Ιορδάνη ή στην απέναντι πλευρά του. Αυτό σημαίνει ότι ο Ευαγγελιστής, έγραψε εντεύθεν του Ιορδάνη. Τοποθετείται στην Ιερουσαλήμ, πριν καταστραφεί, και όχι κάπου μακριά, στην Έφεσο ή Αλεξάνδρεια όπως το θέλουν μερικοί ερευνητές.
4. Υπάρχουν λέξεις όπως η ελληνική λέξη πίστη που αποτελεί μετάφραση του εβραϊκού όρου εμουνάχ προερχόμενη από το ρήμα αμάν. Σημαίνει «είμαι βέβαιος για την αλήθεια». Η απόδοση της λέξης εμουνάχ με την ελληνική λέξη πίστη, οδηγεί σε παρανόηση, διότι σήμερα πίστη δεν σημαίνει απόλυτη βεβαιότητα· αντίθετα αντιπαρατίθεται στην ορθολογιστική γνώση. Αλλά, για τους Εβραίους αποδέκτες, και συνεπώς στη διδασκαλία του Ιησού τέτοια αντίθεση δεν υπάρχει. Πρόκειται κατά τον Tresmontant για μεταφραστικό – ερμηνευτικό ολίσθημα που πρέπει νοηματικά να αποκατασταθεί αν θέλουμε να καταλάβουμε τι διαβάζουμε. Παρόμοια η λέξη συναγωγή πρέπει να αποδοθεί ως κοινότητα, η λέξη σκάνδαλο ως εμπόδιο που προσκρούει ο τυφλός, η λέξη αμάρτημα ως αδίκημα ή έγκλημα κ.λπ.
5. Οι ίδιοι οι χριστιανοί επηρεαζόμενοι στα νεότερα χρόνια από τον ορθολογισμό τύπου Ερνέστου Ρενάν, ή από την μαρξιστική επιρροή, διαβάζουν τα Ευαγγέλια με τα δικά τους ομματογυάλια. Γι’ αυτό τα θεωρούν ως αποκύημα φαντασίας ατόμων που γράψαν πολύ αργότερα ως προϊόντα του κοινωνικού περίγυρου της εποχής τους. Αλλά έτσι είμαστε τυφλοί που προσκρούομε στην αλήθεια.
6. Κατά τον Tresmontant ο Γεσούα, ο Ιησούς, δεν διδάσκει μια νέα ηθική για μια γηραιά ανθρωπότητα, αλλά αποκαλύπτει τη μετάβαση σε μια νέα ανθρωπότητα. Ο Χριστός προαγγέλλει τη δημιουργία μιας δεύτερης ανθρωπότητας και η διδασκαλία του αναφέρεται στις συνθήκες της μεταμόρφωσής μας από τη μια ανθρωπότητα στην άλλη. Σ’ αυτήν οι αρχαίοι Εβραίοι με την οικουμενικότητα του προφητισμού τους έγιναν φορέας μετεξέλιξης.
7. Τέλος, κατά τον Tresmontant τα πάντα, στις σύγχρονες επιστήμες επιβεβαιώνουν την αλήθεια της Εβραϊκής και Χριστιανικής Αποκάλυψης. Όπως π.χ. η θεωρία της μεγάλης έκρηξης big bang όπου οι αστροφυσικοί δέχονται ότι το σύμπαν έχει αρχή αλλά αδυνατούν να μας εξηγήσουν γιατί έγινε η αρχική έκρηξη. Η εβραιοχριστιανική μεταφυσική – υπογραμμίζει – είναι η μόνη που κάνει τη διάκριση ανάμεσα στο Σύμπαν και στο Υπέρτατο Ον και μας δίνει μια απάντηση με το «εν αρχή εποίησεν ο Θεός» beresith bara elohim. Κατά τον Guy Sorman, υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων που ασχολούνται με τη μελέτη της Καινής Διαθήκης: αυτοί που γνωρίζουν τον Tresmontant και αυτοί που τον αγνοούν!
Το παρακάτω κείμενο το μετέφρασα από τον επίλογο του εξαιρετικού βιβλίου του – υπομνήματος στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο: The Gospel of Matthew, Translation and Notes (μεταφρ. από τη Γαλλική από τον K. D. Whitehead 1996) σελ. 597-598.
Μια τελική σημείωση
Το Ευαγγέλιο του Ματθαίου είναι μια μετάφραση στην ελληνική γλώσσα μιας συλλογής ή συλλογών σημειώσεων ή εγγράφων, γραμμένων στην Εβραϊκή. Αυτές οι σημειώσεις γράφτηκαν «ζωντανές» επί τόπου από τη μια μέρα στην επόμενη. Όποιος έχει σπουδάσει και συνεπώς γνωρίζει σχετικά με την πρακτική του Ιουδαϊσμού πριν από το χρόνο της καταστροφής του Ναού το 70 μ.Χ., οι Ιουδαίοι ραββίνοι περιβάλλονταν και ακολουθούνταν από τους μαθητές τους, οι οποίοι συνήθως κρατούσαν σημειώσεις και επεξηγούσαν, υπομνημάτιζαν και συνήθως μετάφραζαν τις σημειώσεις που κρατούσαν στις διδασκαλίες του δικού τους ραββί.
Ο εθνικός και πολιτιστικός περίγυρος των Ιουδαίων του πρώτου αιώνα δεν ήταν σε καμία περίπτωση περίγυρος αγράμματων· αντιθέτως, ήταν περίγυρος στον οποίο επί αιώνες είχαν ασκήσει την πρακτική της ανάγνωσης και της γραφής. Οι χρησμοί ή προφητείες των αρχαίων Εβραίων προφητών, Ησαΐα, Αμώς, Ωσηέ, Ιερεμία, Ιεζεκιήλ, και άλλων, όλοι εξέφεραν λόγια που είχαν σημειωθεί με τη μεγαλύτερη λεπτομέρεια, και, πράγματι, ήταν κατ’ αυτόν τον τρόπο που έφθασαν σε μας, και είμαστε σε θέση να τους διαβάζουμε σήμερα. Και αυτή είναι η περίπτωση, παραδείγματος χάρη, για τον προφήτη Ησαΐα τον 8ο αιώνα πριν την κοινή μας χρονολογία, καθώς και γι’ αυτές τις προφητείες άγνωστων προφητών, που διατηρήθηκαν στο ίδιο χειρόγραφο ως προφητείες του Ησαΐα.
Οι μαθητές και συνοδοί του Γαλιλαίου ραββί Γεοσούα ha-Notzeri, Ιησού της Ναζαρέτ, κράτησαν σημειώσεις πάνω σ’ αυτά που είπε, ακριβώς όπως οι μαθητές των Εβραίων προφητών κράτησαν σημειώσεις σ’ αυτά που έλεγαν. Είναι προφανές ότι χρησιμοποίησαν τα αρχαία συστήματα στενογραφίας για να καταγράψουν τις σημειώσεις που κρατούσαν.
Οι σημειώσεις που κρατήθηκαν ταξινομήθηκαν σε συλλογές ή ακόμη σε βιβλία. Όταν εξετάζουμε πολύ προσεκτικά τα Ευαγγέλια του Ματθαίου, του Λουκά και του Μάρκου, φαίνεται ότι στηρίχθηκαν σε τρεις διαφορετικές συλλογές τέτοιων σημειώσεων και εγγράφων – χωρίς να αναφερθούμε στην τέταρτη συλλογή τέτοιων σημειώσεων και εγγράφων που μας έδωσε το Ευαγγέλιο του Ιωάννη.
Οι σημειώσεις που κρατήθηκαν ταξινομήθηκαν σ’ αυτό που φαίνεται λογική σειρά, αλλά ήταν μια σειρά που ποικίλλει από συλλογή σε συλλογή. Οι σημειώσεις πάνω στις οποίες στηρίχτηκαν τα Ευαγγέλια του Ματθαίου, Λουκά και Μάρκου είναι μερικές φορές πολύ διαφορετικές και άλλες φορές σχεδόν ταυτόσημες. Παραπέρα, αυτές οι σημειώσεις θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν ή ανα-ταξινομηθούν, ακριβώς όπως συμβαίνει με πληροφορίες που καταχωρούνται σε σημερινά μας σημειωματάρια. Έτσι, το ίδιο ή παρόμοιο υλικό μπορεί να εμφανιστεί περισσότερο από μία φορά στο ίδιο Ευαγγέλιο. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο μεταφραστής απλά μετάφρασε τέτοιες διπλογραφίες.
Οι συλλογές αυτών των σημειώσεων μεταφράστηκαν στην ελληνική πολύ νωρίς. Γιατί; Επειδή οι αδελφοί και αδελφές των Ιουδαϊκών Κοινοτήτων της Διασποράς είχαν ανάγκη τέτοιων μεταφράσεων. Για ένα μεγάλο διάστημα είχαν κιόλας στη διάθεσή τους την αρχαία ελληνική έκδοση των Ο’ της Παλαιάς Διαθήκης.
Αυτή η μετάφραση ήταν μια πολύ κατά γράμμα μετάφραση, λέξη προς λέξη· πολύ συχνά η ελληνική ακολουθεί την εβραϊκή λέξη κατά σειρά. Αυτή η μετάφραση χρησιμοποιούνταν από τους αδελφούς και τις αδελφές της Διασποράς για να βοηθηθούν να διαβάζουν το πρωτότυπο Εβραϊκό κείμενο που θεωρούνταν ιερό.
Για τον ίδιο λόγο, χρησιμοποιούσαν ελληνικές μεταφράσεις των λόγων και των έργων του Γαλιλαίου ραββί Γεοσούα ha-Notzeri Ιησού της Ναζαρέτ, καθώς και των πράξεων των αποστόλων του. Και γι’ αυτό τα τέσσερα Ευαγγέλια και το Βιβλίο των Πράξεων μεταφράστηκαν πολύ νωρίς από τις συλλογές των σημειώσεων και εγγράφων που υπήρχαν. Η πορεία της μετάφρασης ήταν η ίδια όπως στην περίπτωση της παλιάς Εβραϊκής Βίβλου. Το κείμενο μεταφράζονταν λέξη προς λέξη, πρόταση προς πρόταση, σε σχέση συνήθως της Εβραϊκής σειράς. Το Εβραϊκό-Ελληνικό χρησιμοποιούμενο λεξικό, ήταν ουσιαστικά το ίδιο όπως και στην μετάφραση των Ο’· η αντιστοιχία μεταξύ του πρωτότυπου Εβραϊκού και των μεταφρασμένων ελληνικών λέξεων παραμένουν χονδρικά το ίδιο στη μετάφραση των Ο’ και στην Καινή Διαθήκη.
Στο Ιουδαϊκό εθνικό πλαίσιο, δεν ετίθετο ποτέ ζήτημα προσθήκης λόγων ως προς τι λέει ο ραββί, ή μετατροπής της διδασκαλίας του με οποιονδήποτε τρόπο μορφής ή φόρμας: Δευτερονόμιο 4:2 «Δεν πρέπει να προσθέσετε στα λόγια που σας διατάζω ούτε να αφαιρέσετε απ’ αυτά· ώστε να εκτελείτε τις εντολές του YHWH του Θεού σας που σας διατάζω». Δευτερονόμιο 12:32 : «Οτιδήποτε σας διατάζω πρέπει να προσέχετε να το εκτελείτε· δεν πρέπει να προσθέσετε σε αυτό ούτε να αφαιρέσετε απ’ αυτό». Αυτό είναι ακριβώς που έγραψε ο Ιωάννης στο τέλος του βιβλίου της Αποκάλυψης (22:18): «Όσοι ακούνε τα προφητικά λόγια αυτού του βιβλίου, πως αν κανείς προσθέσει κάτι σ’ όσα είναι γραμμένα εδώ, θα τον προσθέσει κι ο Θεός τις συμφορές που είναι γραμμένες σ’ αυτό το βιβλίο. Κι αν κανείς αφαιρέσει κάτι απ’ τα προφητικά λόγια αυτού του βιβλίου, θ’ αφαιρέσει κι ο Θεός το μερίδιό του από το δέντρο της ζωής κι από την αγία πόλη». Αυτή είναι μια αρχαία Ιουδαϊκή νοοτροπία η οποία επιβεβαιώνεται πλήρως από τον Φλάβιο Ιώσηπο, τον Kohen ή ιερέα, στο έργο του Κατ’ Απίωνος (Ι, 42): «Κανένας, ποτέ δεν τόλμησε να προσθέσει οτιδήποτε απολύτως ή να αφαιρέσει οτιδήποτε απολύτως, ή να μεταβάλλει οτιδήποτε απολύτως, και αυτό για μεγάλο χρονικό διάστημα…».
Τώρα οι μαθητές του Ιησού της Ναζαρέτ πίστευαν ότι αυτός ήταν όχι μόνο ένας αυθεντικός Εβραίος προφήτης, nabi, αλλά ότι ήταν κάτι το απαράμιλλο – ο Υιός του Θεού. Πώς θα ήταν ποτέ ικανοί να προσθέσουν οτιδήποτε απολύτως στην αφήγηση αυτών που έλεγε, ή να αφαιρέσουν οτιδήποτε απολύτως;
Παρίσι, Μάρτιος 22, 1985