Το βιβλίο του Προφήτη Ησαΐα είναι πολύ γνωστό και αγαπητό στους Χριστιανούς και γενικότερα στους μελετητές της Βίβλου, εξ’ αιτίας των θαυμάσιων Μεσσιανικών προφητειών που περιέχει, όπως: της γέννησης του Μεσσία (Εμμανουήλ) από παρθένο (αλμάχ), της έλευσης της Μεσσιανικής ειρηνικής βασιλείας του, της του θυσιαστικού θανάτου του Χριστού κ. άλλ. (Ησ. κεφ. 7, 9, 11, 42, 53 κ.άλλ.). Όχι, άδικα, ο προφήτης αυτός ονομάστηκε από αρχαίους συγγραφείς (Ιερώνυμο κ.άλλ.) ‘Ευαγγελιστής – προφήτης’. Ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και στους αρχαίους Ισραηλίτες των χρόνων του Ιησού, παρόλο που ο ίδιος σύμφωνα με μια παράδοση είχε κακό, μαρτυρικό θάνατο, στις ημέρες του ασεβή Βασιλιά Μανασσή (πρβλ. Εβραίους 11, 37).
Εκτός από την πεντάτευχο, κανένας άλλος βιβλικός προφήτης δεν παρατίθεται τόσο συχνά από τους συγγραφείς της Κ.Δ., όσο ο προφήτης Ησαΐας.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του βιβλίου, ο Ησαΐας (το όνομα του οποίου σημαίνει ο Γιαχβέ είναι σωτηρία), έδρασε κυρίως στις ημέρες των βασιλέων Οζία, Ιωθάμ, Αχάζ και Εζεκία στην Ιερουσαλήμ και άρχισε τη διακονία του ως προφήτης (Ησ. 6: 1) τον 8° π.Χ. αιώνα καλύπτοντας ένα διάστημα πάνω από 40 χρόνια. Ενώ θα μπορούσαν να ειπωθούν πάρα πολλά για τον προφήτη και το ομώνυμο βιβλίου του, εδώ θα αρκεστώ σε μερικές επί μέρους παρατηρήσεις μόνο, που έχουν σχέση κυρίως με την συγγραφή και την αυθεντικότητα του βιβλίου.
Όπως είναι γνωστό, το βιβλίο του προφήτη Ησαΐα στις σύγχρονες εκδόσεις αποτελείται από 66 κεφάλαια. Αρχικά, βέβαια, δεν ήταν έτσι. Δεν υπήρχε καθόλου στο Εβραϊκό κείμενο διαχωρισμός σε κεφάλαια και εδάφια. Αυτό είναι επινόηση μεταγενέστερων και η σημερινή τους μορφή οφείλεται στον Στέφανο Λάνγκτον, του 13ου αι. μ.Χ. Υπάρχει όμως μια εκπληκτική και αξιοπαρατήρητη αντιστοιχία μεταξύ του βιβλίου του Ησαΐα και ολόκληρης της Βίβλου.
• Όπως το βιβλίο του Ησαΐα αποτελείται από 66 κεφάλαια, έτσι και η Βίβλος αποτελείται από 66 βιβλία.
• Το βιβλίο του Ησαΐα σύμφωνα με πολλούς λογίους χωρίζεται νοηματικά σε δύο εμφανή μέρη. Στο πρώτο μέρος (Κεφ. 1-39) και στο δεύτερο μέρος (Κεφ. 40-66). Έτσι και η Βίβλος αποτελείται από την εβραϊκή Βίβλο (Π.Δ.) με 39 βιβλία και την ελληνική Βίβλο, ή Κ.Δ., με 27 βιβλία. Δηλαδή, η Κ.Δ. έχει αριθμό βιβλίων όσα κεφάλαια έχει και το δεύτερο μέρος του βιβλίου του Ησαΐα.
• Το πρώτο μέρος του βιβλίου του Ησαΐα αρχίζει με μιαν αναφορά στην αποστασία - απομάκρυνση του λαού του Θεού (Ισραήλ) συνεχίζει με την τιμωρία του (από τους Ασσυρίους) και, στο δεύτερο μέρος, αναφέρεται στην πλήρη αποκατάστασή του στις σχέσεις του με το Θεό (και από τη Βαβυλώνια αιχμαλωσία) μέσω του αναμενόμενου Μεσσία.
Έτσι συμβαίνει και στη Βίβλο: Στην Π.Δ. έχουμε κυρίως την αποστασία του λαού Ισραήλ (μετά τη σύναψη διαθήκης μέσω του Μωυσή), την τιμωρία του με την καταστροφή της Σαμάρειας και της Ιερουσαλήμ (δεκάφυλου και δίφυλου βασιλείου) από τους Ασσυρίους και Βαβυλωνίους τον 8° και 6° π.Χ. αιώνα. Στο δεύτερο μέρος, την Κ.Δ., έχουμε την αποκατάσταση του λαού και την υπόσχεση μέσω της "διακονίας της διαλλαγής" του Ιησού, την συμφιλίωση όλων των λαών και εθνών κάτω από την βασιλεία του θεού.
Δεν είναι εκπληκτική αυτή η συμφωνία και η αντιστοιχία; Ασφαλώς, κάποια στοιχεία ομοιότητας είναι συμπτωματικά· αλλά, πάντως, είναι αξιοπρόσεχτα. Γι' αυτό και κάποιοι μελετητές ονόμασαν – όχι άδικα – το βιβλίο του Ησαΐα, «μινιατούρα όλης της Βίβλου».
* * *
Όμως, κάτι άλλο πρέπει να επισημανθεί. Ενώ το βιβλίο του Ησαΐα, σύμφωνα με εσωτερικές μαρτυρίες (πρβλ. 8:1, 30:8), αλλά και με την σταθερή, αταλάντευτη Ιουδαιοχριστιανική παράδοση, γράφτηκε από έναν μόνο συγγραφέα, τον ομώνυμο προφήτη, τον Ησαΐα υιό του Αμώς, η αρνητική κριτική από τον 18° αιώνα, και, κυρίως, από τον 19ο αι., αμφισβήτησε έντονα την ενότητα του βιβλίου, αποδίδοντας την πατρότητά του τουλάχιστον σε τρεις Ησαΐες. Τους πρώτους σπόρους της αμφιβολίας τους έριξε πιο μπροστά, ο Ιουδαίος Αβραάμ Ιμπν Έζρα τον 12ο αι., που δεν δεχόταν ότι τα τελευταία 27 κεφάλαια προέρχονταν από τον Ησαΐα, αλλά, από τον Γερμανό Γιόχαν Ντάντερλαϊν (J. C. Doederlein, 1775) και μετά, η ιδέα επικράτησε οριστικά, στους κύκλους των κριτικών και των λογίων.
Σύμφωνα με τους αρνητικούς κριτικούς, το βιβλίο αποτελείται από τρία μέρη: το πρώτο (κεφ. 1-39), που αποδίδεται στον γνωστό προφήτη, το δεύτερο (κεφ. 40-55), αποδίδεται σε κάποιον άγνωστο προφήτη που έδρασε στη Βαβυλώνα γύρω 6°- 5° αι. π.Χ. τον λεγόμενο Δεύτερο - Ησαΐα, και το τρίτο (κεφ. 56-66), που το έγραψε τάχα, κάποιος άγνωστος Τριτο-Ησάΐας, πολύ αργότερα, τον 4ο ή τον 3° π.Χ. αιώνα!
Κάποιοι άλλοι, βέβαια, δεν αρκέστηκαν σε τρεις Ησαΐες, αλλά μιλούν ανενδοίαστα για «πολλούς Ησαΐες», που έγραψαν τα διάφορα κείμενα μέχρι τον 2ο π.Χ. αιώνα, όπως την λεγόμενη μεγάλη «Αποκάλυψη» του Ησαΐα (κεφ. 24-27). Και ότι, κάποιος, ή κάποιοι (ιερατείο;), κάποτε, τα συνέθεσαν αργότερα σε ένα ενιαίο βιβλίο, αυτό που γνωρίζουμε σήμερα ως βιβλίο του Ησαΐα. Αυτή η θεωρία επικρατεί ακόμα σήμερα ως προϊόν εμβριθούς επιστημονικής μελέτης στους θεολογικούς κύκλους, σχεδόν παγκοσμίως, ενώ είναι καθαρά προϊόν της αρνητικής κριτικής της Βίβλου παρωχημένης εποχής...
Όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί βέβαια, προβάλλονται, όχι γιατί υπάρχουν σοβαρά επιχειρήματα για να δεχθεί κανείς ότι το βιβλίο προήλθε από «πολλούς Ησαΐες». Τα κυριότερα είναι η διαφορά ύφους συγγραφικού, και κάποια σημεία που ερμηνεύονται ως μεταγενέστερα της εποχής του προφήτη, και τα οποία, δεν συμφωνούν με τη λεγόμενη «αρχή της αναλογίας», σύμφωνα με την οποία οι προφήτες μιλούσαν για την εποχή τους μόνο και το άμεσο μέλλον – όχι για το μακρινό ή απώτερο μέλλον. Οι ισχυρισμοί προβάλλονται, γιατί οι κριτικοί μένουν αμήχανοι ή σοβαρά προβληματισμένοι από τις εκπληκτικές προφητείες του βιβλίου (όπως του πάσχοντος δούλου) και από την αναφορά στην πτώση της Βαβυλώνας μέσω του βασιλιά των Περσών Κύρου (Kôresh) (Ησ. 44:26 επ., 45:1-3) και την ολοφάνερη εκπλήρωσή τους.
Επειδή είναι ορθολογιστές και αγνωστικιστές, γι’ αυτούς η προφητεία είναι ανθρωπίνως αδύνατη. Και, φυσικά, μη δεχόμενοι την ύπαρξη Θεού που προβλέπει το μέλλον «απ' αρχής το τέλος και από πρότερον τα μη γεγονότα», και που λέγει ότι θα πραγματοποιήσει το θέλημά του (Ησ. 46:9-10), καταλήγουν εκεί που καταλήγουν... στην άρνηση, και στην αμφισβήτηση... Γι' αυτούς το βιβλίο του Ησαΐα – όπως και όλη η Βίβλος – δεν είναι Λόγος Θεού, δια στόματος και γραφίδος ανθρώπων, αλλά μόνο λόγος ανθρώπων και ίσως πλαστογραφημένος, μία fraus pia (ευσεβής απάτη)!
Ας δούμε με συντομία την αξία των επιχειρημάτων της αρνητικής κριτικής σχετικά με το συγγραφικό ύφος του βιβλίου. Πρέπει να λεχθεί ότι, στο δεύτερο μέρος (40-66) είναι πιο πλούσιο, μεγαλοπρεπές και επιβλητικό από το πρώτο που είναι λιτό και νευρώδες. Όμως, αυτό προφανώς συμβαίνει, γιατί γράφτηκε στο τελευταίο μέρος της ζωής του προφήτη, γύρω στα 690-680 π.Χ. (τότε που πλησίαζε απειλητικά ο κίνδυνος από τη Βαβυλώνα και από τον βασιλιά Μερωδάχ – Βαλαδάν (πρβλ. Ησ. 37:38), και το μήνυμά του για την εξορία των Ιουδαίων του 6ου π.Χ. αι. προβάλλεται στο μέλλον (όπως κάνει ο Ιεζεκιήλ και ο Ιωάννης στην Αποκάλυψή του, κεφ. 4-22) και εκφέρεται μερικές φορές σε χρόνο παρελθόντα όπως θα δούμε παρακάτω. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις στη γλώσσα και στο ύφος ότι είναι ενιαία. Αξιοπρόσεχτο είναι, ότι, στον Ησαΐα, εναλλάσσεται πρόζα με ποίηση, και γίνεται χρήση ενός πλούσιου λεξιλογίου που περιλαμβάνει 2.200 διαφορετικές λέξεις – πολύ περισσότερες από κάθε άλλο συγγραφέα της Π.Δ. Διαχρονικές μελέτες που έγιναν στο λεξιλόγιο και στη γλώσσα μεταξύ του λεγομένου πρώτου τμήματος, και αυτού του δεύτερου, έδειξαν ότι τα κεφ. 40-66 του βιβλίου γράφτηκαν πριν από την εξορία. Άρα, πάμε στον 7ο αι., τότε που ζούσε ο προφήτης(1).
Τα γεγονότα πάντως, και τα υπάρχοντα στοιχεία έρχονται να διαψεύσουν τους ισχυρισμούς της αρνητικής κριτικής.
Μερικά απ' αυτά είναι τα επόμενα:
• Όλο το βιβλίο του Ησαΐα εμπεριέχει σημαντικά σημεία ομοιογένειας και ενότητας. Ενώ η έκφραση "ο Άγιος του Ισραήλ" που αποδίδεται στο Θεό, υπάρχει μόνο 6 φορές σ' ολόκληρη την Π.Δ., στον Ησαΐα υπάρχει συνολικά 25 φορές, απ' τις οποίες 12 φορές στο πρώτο μέρος (κεφ. 1 έως 39) και 13 φορές στο δεύτερο μέρος (κεφ. 40-66). Είναι άραγε, συμπτωματικό αυτό, ή είναι μια σημαντική ένδειξη ότι το βιβλίο προέρχεται από έναν και μόνον συγγραφικό κάλαμο;
Επίσης έχουν επισημανθεί 25 λέξεις και εκφράσεις σε όλο το βιβλίο του που δεν εμφανίζονται σε άλλα προφητικά κείμενα, ή εμφανίζονται σπάνια: π.χ. η εικόνα της γυναίκας που κοιλοπονεί (13:8, 21:3, 26:17,18, 42:14, 45:10, 54:1 κ.ά.), η εικόνα αποκατάστασης του παραδείσου όπου ο λύκος και το αρνί θα συγκατοικούν (Ησ. 11:6, 65:25), η οδός ή λεωφόρος (11:6, 19:23, 35:8, 40:3, 43:19, 49:11, 57:14, 62:10), η Σιών (=Ιερουσαλήμ) λέξη που υπάρχει 29 φορές στα κεφάλαια 1-39 και 18 φορές στα κεφάλαια 40-66, η έκφραση Γιαχβέ Σαβαώθ (Κύριος των Δυνάμεων) κ.άλλ. Ο παραλληλισμός μεταξύ της «ημέρας εκδίκησης» και του «έτους ανταπόδοσης» που υπάρχει τόσο στο Ησ. 34:8, όσο και στο Ησ. 63:4, είναι κάτι το αξιοπρόσεχτο. Το ίδιο και στο Ησ. 61:2· υπάρχει ο ενιαυτός Κυρίου και η ημέρα ανταπόδοσης εναλλακτικά. Ακόμα και η σπάνια έκφραση ‘ράκος αποκαθημένης’ (Ο’) ή ‘πανί εμμηνόρροιας’, εμφανίζεται τόσο στο Ησ. 30:22 όσο και στο Ησ. 64:6. Η φράση «τα χέρια σας είναι γεμάτα αίμα στο Ησ.1:15, υπάρχει στο Ησ.59:3β πανομοιότυπη. Παρόμοια η εικόνα του «στέμματος για το υπόλοιπο» υπάρχει και στα δύο μέρη (Ησ.28:5, 62:3).
Αυτές οι εκφράσεις και άλλες ιδιαίτερες «προσδίδουν μια μοναδικότητα στο βιβλίο που δύσκολα ερμηνεύεται» αν, καθ’ υπόθεση, είναι έργο πολλών συγγραφέων, με διαφορετικό προφανώς ύφος.
• Το βιβλίο δεν φέρει καμιά ένδειξη, επιγραφή ή υποσημείωση ότι είναι προϊόν συλλογικής εργασίας διαφόρων συγγραφέων. Αν ήταν τέτοιο, θα ήταν λογικό να βρίσκαμε αυτό που υπάρχει στους Ψαλμούς και στις Παροιμίες. Ενδείξεις, δηλαδή, ότι, έχουν γράψει ή συμμετάσχει και άλλοι συγγραφείς. Π.χ. Ψαλμοί Δαβίδ, Σολομώντα, Ψαλμοί Ασάφ, Κορέ κ.άλλ. Επίσης, έχουμε Παροιμίες Σολομώντος, Παροιμίες Αγούρ, Λεμουήλ κ.λπ. Κάτι τέτοιο όμως, δεν συναντάμε στο βιβλίο του Ησαΐα που, παρά την ποικιλία ύφους, προβάλλει από αρχαιοτάτων χρόνων ως ενιαίο, και γραμμένο από ένα χέρι. Το βιβλίο μεταφράστηκε από τους Ο' στον 3° ή 2° π.Χ. αιώνα, χωρίς κάποια ένδειξη ότι κάποιες δεκαετίες πριν, προήλθε από τη συνένωση και συμπίληση διαφόρων κειμένων, όπως ισχυρίζεται η αρνητική κριτική.
• Στο δεύτερο μέρος, που υποτίθεται ότι γράφτηκε από κάποιον Δευτεροησαΐα και Τριτο-Ησαΐα, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ειδωλολατρίας του λαού, και καταπολέμησης της ειδωλολατρίας αυτής από τον προφήτη, όπως συνέβαινε και με τους προφήτες των προαιχμαλωσιακών χρόνων (Ησ. 44:9-20, 46:5-7, 57:4-5,13, 65:2-4 και 66:17). Ωστόσο, ιδιαίτερα προβλήματα ειδωλολατρίας σαν κι αυτής που υπαινίσσεται ο προφήτης, σε υψηλούς τόπους, στις ημέρες των ασεβών βασιλέων και ιδίως του Μανασσή (Β’ Βασ. 21:6), δεν υπήρχαν κατά την περίοδο διαμονής στη Βαβυλώνα ή της επανόδου από τη Βαβυλώνα και εγκατάστασης του λαού στην Ιερουσαλήμ από το 537 π.Χ. κι εντεύθεν, στην εποχή δηλαδή των προφητών Ζαχαρία, Αγγαίου κ.λπ., που υποτίθεται ότι έδρασαν κι έγραψαν οι ανώνυμοι Δευτεροησαΐας και τρίτος Ησαΐας. Το βιβλίο του Μαλαχία δεν μνημονεύει την φοβερή προαιχμαλωσιακή ειδωλολατρία ου αναφέρεται στο βιβλίο του Ησαΐα.
Επίσης ο συγγραφέας του υποτιθέμενου β’ μέρους φαίνεται εξοικειωμένος με τη γεωγραφία της Παλαιστίνης (πρβλ. 41:49, 44:14), παρά της Βαβυλώνας, και ο Θεός συνάζει τους πιστούς στην Παλαιστίνη από όπου ήταν σκορπισμένος στα τέσσερα άκρα(2).
• Μέσα στο πρώτο μέρος του βιβλίου (κεφ. 1-39), υπάρχουν μεσσιανικές προφητείες (κεφ. 9 και 11) και άλλες, για την τύχη εθνών (π.χ. Μωάβ, Βαβυλών, Τύρος, Αίγυπτος), που ενοχλούν φανερά τους κριτικούς, αφού εκπληρώθηκαν όπως μπορεί ν' αποδειχτεί από λεπτομερή έρευνα, με τρόπο εκπληκτικό, αιώνες μετά τον 3° π.Χ. αιώνα που υποτίθεται ότι συμπληρώθηκε το βιβλίο. Η προφητεία λόγου χάριν που αφορά την τύχη και ολοσχερή ερήμωση της Βαβυλώνας, βρίσκεται στο πρώτο μέρος του βιβλίου (κεφ. 13ο), αλλά η πλήρης εκπλήρωσή της, έλαβε χώρα τον 2ο μ.Χ. έως και 6ο μ.Χ. αι.!
Επιπλέον, στο 6ο κεφ. του βιβλίου, γίνεται λόγος για την καταστροφή των πόλεων του Ιούδα κι επιστροφή ενός υπολοίπου (εδ. 13), γεγονός που έγινε στο τέλος του 6ου αι. π.Χ. δηλ., 150 τουλάχιστον χρόνια πριν απ’ την προφητεία του πρωτο-Ησαΐα και μετέπειτα.
• Στα χειρόγραφα του Κουμράν (Νεκράς θάλασσας) ανακαλύφτηκαν σε διάφορα σπήλαια, συνολικά 19 αποσπάσματα του βιβλίου του Ησαΐα, πράγμα που δείχνει πόσο αγαπητός ήταν ο προφήτης αυτός στους Ιουδαίους της εποχής εκείνης. Απ' αυτά, το πιο σημαντικό και εκπληκτικό είναι αυτό που ανακαλύφτηκε στο πρώτο σπήλαιο, γνωστό με το διακριτικό lQls, που περιέχει και τα 66 κεφάλαια του βιβλίου, και χρονολογείται από τους ειδικούς ανάμεσα στο 170-150 π.Χ. Τώρα, το αξιοσημείωτο είναι, ότι, το κείμενο αυτό εκτός που είναι πανομοιότυπο με το Εβραϊκο - μασοριτικό κείμενο που διαβάζουμε σήμερα (μετά από 1000 χρόνια αντιγραφών!) το χειρόγραφο, γραμμένο σε δέρμα, σύμφωνα με τον ειδικό που το εξέτασε πρώτος, τον Μίλλαρ Μπάρος (Millard Burrows), δεν φέρει καμιά ένδειξη προηγούμενης συνένωσης διαφόρων κειμένων άγνωστων συγγραφέων σε ένα, ούτε κάποια παραπομπή, επιγραφή ή υποσημείωση περί συρραφής κειμένων πολλών Ησαϊών - όπως το θέλει η αρνητική κριτική -, αλλά εμφανίζεται ενιαίο απ' αρχής μέχρι τέλους ως ένα βιβλίο. Τα κεφάλαια 39-40 είναι γραμμένα στο ίδιο τμήμα δέρματος, κι εκεί που τελειώνει το κεφ. 39 αρχίζει αμέσως το κεφ. 40. Το ίδιο συμβαίνει και με τα κεφ. 55-66. Δεν υπάρχει καμιά αλλαγή ή μεταβολή σε τίποτα(3). Σύμφωνα με τον παραπάνω ειδικό, το γεγονός αυτό, αποτελεί ισχυρό τεκμήριο ενότητας του βιβλίου και διάψευσης των θεωριών της αρνητικής κριτικής. Και τούτο, διότι, στο παραπάνω χειρόγραφο, όταν φθάνουμε στο τέλος αυτού που σήμερα ονομάζουμε κεφ. 33 (33:24), ο αρχαίος (αντι)γραφέας, εσκεμμένα άφησε ένα λευκό κενό (ίσο με ένα κενό τριών σειρών) σημειώνοντας εδώ μια διακοπή στο τέλος της γραφής του, πριν αρχίσει ένα νέο τμήμα που αντιστοιχεί με το σημερινό 34:1. Αυτό αντιστοιχεί με το μέσον του βιβλίου, όπως το είχε αυτός τότε, και όπως το έχουμε κι εμείς σήμερα. Προφανώς, ο αρχαίος (αντι)γραφέας είχε κάποιο λόγο να χωρίσει εδώ το βιβλίο – αλλά δεν είχε, ούτε είδε κάποιο λόγο να χωρίσει το βιβλίο, σ’ αυτό που αντιστοιχεί στα σημερινά κεφ. 39/40 ή 55/56 όπως θα ήταν προφανές, αν είχε υπόψη του διάφορους «Ησαΐες». Η διαίρεση προφανώς είχε χρονολογική σημασία, διότι, τα κεφ. 1-35 ήρθαν σε ύπαρξη κάτω απ’ την διακυβέρνηση των βασιλέων Οζία μέχρι Άχαζ, ενώ τα κεφ. 34-66 στα χρόνια του Εζεκία και ίσως αργότερα.
Όπως παρατήρησαν κι άλλοι αρχαιολόγοι και παλαιογράφοι, το πρώτο αυτό μέρος αντιστοιχεί καλά σε τάξη και θέματα με το δεύτερο μέρος. Σύμφωνα με τον Μίλλαρ Μπάρος (M. Burrows), η ύπαρξη και η ιδιομορφία αυτή του Κουμράνειου Χειρόγραφου του Ησαΐα, μαρτυρεί ότι το «ομώνυμο βιβλίο του προφήτη πηγαίνει σε χρόνο αρκετών αιώνων πίσω, πριν σχηματιστεί αυτό το χειρόγραφο» (4).
Υπάρχει βέβαια, ένα άλλο θέμα που θα πρέπει καταλλήλως να ερμηνευτεί. Στο δεύτερο μέρος του Ησαΐα υπάρχουν κάποια χωρία (Ησ. 44:26, 58:12, 61:4, 63:18, 64:10) που δείχνουν ότι η Ιερουσαλήμ και ο ναός της και πόλεις του Ιούδα είχαν καταστραφεί και βρίσκονται σε ερείπια. Αυτό έχει δώσει λαβή στους αρνητικούς κριτικούς να υποστηρίξουν τη θεωρία τους για τον Δεύτερο και Τρίτο Ησαΐα. Είδαμε όμως ήδη, ότι οι διαχρονικές έρευνες του λεξιλογίου τάσσονται υπέρ της προαιχμαλωσιακής προέλευσης της γλώσσας. Στο πρόβλημα αυτό η εξήγηση προφανώς είναι η ακόλουθη:
Ο Ησαΐας πολλές φορές – όπως και άλλοι προφήτες – χρησιμοποιεί χρόνο παρελθόντα για γεγονότα μέλλοντα. Τούτο οφείλεται κυρίως στη χρήση της εβραϊκής γλώσσας, που ενίοτε ο αόριστος χρησιμοποιείται αορίστως, δηλ. και σε μελλοντικά γεγονότα. Π.χ. στο Ησ. 9:6 διαβάζουμε για μια μεσσιανική προφητεία: «Διότι παιδίον εγεννήθη εις ημάς… και το όνομά του θα ονομαστεί θεός ισχυρός, (Ελ Γκιμπόρ), μεγάλης βουλής άγγελος (Ο’), άρχων ειρήνης». Δηλ., εναλλάσσεται ο παρελθών χρόνος, με τον μέλλοντα.
Το ίδιο συμβαίνει και στο 53ο κεφ. όπου ο «πάσχων δούλος», «παις του Κυρίου» Ο’, δηλ. ο προσδοκόμενος μεσσίας, εμφανίζεται ότι ήρθε ήδη και ορισμένα περιστατικά της ζωής του που θα γινόταν, σαν να έγιναν, δηλ., υπάρχει μικτή γλώσσα παρελθόντος και μέλλοντος. Στο κεφ. 28:15 π.χ. υπάρχει η λέξη «σκεπασθησόμεθα» (Ο’), ενώ άλλες μεταφράσεις λένε «κρυφτήκαμε». Στο κεφ. 21:9, διαβάζουμε «πέπτωκε η Βαβυλών», ενώ είναι μελλοντική προφητεία για την τύχη της Βαβυλώνας. Στο κεφ. Ησ. 23:1 διαβάζουμε για την προφητεία της Τύρου σα να έγινε κιόλας.
Το χωρίο Ησ. 35:10 είναι αντίστοιχο με το χωρίο Ησ. 51:11. Ενώ, αν διάβαζε κανείς μόνο το δεύτερο, θα του δινόταν η εντύπωση ότι ο προφήτης μιλάει για γεγονότα συντετελεσμένα (εξορία – επιστροφή), και άρα, πρόκειται για ιστορία, το πρώτο χωρίο που ανήκει στον λεγόμενο Πρωτο-Ησαΐα, δείχνει ότι πρόκειται για προφητεία που προϋποθέτει την καταστροφή της Σιών, την εξορία και την επάνοδο των Ιουδαίων από τη Βαβυλώνα. Δηλαδή έχουμε προφητεία με τετελεσμένα γεγονότα.
Δηλονότι , στην προφητεία, όταν αυτή είναι βεβαία, και πρόκειται να δοθεί κάποια ειδική έμφαση, θεωρείται τετελεσμένο γεγονός, κάτι που θα γίνει οπωσδήποτε. Παρόμοια, στο Ησ. 25:8 διαβάζουμε για κάτι μελλοντικό. Ότι ο Θεός θα εκμηδενίσει εσχατολογικά το θάνατο, θα «καταπιεί» τον θάνατο. Θα σφουγγίξει τα δάκρυα από τα πρόσωπα των ανθρώπων. Έτσι το αποδίδουν όλες οι σύγχρονες μεταφράσεις από τα Εβραϊκά, και η παραπομπή μάς υποδεικνύει ως αντίστοιχο το εδάφιο Αποκ. 21:4, που λέει ανάλογα ότι ο Θεός θα εξαλείψει τα δάκρυα των ανθρώπων και ο θάνατος δεν θα υπάρχει πια, μελλοντικά, εσχατολογικά.
Ωστόσο, η μετάφραση των Ο’ στο αντίστοιχο εδάφιο, λέει επί λέξει: «Κατέπιεν ο θάνατος ισχύσας και πάλιν αφείλε Κύριος ο Θεός παν δάκρυον από παντός προσώπου, το όνειδος του λαού αφείλεν από πάσης της γης».
Εδώ, λοιπόν, έχουμε χρόνο παρελθόντα για ένα γεγονός μελλοντικό, προφανώς για λόγους έμφασης και βεβαιότητας. Σαν κάτι να έγινε κιόλας!
Έτσι, και στη Γεν. 15:18, διαβάζουμε την θεία υπόσχεση στον Αβραάμ «Στο σπέρμα σου έδωσα (δέδωκα Ο’) την γην ταύτην…». Ενώ, βέβαια, ούτε σπέρμα υπήρχε ακόμη (Ισαάκ), κι αυτό συνέβη πολύ αργότερα. Και ο προφήτης Ιερεμίας εκφέρει προφητική κρίση για τον Μωάβ σε χρόνο παρελθόντα (Ιερ. κεφ 48). Τα παραδείγματα μπορούν να πολλαπλασιαστούν, αλλά το συμπέρασμα είναι το ίδιο. Προφανώς, είναι η χρήση της γλώσσας κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δίνει την εντύπωση ότι συντελέστηκε η προαναγγελλόμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ενώ πρόκειται για μελλοντικά γεγονότα, που ίσως τα οραματίζεται ο προφήτης(5).
• Περιττό βέβαια, να ειπωθεί, ότι, στην περίπτωση που οι κριτικοί έχουν δίκιο, ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου που εμπεριέχει σύμφωνα με έναν υπολογισμό 111 ξεχωριστές προφητείες για διάφορα μελλοντικά γεγονότα που αφορούσαν το λαό Ισραήλ, τον ερχόμενο Μεσσία, την βασιλεία (κυριαρχία) του Θεού και διάφορες κρίσεις για τα γειτονικά έθνη (Φιλισταία, Μωάβ, Αίγυπτο, Ασσυρία, Βαβυλώνα, Τύρο κ.άλλ., κυρίως στα κεφ. 13-23), πρέπει να θεωρηθεί άνευ αντικειμένου, και οι προφητείες αυτές πλαστές και υποβολιμαίες. Στην πραγματικότητα θα πρέπει να θεωρηθούν ως «ιστορία μεταμφιεσμένη σε προφητεία» (vaticinium ex eventu), αφού χρησιμοποιεί χρόνο μέλλοντα για υποτιθέμενα μελλοντικά γεγονότα, ενώ αυτά είχαν ήδη πραγματοποιηθεί και ήταν ήδη ιστορία νεκρή. Σ' αυτή την περίπτωση, ένας ολόκληρος λαός, έγινε θύμα μιας καλοστημένης απάτης, αφού από τον 2° π.Χ. αιώνα και μετά, οι Ιουδαίοι πίστευαν και διάβαζαν το βιβλίο του Ησαΐα ως ένα ενιαίο βιβλίο, ενός συγγραφέα, τον προφήτη Ησαΐα. Επίσης θα πρέπει να παραπλανήθηκαν οι: Σειραχίδης, Φίλων, Ιώσηπος, Γραμματείς, Φαρισαίοι, Εσσαίοι, Κουμρανίτες κ.άλλ. Ιουδαίοι του 1ου αι. μ.Χ., διότι όλοι αυτοί είχαν υπόψη τους ένα βιβλίο, ενός προφήτη. Ήδη, στο 200 π.Χ. ο Ιησούς Μπεν Σειράχ γνωρίζει μόνον έναν Ησαΐα και όχι πολλούς! (Σοφία Σειράχ 48:22,24). Όπως παρατηρεί ο E.J.Young «Η παράδοση της Ησαϊκής συγγραφής εμφανίζεται τόσο νωρίς όσο ο Εκκλησιαστικός. Στο 14:17-25 (στο Εβραϊκό) διαβάζουμε ο [Ησαΐας] παρηγορεί (παρακαλείν Ο’) τους κατοίκους της Σιών. Το ίδιο ρήμα υπάρχει στο Ησ.40:1 και 61:1-2 κατά τους Ο’, δηλ. προφανώς γνωρίζει τη μετάφραση των Ο’(6). Ο Ιώσηπος (Αρχαιολογία ΧΙ, Ι, 1-2) λέει ότι ο Κύρος πείστηκε να επιτρέψει την επιστροφή των Ιουδαίων και την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ από τις προφητείες του Ησαΐα που αναφέρονται σ’ αυτόν. Ποιος την έκανε αυτή την "απάτη", και γιατί, και πως κατόρθωσε να μη γίνει τότε αντιληπτός, ενώ έγινε αντιληπτός μετά από 25 αιώνες, από τους αρνητικούς κριτικούς, αυτό είναι ένα αναπάντητο μυστήριο, μέχρι σήμερα.
• Τελικά, ανακύπτουν μερικά άλλα εύλογα ερωτήματα: Ποιος ήταν αυτός ο ανώνυμος Δευτερο-Ησαΐας, και ποιος ο Τριτο-Ησαΐας; Πώς και γιατί χάθηκαν τα ονόματά τους, πώς η «ιστορία άνοιξε τις σιαγόνες της και τους κατάπιε», τη στιγμή που διαφυλάχτηκαν κείμενα προφητών ησσόνων, όπως του Αβδιού, Ναούμ, του Ιωνά κ.λπ., κείμενα ολίγων σελίδων, και δεν διαφυλάχτηκαν τα ονόματα απ’ τους μεγαλύτερους προφήτες όπως θεωρούνταν ο Δευτεροησαΐας και ο Τριτοησαΐας; Γιατί δεν κάνουν λόγο γι’ αυτούς οι άλλοι σύγχρονοι με αυτούς προφήτες όπως ο Ιεζεκιήλ, ο Ιερεμίας κ.λπ. που ζούσαν υποτίθεται μαζί τους; Πώς συνέβη ο Δευτεροησαΐας, που έγραψε καθ’ υπόθεση τις ωραιότερες σελίδες της Παλαιάς Διαθήκης και ξεπέρασε τον Πρωτο-Ησαΐα, το δάσκαλό του, να παραμείνει ανώνυμος, ενώ ο δάσκαλος είναι επώνυμος; Πού έδρασαν αυτοί οι υποτιθέμενοι προφήτες; Αυτά είναι μερικά αναπάντητα και ενοχλητικά ερωτήματα για τους αρνητικούς κριτικούς.
Είναι φανερό ότι δημιουργούνται περισσότερα προβλήματα και ερωτήματα με την αποδοχή της θεωρίας της αρνητικής κριτικής, παρά με την αποδοχή της παραδεδεγμένης άποψης περί ενός Ησαΐα. Το να δεχθεί βέβαια, κανείς ότι, κάποιοι από τους μαθητές του Ησαΐα συνέχιζαν τα γραπτά του (πρβλ. Ησ. 8:16-18) και διευκρίνησαν κάποια σημεία(7), και ταξινόμησαν τα γραπτά του, τούτο, διαφέρει κατά πολύ από το να υποστηρίζει κάποιος, ότι το βιβλίο γράφτηκε από έναν «γαλαξία συγγραφέων» μεταξύ του 8ου και του 2ου αι. π.Χ., κάνοντάς το να φαίνεται προβληματικό και μεταχρονολογημένο, αφού, σε τελευταία ανάλυση από τους 1260 στίχους του βιβλίου, οι κριτικοί μόνον τους 200 περίπου δέχονται ως γνήσιους του ίδιου του Ησαΐα!
• Τέλος, θα πρέπει με έμφαση να λεχθεί ότι, οι συγγραφείς της Κ.Δ., δεν αποδέχονται, αλλά ανατρέπουν τους ισχυρισμούς των κριτικών. Ο απ. Παύλος γνωρίζει έναν μόνον Ησαΐα και παραπέμπει αδιακρίτως στις επιστολές του απ' όλα τα μέρη και τα κεφάλαια του βιβλίου (πρβλ. Ρωμ. 10: 16, 20· 15: 12, με Ησαΐα 53: 1, 65: 1, 11: 1). Το ίδιο κάνουν και οι λοιποί συγγραφείς της Κ.Δ. (Ιωαν. 12: 37, 44, 19: 5-7, Ματθ. 8: 16, 17, A' Πετρ. 2: 24, 25, Πράξεις Απ. 8: 32, 35, 33, Ρωμ. 10:20, Εβρ. 7: 27, Λουκ. 22: 37). Είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτο ότι στο Ιωάν. 12:38-41 ο στίχος 38 παραθέτει από το Ησ. 53:1, ενώ ο στίχος 40 παραθέτει από το Ησ. 6:9-10. Και καταλήγει ο Ιωάννης «ταύτα είπε ο Ησαΐας»… Δηλ., γνωρίζει μόνον έναν Ησαΐα κι ένα βιβλίο Ησαΐα.
Για όλους τους συγγραφείς της Κ.Δ., υπάρχει ένας μόνο Ησαΐας, ο γνωστός Ησαΐας ο προφήτης του 8ου – 7ου αι. - κανείς άλλος. Και απ’ αυτόν θεωρείται ότι προέρχεται το ομώνυμο βιβλίο. Είναι λόγια του, γραμμένα από τον ίδιο, ή τους μαθητές του. Το εδ. Ματθ. 3:3 παραθέτει από το Ησ. 40:3 ως «λαληθέν υπό του προφήτου Ησαΐα». Μάλιστα, από τις 37 παραθέσεις που γίνονται στην Κ.Δ. στα κεφ. 40-66, τουλάχιστον οι έντεκα αποδίδονται στον προφήτη Ησαΐα ονομαστικά!
Ο ίδιος ο Ιησούς, στην Ναζαρέτ, όταν του δόθηκε στη συναγωγή το βιβλίο του προφήτη Ησαΐα (που πρέπει να έμοιαζε με αυτό που ανακαλύφτηκε στο Κουμράν), διάβασε από το βιβλίο του προφήτη, και μάλιστα, από το δεύτερο μέρος (Λουκ. 4: 18-21, Ησ. 61:1 επ.) και εφήρμοσε στον εαυτό του το τμήμα της προφητείας αυτής(8). Ο Ιησούς δεν αναφέρθηκε ποτέ σε κάποιον υποτιθέμενο Δεύτερο - Ησαΐα ή Τρίτο – Ησαΐα, ούτε έκανε έστω κάποιον υπαινιγμό για κάτι τέτοιο. Και ο απ. Πέτρος (Β’ Πέτρ. 3:13) έδειξε ότι η μεγαλειώδης μελλοντική εκπλήρωση της προφητείας των "Νέων ουρανών και νέας γης" είναι σύμφωνη με την υπόσχεση του Θεού που δόθηκε μέσω του προφήτη Ησαΐα (Ησ. 65: 17, 18, 66: 22, 23). Το ίδιο διαβάζουμε και στην Ιωάννεια Αποκάλυψη (21: 1-5).
Είχα γράψει το παρόν μελέτημα, όταν διάβασα κάποιες παραπομπές στη βιβλιογραφία και διαπίστωσα ότι τα τελευταία χρόνια γίνεται μια στροφή στην έρευνα, κι ότι υπάρχουν ερευνητές οι οποίοι διακρίνουν το βιβλίο του Ησαΐα όχι όπως το θέλει η αρνητική κριτική εδώ και χρόνια, αλλά διαιρεμένο όπως στο χειρόγραφο του Κουμράν! Δηλ. κεφ. 1-33 και 34-66. Το πρώτο έχει θεματικές κρίσεις και υποσχέσεις για την Ιερουσαλήμ, το δεύτερο η κρίση εκτελείται – εκτελέστηκε και η αποκατάσταση πλησιάζει(9).
Πράγματι, όπως και να το δούμε, το βιβλίο του Ησαΐα είναι αξιοθαύμαστο. Είναι όπως και όλη η Βίβλος, "θεόπνευστο" και ωφέλιμο για πάντα. Μια μινιατούρα της Βίβλου της ίδιας. Περιέχει θεολογία, ιστορία, προφητεία και ηθική διδαχή, με έναν ενιαίο τρόπο. Αδιάσπαστο. Και ο Ησαΐας θα πρέπει να εκληφθεί ως ο απ. Παύλος της Παλαιάς Διαθήκης, όπως τον χαρακτήρισαν επιτυχώς κάποιοι.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι, το χωρίο Ησ. 2:4 «θα σφυρηλατήσουν τα μαχαίρια τους σε υνία και τις λόγχες για δρεπάνια… και δε θα μάθουν πια τον πόλεμο», είναι χαραγμένα σε τοίχο του Ralf Bunche Park στη Νέα Υόρκη, κοντά στο κτήριο που στεγάζεται ο Ο.Η.Ε. – ένα μεσσιανικό όραμα για όλη την ανθρωπότητα, για όλη την αιωνιότητα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
-
Βλ. Mark Rooker, Fall Dating Isaiah 40-66: What Does the Linguistic Evidence Say, Westminster Theological Journal (vol. 58:2, 1996). Την ενότητα του βιβλίου για γλωσσικούς λόγους είχε υποστηρίξει και ο μεγάλος λεξικογράφος W. Gesenius (1786-1842) σε σχετικό υπόμνημά του.
-
Gleason L. Archer, A Survey of Old Testament introduction σελ. 318,320.
-
Millar Burrows, The Dead Sea Scrolls (New York 1955), σελ. 305-315. Βλ. επίσης W.H. Brownlee, The Meaning of the Qumran Scrolls for the Bible (New York 1964) σελ. 247-53 και R.K. Harrison, Introduction to the Old Testament, σελ. 786 επ.
-
M. Burrows, The Dead Sea Scrolls (1955) σελ. 109.
-
Πρβλ. David and Pat Alexander, Το εκπληκτικό εγχειρίδιο της Βίβλου (1993) σελ. 378.
-
E.J.Young, An Introduction to the Old Testament (1958) σελ. 220.
-
Πρβλ. Ταλμούδ Baba Bathra 15α. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι μεταγενέστεροι συγγραφείς της Π.Δ. φαίνεται να παραθέτουν προφητείες από το τμήμα 40-66 όπως φαίνεται από τον παραλληλισμό Ησ.60:7 με Έσδρα 7:27, γεγονός που δεν θα λάβαινε χώραν, αν ήταν του μεταγενέστερου Δευτεροησαΐα.
-
πρβλ. Gleason L. Archer, Encyclopedia of Biblical Difficulties (1982) σελ. 265-266.
-
Βλ. David L. Petersen, The Prophetic Literature: An Introduction (2002) και Marvin A. Sweeney, Isaiah 1: 39: With an Introduction to Prophetic Literature (1996).
ΕΠΙΛΟΓΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Παναγιώτης Μπρατσιώτης, Ο προφήτης Ησαΐας (Αθήνα 1956)
O. T. Allis, The Unity of Isaiah: A Study in Prophecy (1977)
R. K. Harrison, Introduction to the Old Testament (1969)
G. L. Archer Jr., A survey of Old Testament Introduction (2007) ιδίως σελ. 307-331
E. J. Young, An Introduction to the Old Testament (1958)
--- Who Wrote Isaiah? (n.d.)
--- Book of Isaiah 3 τόμοι (1965-1972)
W. H. Brownlee, The Meaning of the Dead Sea Scrolls for the Bible (1964)
S. R. Driver et.al., The Fifty-Third Chapter of Isaiah According to Jewish Interpreters (n.d.)
N. L. Geisler and T. Howe, When Critics Ask (1992)
ESV Study Bible, Introduction to Isaiah
D. Guthie, J. A. Motyer κ.άλλ., New Bible Commentary Isaiah, κυρίως σελ. 588-591.