Είχα την ευτυχή συγκυρία να διαβάσω μερικά από τα διηγήματα του συναδέλφου Δημήτρη Τσινικόπουλου που τον γνώριζα πρωτίστως ως ποιητή. Θυμάμαι ότι τα ποιήματά του μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση, ιδίως τα ερωτικά. Τα βρήκα υπέροχα, άκρως συγκινητικά και συναρπαστικά. Ποιήματα που τα διέπει ένας λυρισμός μοναδικός. Τα ερωτικά ποιήματα του Δημήτρη Τσινικόπουλου είναι ένας ύμνος προς τον έρωτα και τη γυναίκα. Μας παρασέρνουν σ’ έναν ευχάριστο κόσμο, σ’ ένα ονειρικό ταξίδι στον κόσμο της αγάπης… Είμαι σίγουρη ότι και η πιο σκληροπυρηνική φεμινίστρια θα επιθυμούσε ν’ ακούσει έστω και μια φορά στη ζωή της τόσο τρυφερούς και εγκωμιαστικούς στίχους.
Πιο ενδιαφέροντα όμως, μπορώ να πω ότι βρήκα σχεδόν, όλα τα διηγήματά του που διάβασα στο περιοδικό Ενώπιων και σ’ άλλα λογοτεχνικά περιοδικά. Με την ιδιότητα, λοιπόν, της επαρκούς αναγνώστριας, της αναγνώστριας μάλιστα που λατρεύει το διάβασμα, νομίζω πως μπορώ να καταθέσω την άποψή μου για τον διηγηματογράφο Δημήτρη Τσινικόπουλο, ο οποίος ως γνωστόν, εκτός από ποιητής είναι και δοκιμιογράφος και μελετητής και μεταφραστής αλλά και φωτογράφος και ζωγράφος!
Η ιδιότητά του όμως ως διηγηματογράφου, δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή, μια και από όσο ξέρω εδώ και λίγα χρόνια επιδίδεται στο είδος της μικρής φόρμας. Δεν έχει εκδώσει ακόμη τα διηγήματά του εκτός από ένα ενδιαφέρον, εκτενές μεταφυσικό διήγημα με τίτλο Ανεξερεύνητος Θεός που απέσπασε εγκωμιαστικές κριτικές.
Τα διηγήματα του Δημήτρη Τσινικόπουλου είναι ρεαλιστικά, βγαλμένα μέσα από τη ζωή. Περιγράφουν πολύ επιτυχημένα πρόσωπα και καταστάσεις που απασχολούν έντονα όλους μας. Δεν ωραιοποιεί τα πράγματα αλλά τα δίνει απίστευτο ρεαλισμό, ειλικρίνεια και ευθύτητα, τη διάσταση που πρέπει. Μιλάει από καρδιάς και αυτό το αντιλαμβάνεται εύκολα και καλοπροαίρετα ο έμπειρος αναγνώστης. Αυτό είναι που τον κερδίζει στη γραφή του, αφού μιλάνε στην καρδιά και την ψυχή του.
Προσωπικά, έχω διαβάσει πολλά βιβλία και διηγήματα επωνύμων συγγραφέων με πολλά βραβεία, αλλά τολμώ να πω ότι, τα διηγήματα του Δ.Τ., κατά τη γνώμη μου, είναι πολύ καλύτερα από πολλά διαφημιζόμενα του συρμού, εύπεπτα, ευπώλητα, όπως δυστυχώς είναι τα πιο πολλά σήμερα απ’ αυτά που πωλούνται στα βιβλιοπωλεία.
Ο Δημήτρης Τσινικόπουλος παρόλο που έχει γράψει πολλά, πάντα κάτι καινούργιο έχει να μας πει. Έχει την ικανότητα ακόμη και για το ίδιο καίριο ζήτημα να μιλά σε κάθε διήγημα. Θα το προσεγγίσει όμως, με διαφορετικό τρόπο, θα δώσει έμφαση σε μια νέα πτυχή του, θα το ‘δει’ από μια άλλη οπτική γωνία. Και έτσι, τα διηγήματά του, ποτέ δεν κουράζουν τον αναγνώστη . παραμένουν πάντοτε ενδιαφέροντα κι επίκαιρα.
Για του λόγου το αληθές, αναφέρομαι σε μερικά διηγήματα που με εντυπωσίασαν. Το διήγημα Αταίριαστοι συνοδοί Ονείρων, είναι ένα διήγημα που θίγει το ακανθώδες ζήτημα των διαφορετικών απόψεων ανάμεσα στα ζευγάρια που, ειδικά στις ημέρες μας, τείνει να λάβει διαστάσεις πλήρους ασυνεννοησίας· ο καθένας στον κόσμο του, να νοιάζεται για την πάρτη του.
Στο Βασανιστικό ερώτημα φαίνεται σα να εμπνεύστηκε από μια υπόθεση ψυχοθεραπείας ασθενούς που περιγράφει σ’ ένα από τα βιβλία του ο Irvin Yalοm. Θίγει το θέμα τού πώς ο άντρας επιθυμεί να παραμείνει «μάχιμος» και όχι να παραιτηθεί, να αλλοτριωθεί ο ίδιος, παραιτούμενος από την διεκδίκηση της χαράς και του έρωτα στη ζωή του.
Παρόμοια, με το διήγημα Ξαφνικά τον Αύγουστο, θίγει το θέμα, τού πόσο νέος μπορεί να νιώθει κανείς παρά τα χρόνια του. Όταν το διάβασα θυμήθηκα τα λόγια του Gabriel José García Márquez, ότι όχι ότι οι άνθρωποι δεν ερωτεύονται όταν γερνούν, αλλά συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: γερνούν επειδή δεν ερωτεύονται. Έτσι συμβαίνει και με τον ήρωα του διηγήματος το Ρικάρντο. Βλέπω σαν τον Ρικάρντο, κάποιους ανθρώπους προχωρημένης ηλικίας που είναι γεμάτοι νεανικό σφρίγος, γεμάτοι ζωή, και νέους, που έχουν παραιτηθεί από τη ζωή και μιζεριάζουν. Το διήγημα με τίτλο Μια τρυφερή αγκαλιά, με άγγιξε και με συγκίνησε βαθύτατα, μια και ο ήρωάς του που πέφτει θύμα σ’ ένα λούνα παρκ, αναζητάει μετά το συμβάν, μια τρυφερή γυναικεία αγκαλιά—αδιάφορο ποια—για να κουρνιάσει, να παρηγορηθεί σ’ αυτήν, σαν να ’τανε μικρό παιδί. Στο διήγημα Με τα μάτια της καρδιάς, ο συγγραφέας παρουσιάζει τον ήρωά του, τον Ακύλλα, να είναι ερωτευμένος από παλιά με την ωραιοτάτη Βανέσα, αλλά για διάφορους λόγους, να μην τολμά να της εκμυστηρευθεί τα αισθήματά του. Όταν τελικά, το αποφασίζει, διαπιστώνει ότι είναι πια αργά και για τους δυο…
Θα μπορούσα να απεραντολογήσω πάνω στα διηγήματα του Δ.Τ., αλλά δεν νομίζω ότι θα ήταν σκόπιμο. Διαβάζοντας μερικά από τα ερωτικά του διηγήματα, που τα έχει συστεγάσει με τον εντυπωσιακό τίτλο Πιόνια Στη Σκακιέρα Του Έρωτα, σχημάτισα την εντύπωση ότι ο συγγραφέας φαίνεται απαισιόδοξος ως προς τον έρωτα, γιατί τον παρουσιάζει να έχει δυσάρεστες, ή τραγικές καταλήξεις μεταξύ των ερωτευμένων πρωταγωνιστών του. Πρόκειται όμως, περισσότερο για ρεαλισμό, όπως προανέφερα, παρά για απαισιοδοξία του συγγραφέα ο οποίος όμως, όπως και στο δοκίμιό του Το τραγικό στοιχείο στον έρωτα, δεν παύει να αναδεικνύει αυτό ακριβώς το στοιχείο στα διηγήματά του. Μέσα στις ιστορίες αυτές, ο αναγνώστης θα συναντήσει καταστάσεις και πρόσωπα που συνυπάρχουν σε σχέση συγκρουσιακή. Με τον εαυτό τους και με τους άλλους. Θα συναντήσει τη βολεμένη σύζυγο, που δε θέλει να είναι πια ερωμένη του συζύγου, τη γυναίκα που εξευτελίζει τους εραστές της αλλά την εκδικείται ο σκύλος που τον λατρεύει… Τη μοιραία γυναίκα-αράχνη, που καταστρέφει τον άντρα που πέφτει θύμα της, την παιδοκεντρική σύζυγο που απιστεί προς το σύζυγο, όντας ερωτευμένη με… τα παιδιά της. Θα συναντήσει τον θείο έρωτα ενός καλόγερου που συγκρούεται με τον ανθρώπινο, την «ποντικοπαγίδα», στην οποία βρίσκεται ο σεξουαλικά εθισμένος, και τη γυναίκα που ξεφεύγει από τον άντρα που αγαπά, για να ικανοποιήσει κάποιον άλλον που αγαπά περισσότερο: τον εαυτό της…
Κάποια διηγήματα, αποκαλύπτουν την ικανότητά του να καταδύεται με εκπληκτικό τρόπο, στα βάθη του γυναικείου υποσυνείδητου. Κάτι ακόμα, που με εντυπωσίασε είναι ότι, τα ερωτικά διηγήματά του έχουν να κάνουν περισσότερο με αυτό που ο Ζαν Ντανιέλ ορίζει ως αισθησιασμό: μια συνέργεια του δέρματος και του αγγίγματος, παρά με τη σεξουαλικότητα. Ο ερωτισμός διαχέεται διακριτικά· δεν προβάλλεται ωμά και απροκάλυπτα, όπως προτιμούν πολλοί σύγχρονοι συγγραφείς για να εξιτάρουν τον αναγνώστη.
Εν κατακλείδι μπορώ να πω ότι ο Δημήτρης Τσινικόπουλος από τη γραφή του και από το όλο το λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό του έργο, μας έχει πείσει ότι είναι μια καλλιτεχνική φύση, ένας ολοκληρωμένος πνευματικός άνθρωπος—θα μπορούσε να ήταν καθηγητής της φιλοσοφίας—και θεωρώ πολύ παρηγορητικό και αισιόδοξο μήνυμα στη σκληρή εποχή που ζούμε, όπου βασιλεύει ο άκρατος εγωισμός, κι όλοι επιδίδονται καθημερινά σ’ ένα ανελέητο κυνήγι του χρήματος απεμπολώντας ασμένως κάθε ηθική αξία και ανώτερο ιδανικό, να υπάρχουν ακόμα κάποιες ευαίσθητες ψυχές που έχουν καταφέρει να μην αλλοτριωθούν και αντιστέκονται σθεναρά σ’ αυτά τα ειδεχθή πρότυπα, άνθρωποι που έχουν επίγνωση ότι η ουσία και το νόημα της ζωής δεν βρίσκεται στα υλικά αγαθά αλλά στην καλλιέργεια και την αποθέωση των θετικών συναισθημάτων.
Και μόνο ν’ αντικρύσει κανείς το γραφείο του Δημήτρη Τσινικόπουλου με τους αμέτρητους τίτλους βιβλίων που διαθέτει, επιστημονικού, φιλοσοφικού, λογοτεχνικού, ιστορικού κλπ περιεχομένου, μπορεί να καταλάβει πολλά για τον χαρακτήρα του, που βεβαίως ενισχύονται και ενδυναμώνονται όταν τον γνωρίσει από κοντά. Γιατί διαθέτει μεγάλη ευγένεια, ποιότητα, άψογους τρόπους συμπεριφοράς και πάρα πολλές γνώσεις επί παντός του επιστητού.
Πίστευα ότι δεν υπήρχαν τέτοια άτομα στο χώρο της δικηγορίας. Χαίρομαι που έκανα λάθος!
Μαρία Αρβανίτη
Δικηγόρος-Λάτρης της Λογοτεχνίας