Ιδού εγώ επί σε,
λέγει Κύριος ο Θεός ο παντοκράτωρ.
Ναούμ 3:5
Ένα από τα πιο εξέχοντα χαρακτηριστικά της Βίβλου, που επαληθεύουν τον ισχυρισμό των συγγραφέων της ότι γράψανε με το πνεύμα του Θεού, είναι οι πολυάριθμες προφητείες της. Προφητείες που εκπληρώθηκαν μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, με έναν τρόπο εκπληκτικό. Οι προφήτες του αρχαίου Ισραήλ (Ησαΐας, Ιερεμίας, Ωσηέ, Σοφονίας κ.λπ.) πέραν από τις γνωστές μεσσιανικές προφητείες, προφήτευαν, δηλαδή ανήγγειλαν τις βουλές, το θέλημα του Θεού στους συγχρόνους τους. Ταυτόχρονα, προέλεγαν μελλοντικά γεγονότα του εγγύτερου ή απώτερου μέλλοντος, για να φανεί ότι ο Θεός κατευθύνει την ιστορία και ότι αυτοί ομιλούν κατ’ εντολή του Θεού, με θείο κύρος. Έτσι, γιατί μόνον ο Θεός μπορεί να αναγγέλλει το μέλλον. «Απ’ αρχής το τέλος και από πρότερον τα μη γεγονότα». Μόνον Αυτός μπορεί με απόλυτη πεποίθηση να λέει, «η βουλή μου θα σταθεί και θα εκτελέσω το θέλημά μου» (Ησαΐας 46:10).
Μια από τις δεκάδες προφητείες του «ιερού προφητικού λόγου» που διαφυλάχθηκε στις σελίδες της Π. Διαθήκης είναι αυτή που δια μέσου των προφητών Ναούμ και Σοφονία ανήγγειλε ο «Κύριος των δυνάμεων» (Γιαχβέ Σαβαώθ) ως καταδικαστική κρίση, κατά της Νινευή, της ξακουστής πρωτεύουσας της αρχαίας Ασσυρίας.
Η Νινευή εξαιτίας της αιματοχυσίας και της σκληρής ωμότητας των βασιλιάδων της, έμεινε στην ιστορική μνήμη του Ισραήλ ως η «φαυλίστρια πόλη, η πόλη των αιμάτων».
Η αρχαιότατη ιστορία της, σκεπασμένη με την αχλύ του θρύλου και του μύθου, προβάλλει για ιδρυτή της, τον Ασσούρ. Και σαν εξωραϊστές της, τον Νίνο και τη θρυλική Σεμίραμις. Από το βιβλίο της Γένεσης πληροφορούμαστε ότι ιδρυτής της υπήρξε ο πολεμοχαρής σκληρός κυνηγός Νεβρώδ (Γεν. 10:11, 12, Μιχαίας 5:6). Αρχαιολογικές και ιστορικές ενδείξεις δείχνουν ότι ήταν κατοικημένη από τη 2η χιλ. π.Χ. Μετά από πολλούς αιώνες, η πόλη έγινε πρωτεύουσα της Ασσυριακής αυτοκρατορίας, επί Σενναχειρίμ (7ος π.χ. αιώνας), ο οποίος μάλιστα την εξωράισε και έκτισε το μεγάλο τείχος της Νινευή μήκους 15 χιλιομέτρων περίπου. Η πόλη, ήταν χτισμένη στις όχθες του ποταμού Τίγρη, σχεδόν απέναντι της σημερινής Μοσούλης στο Βόρειο Ιράκ.
Η Νινευή μαζί με τα προάστιά της, τη Χαλάλ και Ρεσέν, αποτελούσαν μια μεγάλη πόλη. Σύμφωνα με τον ιστορικό του 1ου π.Χ. αιώνα, Διόδωρο το Σικελιώτη, ήταν χτισμένη πάνω σε υψώματα, λόφους. Είχε σχήμα παραλληλόγραμμο, μήκους 150 σταδίων και πλάτους 90 σταδίων, περίμετρο 480 στάδια (64 μίλια) δηλαδή, περίπου όσο είναι το σημερινό Λονδίνο με τα προάστιά του![1]
Σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό, τα τείχη που περιέβαλαν την πόλη είχαν ύψος 100 πόδια (33 μ. περίπου) και πλάτος 20 μέτρα, δηλαδή ήτανε αρκετά φαρδιά για να τρέχουν πάνω τους τρία άρματα το ένα δίπλα στο άλλο! Τα τείχη προστατεύονταν από 1.500 υπερμεγέθεις πύργους, ύψους όσο ένα 20όροφο κτίριο, και από 15 πύλες. Γύρω από τα τείχη υπήρχε πλατιά τάφρος 45 μέτρων, που της προσέδιδε μεγαλύτερη ασφάλεια. Ενώ θα μπορούσε κανείς να εκλάβει τις πληροφορίες αυτές του Διόδωρου του Σικελιώτη σαν υπερβολικές, οι ανασκαφές στη Νινευή, επιβεβαίωσαν τα λόγια του, αποκαλύπτοντας την αχανή έκταση και την καταπληκτική της οχύρωση.[2] Η εσωτερική και κυρίως Νινευή, είχε μήκος 4,5 χιλιόμετρα και πλάτος 2 χιλιόμετρα και η περίμετρος των τειχών της, είχε μήκος 12 χιλιομέτρων, το δε ύψος τους κυμαινόταν από 12–13,5 μέτρα. Μόνο το ανάκτορο του Σενναχειρίμ καταλάμβανε εμβαδόν 183×192 μέτρα και είχε 80 δωμάτια!
Γύρω στον 8ο–7ο π.Χ. αιώνα, στη διάρκεια των βασιλιάδων Σαλμανασάρ, Σαργών Β΄, Σενναχειρίμ και Εσαραδδών, η Ασσυρία και η Νινευή βρίσκονταν στον κολοφώνα της δύναμης, της δόξας και της στρατιωτικής των δύναμης. Οι βασιλιάδες της Νινευή την εποχή εκείνη, είχαν ξεπεράσει την ισχύ και την επιρροή της Βαβυλώνας. Ο Ασουρμπανιμπάλ μάλιστα, το 648 π.Χ. την είχε καταστρέψει, καθώς και ο Σενναχειρίμ το 689 π.Χ και με τα ισχυρά στρατεύματά τους, σκορπούσαν το φόβο και τον τρόμο σ’ όλους τους μικρούς λαούς της Εγγύς Ανατολής. Γι’ αυτό, οι βασιλείς τους, έσπευδαν να συμβιβαστούν και να υποκύψουν στις επιθυμίες των Ασσυρίων, γενόμενοι φόρου υποτελείς (πρβλ. Β΄ Βασ. 16:9, 17:3, 5, 6, Β΄ Χρον. 33:11). Οι εχθροί της περήφανης πόλης, όσοι δεν έσκυβαν υποτακτικά το κεφάλι, αφανίζονταν με θηριώδεις τρόπους. Οι Ασσύριοι βασιλιάδες εφάρμοζαν την πολιτική της μεταφοράς των αιχμαλώτων των λαών σ’ άλλες χώρες, ώστε να αφομοιωθούν και να χάσουν την εθνική τους ταυτότητα (πρβλ. Β΄ Βασ. 17:24). Τους αιχμαλώτους πολέμου, τούς περίμενε φρικιαστικός θάνατος με τρομερά βασανιστήρια. Δεμένοι με αγκίστρια από τη μύτη ή τα χείλια τους, οι αιχμάλωτοι σέρνονταν με σχοινιά. Ο αιμοβόρος βασιλιάς και οι στρατιώτες του, τους έβγαζαν τα μάτια με την αιχμή του δόρατος! Άλλοι αιχμάλωτοι δοκίμαζαν αφάνταστους πόνους πριν πεθάνουν με ανασκολοπισμό, ή πριν καούν ή γδαρθούν ζωντανοί. Έγδερναν τους αιχμαλώτους πολέμου και με τα δέρματά τους, έντυναν τις κολώνες των ναών τους. Από τους αρχαιολόγους έχουν αποκαλυφθεί στα ερείπια των ανακτόρων παραστάσεις, που απεικονίζουν αυτού του είδους τα βασανιστήρια και μεθόδους εκτελέσεως. Χιλιάδες παιδιά, τα έριχναν στη φωτιά. Έφτιαχναν λόφους, μ’ ανθρώπινα κρανία! Τους έκοβαν τις μύτες, τα αυτιά και τα δάχτυλα!
Οι πόλεις που τολμούσαν να αντισταθούν, κυριεύονταν, ερημώνονταν, πυρπολούνταν και ισοπεδώνονταν από τις θηριώδεις μιλιταριστικές δυνάμεις της ασσυριακής αυτοκρατορίας. Σαν λιοντάρι, ο Ασσύριος βασιλιάς έφερνε τη λεία του στα λιονταράκια του και αποθήκευε θηράματα, σύμφωνα με τον παραστατικό τρόπο των λόγων του προφήτη Ναούμ που με μια ζωντανή, χυμώδη ποιητική γλώσσα, μας έδωσε το «επιθανάτιο άσμα της Νινευή», στο ομώνυμο βιβλίο του.
Η Νινευή επί δεκάδες χρόνια απόκτησε τεράστια φήμη. Για την απερίγραπτη σκληρότητα των βασιλιάδων της, για την «αλαζονεία των επηρμένων ματιών της», για το «εμπόριο των εμπόρων της που ήταν πολυπληθέστεροι απ’ τα άστρα του ουρανού», για τη λαφυραγώγηση, την καταπίεση και τον εκβιασμό των αδυνάτων από τα στρατεύματά της, για την τρομοκρατία, και για τη φαυλότητα, την ειδωλολατρία, τον πλούτο και την τρυφηλή ζωή των κατοίκων της (Ναούμ 2:9). Ήταν η φαυλίστρια πόλη των αιμάτων! Η ασσυριακή Ρώμη της εποχής των Καισάρων!
Για ένα χρονικό διάστημα οι κάτοικοι της πόλης, φάνηκε σα να μετάνιωσαν για την ανομία τους, ακούγοντας το άγγελμα του προφήτη Ιωνά, που στάλθηκε από το Θεό για να κηρύξει, στον 9ο–8ο π.Χ. αιώνα. Αλλά πολύ γρήγορα και πάλι, άρχοντες, στρατός και λαός, συνέχισαν τον ίδιο αχαλίνωτο τρόπο ζωής. Με αποτέλεσμα να επισύρουν την δίκαιη, οριστική και αμετάκλητη καταδικαστική κρίση του Θεού (πρβλ. Ιερ. 18:7–10, Ναούμ 1:2, 3, 7, 9) όταν η μακροθυμία του υποχώρησε προ της δικαιοσύνης του. Έτσι, η αλαζονική πόλη που διακήρυττε, «εγώ είμαι και δεν είναι άλλη εκτός εμού», σύμφωνα με το θείο θέλημα, θα καταστρέφονταν από άλλους εχθρικούς λαούς και θα εξαφανιζόταν από τον χάρτη της ιστορίας!
Έτσι ο μεταγενέστερος προφήτης Ναούμ, χρονικά και ιστορικά συμπληρώνει τον προφήτη Ιωνά. Εδώ έχουμε την συνέχεια της ίδιας ηθικής ιστορίας (John Davison).
Ο προφήτης Ναούμ (= παρηγοριά) με θεία έμπνευση κατέγραψε τις προφητικές κρίσεις του Θεού (βιβλίον οράσεως Ο΄) ενάντια στην «καθεστώσα» δείχνοντας ότι οι πιστοί Ιουδαίοι θα πρέπει να αποβλέπουν στον Θεό ως παρηγοριά και «πραγματικό οχυρό», που θα τους προστάτευε από τις άδικες επιθέσεις της Νινευή (Ναούμ 1:3, 7, 15). Αυτές οι κρίσεις (74% του βιβλίου) αποτέλεσαν και το «λήμμα», το επιθανάτιο άσμα της.
2:13: «Ιδού εγώ είμαι εναντίον σου… και θα κάψω τις άμαξές σου (το πλήθος σου Ο΄)… μέχρι καπνού… Δεν θα ξανακουσθεί η φωνή των πρέσβεών σου».
3:13: «… οι πύλες της γης σου θα ανοιχτούν στους εχθρούς σου· φωτιά θα καταφάγει τις αμπάρες σου».
2:6: «Οι πύλες των ποταμών θα ανοιχθούν και τα παλάτια θα διαλυθούν».
3:15: «Φωτιά όμως θα σε καταφάγει».
3:19: «Δεν είναι ίαση στο σύντριμμά σου· η πληγή σου είναι θανάσιμη».
1:8: «Με πλημμύραν κατακλύζουσα θα κάνει συντέλεια του τόπου της και σκοτάδι θα καταδιώξει τους εχθρούς του».
1:10: «Καθώς είναι μπλεγμένοι τώρα σαν τ’ αγκάθια και μεθυσμένοι απ’ το πολύ κρασί, θα φαγωθούν απ’ τη φωτιά εντελώς, καθώς κατάξερο άχυρο».
2:9: (10): «Αρπάζετε ασήμι, πορθητές, χρυσάφι αρπάξτε! Η πόλη είναι γεμάτη θησαυρούς, πληθώρα τα πολύτιμα αντικείμενα».
«Ιδού εγώ είμαι εναντίον σου λέγει ο Κύριος των δυνάμεων… θέλω σε καταισχύνει και θέλω σε καταστήσει εις θέαμα. Και πάντες οι βλέποντές σε θέλουσι φεύγει από σου, και θέλουσι λέγει, Η Νινευή ερημώθη· τις θέλει συλληπηθή αυτήν;».
***
Πότε γράφτηκαν τα τρομαχτικά, καταγγελτικά αυτά λόγια;
Από το περιεχόμενο του βιβλίου προκύπτει ότι στις μέρες του Ναούμ η Αιγυπτιακή πόλη Νω, Αμμών (Θήβες) είχε καταστραφεί τελείως (Ναούμ 3:8). Από τα ασσυριακά χρονικά, μαθαίνουμε ότι οι Θήβες έπεσαν στα χέρια του θηριώδη Ασσουρμπανιπάλ (περίφημος για τη βιβλιοθήκη του των 25.000 σφηνοειδών κειμένων), το 663 π.Χ. Αυτό σημαίνει ότι ο προφήτης πρέπει να έγραψε τα παραπάνω λόγια μετά από το έτος αυτό, βλέποντας την καταστροφή της Νινευή, σαν κάτι το επερχόμενο, το μελλοντικό. Σύμφωνα με τον ειδικό ερευνητή Walter Maier, το βιβλίο του Ναούμ πρέπει να συνετέθη γύρω στο 650 π.Χ., στην Ελκώς, πολίχνη του δίφυλου βασιλείου του Ιούδα. Ο κριτικός R. H. Pfeiffer δέχεται ότι γράφτηκε ανάμεσα στα 625 και 612 π.Χ.[3]
Μ’ ένα παρόμοιο τρόπο για την τύχη της Νινευή εκφράστηκε ένας άλλος προφήτης του Ισραήλ τον 7ο π.Χ. αιώνα, ο Σοφονίας, (έζησε στις μέρες του βασιλιά του Ιούδα Ιωσία, σύμφωνα με τις πληροφορίες του ίδιου του βιβλίου). Να τι λέει ο Σοφονίας.
2:13: «(Ο Θεός) θα εκτείνει το χέρι στο βορρά και θα αφανίσει την Ασσυρία και θα μετατρέψει την Νινευή σε ερείπια, τόπον άνυδρο σαν την έρημο».
2:14: «Και ποίμνια θα βόσκουν ανάμεσά της… και ο πελεκάνος και ο σκαντζόχοιρος θα κατοικούν στα ερειπωμένα της κιονόκρανα· θα ερημωθούν οι πύλες…»
Οραματιζόμενος το τέλος της, ο προφήτης γράφει:
2:15: «Εκεί θα καταντήσει η πόλη η ξένοιαστη, που νόμιζε πως είναι ασφαλής και πως αυτή είναι και κανένας άλλος. Να, λοιπόν, που έγινε ερείπια, κρησφύγετο των αγριμιών! Καθένας που από κοντά της θα περνάει, θα σφυρίζει, και με χειρονομίες τη φρίκη του θα δείχνει».
Ακόμα και ο προφήτης Ησαΐας τον 8° αι. π.Χ. προέβλεψε το τέλος της Ασσυριακής αυτοκρατορίας (Ησ. 10:12, 24–26, 30:30–33, 71:8, 9) και συνακόλουθα της πρωτεύουσάς της, της Νινευή.
Το μήνυμα που προερχόταν από το πύρινο άγγελμα των προφητών, ήταν σαφές. Η Νινευή, η θηριώδης πόλη, η «πόλις αιμάτων», επρόκειτο να κυριευθεί, να καταστραφεί, μα ισοπεδωθεί, να γίνει έρημος και να αφανισθεί. Θα δοκίμαζε έτσι τον ίδιο πόνο και τη θλίψη που επέφερε αυτή επί χρόνια στα θύματά της.
Ποιος παρανοϊκός νους όμως, θα μπορούσε να διανοηθεί ποτέ, ότι θα ήταν δυνατόν μια τέτοια πόλη, «υψηλή και δυνατή σαν κέδρος του λιβάνου» με τέτοια φοβερή οχύρωση, με αμυντική τάφρο που είχε 42 μέτρα πλάτος, και με ένα άριστα εξοπλισμένο στρατό, πάνω στον κολοφώνα της δύναμής της, να πέσει σε συντρίμμια, η ιστορία ν’ ανοίξει τα σαγόνια της και να την καταπιεί, ώστε αργότερα να καταπονιστεί στους ωκεανούς της λήθης; Ποια πιθανότητα υπήρχε, να εκπληρωθεί μια τέτοια εξωφρενική και παράτολμη πρόβλεψη;
Μόνον Αυτός που μπορεί να ματαιώσει τους διαλογισμούς των ψευδολόγων και να μωράνει την «επιστήμη των σοφών», μόνο ο Παντοκράτωρ, ο ζών Θεός, μπορούσε να προείπει και να εκτελέσει μια τέτοια προφητεία, που πήγαινε κόντρα τις ανθρώπινες προβλέψεις, μια προφητεία που ερχότανε ενάντια στο ρεύμα της ιστορίας! Αυτό το συγκλονιστικό μήνυμα, βγαίνει ολοκάθαρα απ’ τις σελίδες των βιβλίων των προφητών… και από τα αδιάψευστα ιστορικά γεγονότα.
Ένας απλός αναγνώστης της Βίβλου, διαβάζοντας τις παραπάνω προφητείες των Ναούμ και Σοφονία, του Ησαΐα κ.ά., θα έβγαζε ίσως το συμπέρασμα ότι ο Θεός μέσω των προφητών του, προείπε απλά την καταστροφή και το τέλος της Νινευή. Αλλά μια προσεκτική μελέτη των προφητικών λόγων, αποκαλύπτει ότι οι προφητείες αυτές αναφέρουν και πλήθος λεπτομερειών σχετικά με την κατάληψη, καταστροφή και ερήμωση της πόλης, λεπτομέρειες που δεν μπορούν, και δεν πρέπει, να περάσουν απαρατήρητες. Όταν μάλιστα αυτές εκπληρώθηκαν αιώνες αργότερα, με συγκλονιστικό τρόπο, όπως τούτο αποδεικνύεται από συγγράμματα μεταγενεστέρων, ανυποψίαστων, εθνικών συγγραφέων και από την αρχαιολογική σκαπάνη, που χτύπησε στα πρόσφατα χρόνια τα θαμμένα ερείπια της Νινευή, αναταράζοντας το γλυκό ύπνο τους…
Μια προσεχτική έρευνα των προφητικών κειμένων, φανερώνει ότι οι προφήτες μίλησαν για τα εξής επί μέρους σημεία και γεγονότα, που θα λάβαιναν χώρα με την κατάληψη της πόλης και μετέπειτα.
1. Η Νινευή θα κυριευόταν από τους εχθρούς της σε σύντομο διάστημα.
2. Η πόλη θα καταστρέφονταν με νερό και φωτιά (Ναούμ 1:8, 2:6, 9, 3:13, 15).
3. Οι Ασσύριοι θα καταλαμβάνονταν από τους εχθρούς τους μεθυσμένοι (Ναούμ 1:10, 3:11).
4. Το χρυσάφι και το αργύριο της πόλης, θα λαφυραγωγούνταν από τους εχθρούς της (Ναούμ 2:9).
5. Η Νινευή θα καταστρέφονταν, θα αφανίζονταν και θα ερημώνονταν (Ναούμ 1:9, 2:10, 3:7, 19 και Σοφ. 2:13, 15).
6. Ποίμνια θα βοσκούσαν στα ερείπιά της και άγρια θηρία θα κατοικούσαν στο χώρο της (Σοφ. 2:14).
7. Θα εξαφανισθούν οι απόγονοι (το σπέρμα) των κατοίκων της (Ναούμ 1:14).
***
Ας εξετάσουμε ένα προς ένα, τα παραπάνω σημεία, για να δούμε κατά πόσο εκπληρώθηκαν και επαληθεύτηκαν τα προφητικά λόγια.
1. Οι ιστορικές πηγές μας αποκαλύπτουν ότι πάνω στον κολοφώνα της δύναμης και του πλούτου της, η Νινευή, έπεσε στα χέρια των εχθρών της μέσα σ’ ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Οι ενωμένες δυνάμεις των Μήδων των Βαβυλωνίων και των Σκυθών, με αρχηγούς τον Κυαξάρη και τον Ναβοπαλάσσαρ (πατέρα του περίφημου Ναβουχοδονόσορ), βάδισαν αποφασιστικά ενάντια στη Νινευή. Επί δύο χρόνια πολιορκούσαν και γυρόφερναν την πόλη, χωρίς αποτέλεσμα και ο Κυαξάρης, όταν αντιλήφθηκε ότι δεν ήταν ικανός να καταλάβει την Νινευή, στράφηκε σε μια άλλη κοντινή πόλη την Θαρβίς (Tarbis) και την λεηλάτησε. Η Νιμρούδ νοτιότερα, είχε την ίδια τύχη. Η Νινευή όμως, ήταν πρόκληση για τις συμμαχικές δυνάμεις. Το ερώτημα που τους απασχολούσε ήταν: Πώς θα μπορούσαν να καταλάβουν μια πόλη σαν την Νινευή, με τείχη πανύψηλα και ισχυρά; Παρόλο που η συμμαχία διέθετε τις πιο εξελιγμένες τεχνικές του πολέμου, ισχυρό στρατό και άρματα μάχης της εποχής τους με πολιορκητικές μηχανές και κριούς, δεν ήταν καθόλου εύκολο να εμβολίσουν τα πανίσχυρα τείχη της Νινευή.
Κι όμως! Μέσα σε τρεις μήνες πολιορκίας, σαν γύπες που κατασπαράσσουν τη λεία τους, οι οργισμένες στρατιωτικές δυνάμεις των εχθρών κατάφεραν να εκπορθήσουν την πόλη, να μπουν μέσα στη Νινευή και στα παλάτια της, με «φωνή μαστίγων», «φωνή θορύβου τροχών», «λόγχες εξαστράπτουσες» και «θόρυβο ίππων ορμώντων», σκοντάφτοντας πάνω στα αναρίθμητα πτώματα των κατοίκων της. Έγινε, όπως ακριβώς περιέγραψε την πτώση της η προφητική γραφίδα του Ναούμ (3:2, 3) που μίλησε για την κατάληψή της, παρομοιάζοντάς την σαν τη συκιά, που όταν την κουνήσει κανείς, τα ώριμα σύκα πέφτουν στο «στόμα τού τρώγοντας», εύκολα.
Η κατάληψη της Νινευή της πόλης, πόρνης που «με τις πορνείες της σαγήνευε τα έθνη και με τις μαγείες τους λαούς» (Ναούμ 3:4) σ’ ένα διάστημα τριών μηνών, ήταν κάτι το ασύλληπτο. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι ο Φαραώ Ψαμμήτιχος κυρίεψε την Ασδώδ (Άζωτο) μετά από πολιορκία εικοσιεννιά ετών, όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος (Ιστορίες II, 157), και ο Ναβουχοδονόσορ την Τύρο, μετά από πολιορκία δεκατριών ετών (Ιώσηπος, Κατ’ Απίωνος, 1, §21), πόλεις που και οι δυο είχαν μικρότερη οχύρωση από τη Νινευή.
Πως κατόρθωσαν την εκπόρθηση της Νινευή σε τόσο σύντομο χρόνο οι στρατιές των Μήδων και Βαβυλωνίων;
2. Οι ενωμένες στρατιές του Κυαξάρη και του Ναβοπαλάσσαρ, είχαν έναν ασυνήθιστο ισχυρό σύμμαχο στην επίθεσή τους κατά της Νινευή. Την πλημμύρα του ποταμού.
Σύμφωνα με το Διόδωρο το Σικελιώτη που παραθέτει από τον αρχαιότερο του, τον ιστορικό Κτησία (5ο αι. π.Χ.), μεγάλες και συνεχείς βροχές έκαναν τον ποταμό Τίγρη να ξεχειλίσει, με αποτέλεσμα να κατακλυσθεί ένα σημαντικό μέρος της πόλης και να καταρρεύσουν τα τείχη: «…τω τρίτω δ’ έτει (της βασιλείας του…) συνεχώς όμβρων ραγδαίων καταρραγέντων, συνήβη τον Ευφράτην (Τίγριν) μέγαν γενόμενον κατακλύσει τε μέρος της πόλεως και καταβαλείν το τείχος επί σταδίους είκοσιν»· δηλ. έκταση 5.700 μ. (Διοδ. Σικελιώτη II, 24, 26). Ενώ μερικοί, αμφέβαλαν, αν ποτέ ο Τίγρης διέρρεε στο παρελθόν την αρχαία Νινευή αφού αυτό δεν γίνεται σήμερα, ωστόσο, η πλειονότητα των ερευνητών δέχεται ότι ο Τίγρης περνούσε από τη Νινευή προς τη δυτική της πλευρά. Το φαινόμενο της πλημμύρας ήταν γνωστό και στο Σενναχειρίμ, ο οποίος παραπονιόταν ότι «ο ποταμός όχι μόνο φούσκωνε… αλλά υπονόμευσε τα θεμέλια μερικών παλατιών και προφανώς ήταν η αιτία της καταστροφής των. Γι’ αυτό στερέωσε τα θεμέλια του ναού με «γερές πλάκες από ασβεστόλιθο» (Walter Maier). Ένα στρώμα από χαλίκια και άμμο που ανακαλύφθηκε στα βουνά Κογιουντσίκ και Νιμρούδ, (όπου βρίσκονται σήμερα τα ερείπια της Νινευή), λίγα μέτρα χαμηλότερα από την επιφάνεια του ποταμού, μαρτυρεί ότι η πλημμύρα της πόλης είναι ένα αναντίρρητο γεγονός.[4]
Έτσι, εκπληρώθηκε με χτυπητό τρόπο η προφητεία του Ναούμ που μιλάει για «πλημμύρα κατακλύζουσα», ότι οι «πύλες των ποταμών θα ανοιχτούν» και ότι «η Νινευή είναι ως δεξαμενή υδάτων» (1:8, 2:6, 8). Μια τελική λεπτομέρεια έρχεται να επιβεβαιώσει το γεγονός της κατάληψης της πόλης, με τη βοήθεια της πλημμύρας του ποταμού. Σύμφωνα με το βαβυλωνιακό χρονικό του Ναβοπαλάσσαρ (ΒΜ 21901), η Νινευή έπεσε στα χέρια των εχθρών της το μήνα Αβ. Η εποχή των μεγάλων βροχοπτώσεων στη Νινευή άρχιζε κανονικά τον Μάρτη και τα ποτάμια έφταναν στο μεγαλύτερο ύψος τους στους μήνες Απρίλη και Μάη, δηλ. την περίοδο που συμπίπτει με τον μήνα Αβ. Εκτός από την πλημμύρα του Τίγρη και άλλοι δύο μικρότεροι ποταμοί, ο Khosr και ο Tebiltu, θα μπορούσαν να πλημμυρίσουν και να είχαν συντελέσει στην καταστροφή.[5]
Αλλά η προφητεία του Ναούμ κάνει λόγο επίσης για την καταστροφή της πόλης και με φωτιά. «Θα σε καταφάγει η φωτιά» και «πυρ θα καταφάγει τους μοχλούς σου» (3:15, 13) και, «θα κατακάψω και θα μεταβάλω σε καπνό το πλήθος σου». Πως εκπληρώθηκε αυτό το σημείο της προφητείας;
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης μας πληροφορεί και πάλι, ότι ο βασιλιάς της Ασσυρίας Σαρδανάπαλος (ο Sin-shar-ishkun των σφηνοειδών επιγραφών) όταν πληροφορήθηκε ότι τα νερά του ποταμού πλημμύρισαν την πόλη, νόμισε ότι εκπληρώθηκε μια παλιά μαντεία (χρησμός), που έλεγε ότι η Νινευή δεν θα καταληφθεί, παρά μόνο όταν ο ποταμός γίνει εχθρός της πόλης· και, «ίνα μη τοις πολέμιοις γένηται υποχείριος», συγκέντρωσε όλους τους δούλους και τις παλλακίδες του καθώς και το χρυσάφι και το ασήμι και την «βασιλικήν εσθήτα» και άναψε υπερμεγέθη φωτιά στο παλάτι και «εαυτόν τε και τα βασίλεια κατέκαυσεν» (Διόδωρος Σικελιώτης όπ. π. 11, 2528).
Ίχνη της αρχαίας αυτής πυρκαγιάς, ανακαλύφθηκαν από πρόσφατα χρόνια κατά τη διάρκεια ανασκαφών στα ερείπια των παλατιών της πόλης.[6] Το ότι η πόλη πυρπολήθηκε, γίνεται φανερό ότι πολλά ασσυριακά ανάγλυφα που ανακαλύφτηκαν έχουν υποστεί ζημία και φέρουν κηλίδες από φωτιά ή καπνό. Ανακαλύφτηκαν εκατοντάδες κατεστραμμένα κομμάτια από γλυπτά από ελεφαντοστό κομμένα, άλλα μαύρα και άλλα γκρίζα μερικές φορές στιλβωμένα από την υψηλή θερμοκρασία. Ακόμη εκτεταμένα ίχνη από στάχτη φαίνονται σε πολλά σημεία της Ακρόπολης. «Ποτέ μου δεν είδα ένα τόσο τέλειο υπόδειγμα μιας τόσο εκδικητικής φωτιάς», έγραψε ο αρχαιολόγος Mallowan.
Ό,τι άφησε όρθιο η πλημμύρα και η φωτιά, ισοπέδωσε η λεηλατική μανία των Βαβυλωνίων, Περσών και Σκυθών που κατέλαβαν την πόλη το 612 π.Χ., σύμφωνα με τους υπολογισμούς των ασσυριολόγων οι οποίοι, στηρίζονται στους Ασσυριακούς επώνυμους καταλόγους (limmu) και στον κανόνα του Κλαύδιου Πτολεμαίου (2ος αι. μ.Χ.) σαν βασική χρονολογική πηγή.
Το βαβυλωνιακό χρονικό του Ναβοπαλάσσαρ που δημοσίευσε ο ασσυριολόγος J. Gadd, συμπληρώνει την εικόνα της καταστροφής από την πλευρά των κατακτητών: «Από την όχθη του Τίγρη βάδισαν ενάντια στη Νινευή· έκαναν μια δυνατή επίθεση κατά της πόλης. …οι αρχηγοί πάθανε μεγάλη πανωλεθρία… Άρπαζαν μεγάλο βάρος (ποσότητες) λαφύρων από την πόλη και το ναό· μετέτρεψαν την πόλη σε άμορφους σωρούς χωμάτων κι ερειπίων».[7]
Έτσι, η ρομφαία των εχθρών, κατάφαγε τους σκύμνους (σύμβολο της Νινευή) και κατέστρεψε το κατοικητήριο των λεόντων, δηλ. των αρχόντων της Νινευή, που μοιάζαν με σαρκοβόρα λιοντάρια (Ναούμ 2:11–13). Οι λεοντόθυμοι κάτοικοι κατεσφάγησαν, εξοντώθηκαν, και οδηγήθηκαν σε αιχμαλωσία. Επισυνέβη δηλ. σ’ αυτήν, ό,τι ακριβώς έκανε η ίδια στους εχθρούς της…
3. Κάτι άλλο που συνετέλεσε στη γρήγορη κατάληψη της πόλης, ήταν το ότι οι κάτοικοί της, τη νύχτα που μπήκαν οι εκπορθητές της Νινευή, ήτανε μεθυσμένοι. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης είναι σαφής, λέγοντας ότι ο στρατηγός των Περσών Αρβάκης πληροφορηθείς από αυτομόλους την «ραθυμίαν και μέθην των κατοίκων νυκτός απροσδοκήτως την επίθεσιν εποιήσαντο …και των στρατιωτών πολλούς ανελόντες, τους άλλους μέχρι της πόλεως κατεδίωξαν». Μέρος της νίκης των Μήδων, φαίνεται να οφείλεται και στην αισιοδοξία των Νινευϊτών, που υπέθεταν ότι οι εχθροί είχαν σταθερά αποκρουσθεί και επιδόθηκαν στο πιοτό και στη διασκέδαση.[8] Με αυτόν τον τρόπο, ένα άλλο σημείο της προφητείας του Ναούμ που μιλούσε για τη μέθη των κατοίκων της, που οδήγησε στην καταστροφή τους, εκπληρώθηκε στο πλήρες.
4. Οι κατακτητές, πριν καταστρέψουν τη Νινευή λαφυραγώγησαν τους θησαυρούς της πόλης, όπως ακριβώς προείπε ο Ναούμ (2:9). Διαβάζουμε στον Διόδωρο το Σικελιώτη, ότι ο Αρβάκης συγκέντρωσε το χρυσάφι και το ασήμι που απέμεινε από την πυρκαγιά και μετέφερε πολλά τάλαντα χρυσού και αργύρου στα Εκβάτανα την πρωτεύουσα της Μηδίας. Το βαβυλωνιακό χρονικό συμφωνεί: «Λαφυραγώγησαν τους θησαυρούς της πόλης και του ναού». Είναι ακόμα αξιοσημείωτο ότι στις ανασκαφές των ερειπίων της Νινευή κατά τον 19ο αι. δεν ανακαλύφθηκαν χρυσά σκεύη κ.ά. νομίσματα. Και πάλι, μια άλλη λεπτομέρεια της προφητείας βγήκε πέρα για πέρα αληθινή!
5. Η πτώση της Νινευή στα χέρια των Περσών και Βαβυλωνίων σήμαινε την καταστροφή της και το τέλος της. Θα ήταν όμως αυτό το τέλος οριστικό; Θα ήταν αμετάκλητο; Κι άλλες πόλεις στην αρχαιότητα κυριεύτηκαν, και καταστράφηκαν μερικώς ή ολικώς, αλλά μετά από χρόνια ξαναχτίστηκαν στο ίδιο μέρος. Ήταν μάλιστα συνήθεια στην αρχαία ανατολή, πάνω στα ερείπια της παλαιάς πόλης να χτίζεται η νέα. Ανασκαφές έχουν επιβεβαιώσει το γεγονός αυτό. Οι αρχαιολόγοι γνωρίζουν ότι ένας λόφος (tell, תֵּל) καλύπτει ερείπια μιας πόλης σε διάφορες χρονικές περιόδους.
Η προφητική, όμως θεία κρίση, προέλεγε το οριστικό τέλος της Νινευή. Όχι μόνο την καταστροφή της, αλλά και την παντοτινή της ερήμωση και τον τελεσίδικο αφανισμό. «Ο Θεός θα καταστρέψει με το πρώτο χτύπημα· δεν χρειάζεται να δευτερώσει την πληγή» [ουκ εκδικήσει δις επί το αυτό Κύριος» (O΄) (Ναούμ 1:9)]. «Δεν είναι ίασις στο σύντριμμά σου» (3:19) και, «θα καταστήσει τη Νινευή εις αφανισμόν, τόπον άνυδρον ως έρημος» (Σοφ. 2:13).
Τι συνέβη λοιπόν στη Νινευή;
Με την κατάληψή της, και την καταστροφή από τους εχθρούς της, επήλθε και η ερήμωσή της. Μετά την καταστροφή της, οι βιβλικοί συγγραφείς δεν την ξαναμνημονεύουν πια, και οι περισσότεροι αρχαίοι εθνικοί συγγραφείς που τους δόθηκε κάποια ευκαιρία να την μνημονεύσουν, μιλούν γι’ αυτήν αόριστα—ότι κάποτε ήταν μια μεγάλη και ευημερούσα πόλη, αλλά στις μέρες τους ήταν κατεστραμμένη και έρημη. Τέτοια ήταν η ερήμωσή της, που οι συγγραφείς δεν συμφωνούσαν μεταξύ τους για τη θέση της!
Ο Ηρόδοτος, ο πατέρας της ιστορίας, γύρω στο 5ο π.Χ. αιώνα, αναφερόμενος στον ποταμό Τίγρη τον χαρακτηρίζει σαν «ποταμό πάνω στον οποίο πιο μπροστά βρισκόταν η Νινευή». Με τον ίδιο τρόπο εκφράζεται και ο ιστορικός Κτησίας. Ο γνωστός γεωγράφος Στράβων (XVI, 737) αναφέρει ότι η Νινευή, αν και μεγαλύτερη σε έκταση από τη Βαβυλώνα, «ηφανίσθη παραχρήμα».
Ο Ξενοφών, μάς πληροφορεί ότι όταν πέρασε με τους μυρίους από τον τόπο της Νινευή στην αρχή του 5ου π.Χ. αιώνα (401 π.Χ.), αυτή είχε εξαφανιστεί τόσο πλήρως, ώστε δεν είχε ακούσει ούτε καν το όνομά της! (Στράβων XVI, 1, 3)
Ο Ξενοφών γνωρίζει την Νινευή ως Μέσπιλα δηλ. ερημωμένη (από την ασσυριακή λέξη Maschpil). «Ταύτην την πόλιν πολιορκών ο βασιλεύς των Περσών δεν ηδύνατο ούτε με την παρέλευσιν του χρόνου ούτε δια της βίας να την κυριεύσει. Αλλά μίαν ημέραν τέλος ο Ζεύς δια κεραυνού κατετρόμαξε τους κατοίκους της και τοιουτοτρόπως εκυριεύθη η πόλις».[9]
Η νίκη του Αλέξανδρου στα Γαυγάμηλα το 331 π.Χ. έλαβε χώραν κοντά στα ερείπια της άλλοτε περήφανης πόλης. Αλλά, οι βιογράφοι του Αλέξανδρου, δεν κάνουν την παραμικρή μνεία για τη Νινευή, εκτός από τον Αρριανό.
Τόσο μεγάλη υπήρξε η ερήμωση και η εξαφάνιση της Νινευή, ώστε δεν είναι άξιο απορίας που ο Λουκιανός από τα Σαμόσατα στο 150 μ.Χ., έγραψε ότι «ούτε ίχνος της απόμεινε».[10] Και οι συγγραφείς όπως ο Ηρόδοτος (5ος π.Χ.), Ο Διόδωρος Σικελιώτης και Αμμιανός Μαρκελίνος (4ος μ.Χ. αι.), διαφωνούν μεταξύ τους, αν βρισκόταν θεμελιωμένη στον Τίγρη ή κοντά στον Ευφράτη!
Έτσι, μερικοί φθάσαν στο σημείο να υποστηρίξουν ότι υπήρχαν δύο ή τρεις πόλεις με το όνομα Νινευή. Άλλοι φθάσανε στο άλλο άκρο και υποστήριξαν, ότι ποτέ δεν υπήρχε Νινευή. Τέτοια υπήρξε η ερήμωσή της!
Για αιώνες η ουσιαστική πηγή πληροφοριών για την πρωτεύουσα της ασσυριακής αυτοκρατορίας υπήρξε η Βίβλος. Τόσο πλήρης υπήρξε η αφάνεια της Νινευή, ώστε ιστορικοί, σκεπτικιστές και κριτικοί, δεν δίστασαν να μιλήσουν για τον «μύθο της Νινευή»… Ήδη από τους ελληνορωμαϊκούς χρόνους γινόταν λόγος για τον μύθο αυτό.[11] Κάποιοι περιηγητές τον 11ο και 13ο μ.Χ. αιώνα κάναν λόγο για κάποια ερείπιά της και ο Μ. Ναπολέων πέρασε κοντά από τα ερείπιά της χωρίς να ’χει ιδέα ότι ήταν κάποτε εκεί η Νινευή.
Ακόμα πριν από έναν αιώνα περίπου τα ερείπια της Νινευή, ήταν θαμμένα κάτω από τόνους χωμάτων και η θέση της αμφισβητούνταν. Αλλά από τα μέσα του 19ου αιώνα οι σκαπάνες του Sir Austen Henry Layard και του G. Smith, άρχισαν να ανασκάπτουν και να σκαλίζουν τους σωρούς των χωμάτων της χαμένης πόλης. Οι ακούραστοι ερευνητές σιγά-σιγά, βήμα με βήμα, άγγιζαν με τα δάχτυλά τους, την ιστορία της εγωκεντρικής, υπερφίαλης, λησμονημένης πόλης. Μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους, άρχισαν να παρελαύνουν λείψανα τεραστίων αγαλμάτων λεόντων με ανθρώπινα κεφάλια, πελώριων φτερωτών ταύρων, απομεινάρια παλατιών, ναών, εικόνες, αγάλματα, ανάγλυφα, δεκάδες μνημείων και επιγραφές… Και αυτά ήταν μόνο η αρχή. Ολόκληρος ο λησμονημένος βιβλικός κόσμος, πήρε σάρκα και οστά. Τα ονόματα βιβλικών προσώπων, βασιλέων, όπως του Ιηού, Μεναήμ, Αμρί, Αζαήλ, Εζεκία κ.λπ. ξαφνικά ανακαλύφτηκαν στις αναρίθμητες επιγραφές. Με γλαφυρό τρόπο που φλογίζει τη φαντασία περιέγραψε τα ευρήματά του ο Layard στο περισπούδαστο έργο του Nineveh and its remains. «Ποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι θα ανακαλύπτονταν και ιστορικά αφηγήματα, τα οποία με τη λεπτομέρεια των πληροφοριών τους, θα επιβεβαίωναν λέξη προς λέξη το κείμενο της Βίβλου;», διερωτήθηκε ο Layard.
Άλλοι αρχαιολόγοι, όπως ο Rassam, ο Sir Henry Rawlinson (1927–1932), ο C. Thompson (1927–1928) και πιο πρόσφατα, ο Mallowan, ο σύζυγος της διάσημης μυθιστοριογράφου Αγκάθα Κρίστι, συνέχισαν με ζήλο το έργο των πρωτοπόρων σκαπανέων, φέρνοντας στο φως νέα συνταραχτικά ευρήματα.
Αλλά η περιοχή των ανασκαφών είναι τεράστια. Για μια τέλεια ανασκαφή πόλης, υπολογίστηκε ότι πρέπει να μετακινηθούν περίπου 14.000.000 τόνοι χώματος! Έτσι, φαίνεται, ότι η Νινευή δεν μπορεί να εκσκαφτεί πλήρως και δεν είναι παράξενο, ότι μετά από 100 και πλέον χρόνια αρχαιολογικής έρευνας, τα κατώτερα στρώματα της πόλης παραμένουν ανέγγιχτα από την διεισδυτική ανθρώπινη περιέργεια. Ακόμα και σήμερα, μετά από τις ανασκαφές, οι ταξιδιώτες που γνωρίζουν από τη Βίβλο την ύπαρξη της αρχαίας Νινευή, είναι δυνατόν να περάσουν μερικές φορές κοντά από τα ερείπιά της, χωρίς να το καταλάβουν…[12]
Δύο μεγάλοι λόφοι εντοπίζουν τη θέση που βρισκόταν η άλλοτε αλαζονική πόλη. Στην κορυφή του ενός, βρίσκεται ένα χωριό, μ’ ένα κοιμητήριο κι ένα μουσουλμανικό τέμενος. Είναι γνωστός με το όνομα Nebi Yunus (λόφος του προφήτη Ιωνά). Και στον άλλον;
6. Ο άλλος λόφος είναι γνωστός στην τοπική διάλεκτο ως Tell Kouyunjik. Αυτός καλύπτει μια έκταση περίπου 100 στρεμμάτων και το μέσο ύψος του είναι γύρω στα 30 μέτρα. Αυτή η έκφραση σημαίνει βουνό των προβάτων, περιλαμβάνει τα ανάκτορα των Σενναχειρίμ και Ασσουρμπανιπάλ. Την άνοιξη, πρόβατα και κατσίκια βόσκουν εκεί στο λιγοστό χορτάρι που φυτρώνει πάνω στο αφιλόξενο έδαφος. Μερικά άγρια ζώα κουκουβάγιες και καλιακούδες που ζουν τρυπωμένα στα χαλασμένα ερείπια, φεύγουν τρομαγμένα μπροστά στην ανθρώπινη παρουσία.
Ποιος μπορούσε ποτέ να διανοηθεί στην εποχή των προφητών που κατέγραψαν αυτές τις θείες προρρήσεις, ότι μετά από αιώνες θα εκπληρώνονταν και οι πιο ασήμαντες λεπτομέρειές των προφητικών λόγων; Ότι εκεί που άλλοτε στέκονταν τα αγέρωχα και επιβλητικά ανάκτορα του Σενναχειρίμ και του Σαργών, σήμερα πάνω στα χώματα που τα σκεπάζουν, θα έβοσκαν πρόβατα και θα φτερούγιζαν τρομαγμένα ερημοπούλια;
Κι όμως! Μετά από 2.600 χρόνια, έρχονται οι τελευταίες λεπτομέρειες της προφητείας να καταδείξουν με τρόπο αναντίρρητο ότι «λόγος του Κυρίου έγινε προς τον προφήτη Σοφονία» (1:1), και ότι ο Γιαχβέ προμήθευσε την «όραση του Ναούμ» (1:1). Όπως σημειώνει ο Μ. Rowton, καθηγητής του ανατολικού ινστιτούτου του πανεπιστημίου του Σικάγου, «οι προφήτες Ναούμ και Σοφονίας περιέγραψαν θαυμασία την καταστροφή της.[13] «Η προφητεία εκπληρώθηκε από πολλούς αιώνες κιόλας. Ο Layard έφερε (για πρώτη φορά) στο φως ό,τι είχε απομείνει».[14] Ιδιαίτερα η εκπλήρωση της προφητείας του Ναούμ για την εξαφάνιση της Νινευή από προσώπου της γης αποτελεί όχι μέρος της ιστορίας της αρχαιότητας, αλλά ένας επιβεβαιωμένος λόγος του Θεού (Alexander Fraser).
7. Η Νινευή με την πτώση της, ερημώθηκε και εξαφανίστηκε από τον χάρτη της ιστορίας. Τι έγιναν όμως οι κάτοικοί της; Τι απέγιναν οι άγριοι, εκδικητικοί και πολεμοχαρείς Ασσύριοι;
Η αρχαία ιστορία είναι αδιάψευστος μάρτυρας πολλών καταστροφών. Πρωτεύουσες πόλεις κρατών και απλές πόλεις, εκπορθήθηκαν και καταστράφηκαν. Αλλά ο λαός της πόλης μετακινήθηκε κάπου αλλού αιχμάλωτος ή ελεύθερος και εξακολούθησε να υπάρχει. Και σήμερα υπάρχουν οι Αιγύπτιοι, απόγονοι των κατοίκων της αρχαίας Αιγύπτου, εμείς οι Νεοέλληνες απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, οι Ισραηλινοί απόγονοι των αρχαίων Εβραίων, οι Ιταλοί, απόγονοι των κατοίκων της αρχαίας Ιταλίας και της Ρώμης. Πού είναι όμως οι απόγονοι, κάτοικοι της αρχαίας Ασσυρίας και της Νινευή; Μπορεί να βρεθούν κάποιοι σήμερα να υποστηρίξουν και να αποδείξουν ότι είναι απόγονοι των αρχαίων Ασσυρίων;
Είναι μήπως σύμπτωση, το ότι ο προφητικός λόγος προέλεγε, «ου σπαρήσεται εκ του ονόματος σου έτι;» (Ναούμ 1:14, Ο΄). Ή μήπως είναι κάτι άλλο, πολύ περισσότερο;
***
Επί αιώνες οι πολέμιοι της Βίβλου, κατάφεραν να κάμουν ένα από τα ισχυρότερα όπλα της, τη βιβλική προφητεία, να σιωπά. Παραπλανώντας τους ανθρώπους, τους έκαμαν να πιστεύουν ότι οι προφητείες της Βίβλου είναι ασήμαντες, ασαφείς, ανύπαρκτες έως ανάξιες λόγου, και ότι δεν διαφέρουν από τις γνωστές προρρήσεις των αρχαίων και συγχρόνων μάντεων, οιωνοσκόπων και αστρολόγων, ή ανθρώπων προικισμένων με υποτιθέμενη διορατική όραση.
Ποια ανθρώπινη διάνοια όμως, θα μπορούσε να προβλέψει πράγματα ή μελλοντικά γεγονότα, αντίθετα σε κάθε ανθρώπινη σκέψη και πρόβλεψη, που οι λεπτομέρειές τους θα εκπληρώνονταν αιώνες ή χιλιετίες αργότερα;
Η Βίβλος ισχυρίζεται αλλά και μπορεί ν’ αποδείξει ότι τα λόγια της δεν είναι λόγια ανθρώπων «αλλά αληθώς λόγος Θεού». Όχι του Νισρώκ, του Ασούρ, της Ιστάρ, του Νεβώ, του Βάλου, ή κάποιου ανύπαρκτου, αρρωστημένης φαντασίας θεού, αλλά του ζώντος, του αληθούς Θεού.
Η προφητεία του Ναούμ και του Σοφονία για την τύχη της Νινευή, της φαυλίστριας πόλης των αιμάτων, που βρήκε την ολοκληρωμένη εκπλήρωσή της και σε παραμικρές λεπτομέρειες, είναι μια ζωντανή, χειροπιαστή, απόδειξη, ότι υπάρχει «Θεός εν ουρανοίς που αναγγέλει τα μέλλοντα και τα συμβησόμενα» και ότι, «υπό του πνεύματος του αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού» (Β΄ Πέτ. 1:21).
[1] Διόδωρου Σικελιώτη, Bibliotheca Historica II, 3 XXVI–ΧΧΧΙΙ.
[2] Austen Η. Layard, Discoveries among the mins of Nineveh and Babylon, (New York, 1853), σελ. 660.
[3] Walter Arthur Maier, The book of Nahum: A commentary, σελ. 34–37.
[4] G. E. Meisinger, The Fall of Nineveh, 1968, σελ. 89, 90, ο οποίος παραπέμπει στον J. Gadd, The Fall of Nineveh, 1923, σελ. 27–30.
[5] Walter Arthur Maier, The book of Nahum: A commentary, σελ. 121, 122. Πρβλ. και George Meisinger, The Fall of Nineveh, Dallas, 1968).
[6] J. Gadd, The Fall of Nineveh. M. E. Mallowan, Ninrud and its Remains, 1966, σελ. 434.
[7] A. Grayson, Assyrian and Babylonian Chronicles, 1975, σελ. 94 πρβλ. και Ευσεβίου Χρονικά, I, 29:14-19 και 35:28-37:13, ο οποίος παραθέτει από τον βαβυλώνιο ιερέα Βηρωσό (3ος αι. π.Χ.).
[8] Bernart Ramm, Protestant Christian Evidences (1957).
[9] Ξενοφώντος, Ανάβασις 3.4 6-12.
[10] Λουκιανού, επισκ. έτι λοιπόν αυτής ουδ’ αν είπης όπου ποτ’ ην» (nec ubi olim fita fuerit, facile ixeris).
[11] Henry s. Gehmann, The New Westminster Dictionary of the Bible, 1976, σελ. 669.
[12] Edward Chiera, They wrote on clay, (Univ. of Chicago, 1966) σελ. 40.
[13] M. Rowton, Νινευή, στη Μεγάλη Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 17ος σελ. 242
[14] C. W. Ceram, Θεοί, τάφοι και σοφοί, 1949, σελ. 249