Αγαπητό Ζενίθ,
Με την επιστολή του, ο κ. Νίκος Ζαφειρόπουλος ασκεί μια ακόμη πολεμική στο άρθρο μου Κριτική στην Νέα Α-θεολογία. Φαίνεται, ότι ορισμένοι δεν δέχονται κριτική πάνω σε κάποιες θεωρίες και ιδεολογίες, και σπεύδουν αμέσως ν’ αντιδράσουν… Συμφωνώ με τον επιστολογράφο ότι «στα θέματα της θρησκείας, ό,τι και να πεις στον άλλον πολύ δύσκολα αλλάζει γνώμη». Έτσι, ό,τι και ν’ απαντήσω εγώ, ο επιστολογράφος, ο οποίος φαίνεται περιχαρακωμένος στις απόψεις του, δεν πρόκειται ν’ αλλάξει γνώμην, ούτε να επηρεαστεί. «Ουκ με πείσεις καν με πείσεις!».
Εγώ, βεβαίως, δεν έθιξα θέματα σαν κι αυτά που δυσκολεύεται να παραδεχθεί ο αναγνώστης του Ζενίθ, σχετικά με την ηθική διδασκαλία του Ιησού. Μου κάνει εντύπωση όμως, ότι ενώ είναι πασίγνωστο, ότι ο από Ναζαρέτ Ιησούς ήταν και έχει αναγνωριστεί παγκοσμίως ως κατ’ εξοχήν κήρυκας της αγάπης και των εχθρών του (μας) ακόμη, (Ματθ. 5:44, Λουκ. 7:27, 28, 36, Ιωαν. 13:35 κ.ά.)–μια πρωτάκουστη καινοτομία–, ενώ ο Ιησούς επί του σταυρού είπε το περίφημο «πάτερ άφες αυτοίς…», ο επιστολογράφος επιλέγει δύο χωρία, για να τον υποβιβάσει και προς εντυπωσιασμό των αναγνωστών. Αλλά τα πράγματα, δεν είναι έτσι, όπως νομίζει. Και ιδού το γιατί:
Ως προς το πρώτο χωρίο, σημειώνω αυτά που λέγει και αναγνωρίζει ο μεγαλύτερος σύγχρονος αθεϊστής Richard Dawkins: «Ο Ιησούς, αν υπήρξε (ή όποιος έγραψε την ιστορία του, αν δεν υπήρξε), ήταν πράγματι ένας από τους μεγαλύτερους ηθικούς καινοτόμους της ιστορίας. Η επί του Όρους Ομιλία του προπορεύεται κατά πολύ της εποχής της. Η παραίνεσή του «να γυρίσεις και το άλλο μάγουλο» προηγήθηκε του Gandhi και του Martin Luther King κατά δύο χιλιετίες…» (Η περί Θεού αυταπάτη, 2007, σελ. 277).
Επί πλέον, ο επιστολογράφος, θα πρέπει να ’χει υπόψη του, ότι ο Ιησούς είπε επί λέξει, «όποιος σε ραπίσει στη δεξιά σιαγόνα…» (Ματθ. 5:39) πράγμα, που σημαίνει, όχι βέβαια γρονθοκόπημα, αλλά πράξη προσβολής, αφού με το δεξί χέρι, μπορούμε μόνο με την ανάστροφη του χεριού να ραπίσουμε. Είναι σαν να λέγαμε «όποιος σου πετάξει το γάντι» για καυγά και φιλονικία. Και είναι αξιοσημείωτο, ότι σύμφωνα με μια παλιά ιουδαϊκή παράδοση, όποιος έδινε ένα τέτοιο ράπισμα με την ανάποδη του χεριού σε κάποιον άλλον, του επεβάλετο πρόστιμο 400 ζουζ, δηλ. πρόστιμο ισοδύναμο 400 δηναρίων ήτοι το ισοδύναμο με τα ημερομίσθια ενός και πλέον έτους ενός εργάτου σε γεωργικές εργασίες! Αυτό που εννοούσε ο Ιησούς, δεν ήταν ότι όταν κάποιος γρονθοκοπείται πρέπει να ζητά περισσότερα χτυπήματα αρνούμενος να υπερασπίσει τον εαυτό του, αλλά ήθελε να πει ότι, ήταν προτιμότερο κάποιος να υπομείνει προσωρινή προσβολή παρά να καταφύγει στην αντεκδίκηση που θα κλιμάκωνε τις πράξεις βίας εκατέρωθεν με τα γνωστά επακόλουθα. Ήταν η πρώτη ουσιαστική διδαχή περί «μη βίας» όπως την διατύπωσαν αργότερα οι μεταγενέστεροι που αναφέρει ο R. Dawkins.
Όσον αφορά το δεύτερο χωρίο που επικαλείται (Λουκ. 17:27), θα πρέπει να’ χει υπόψη του ότι πρόκειται περί παραβολής (των μνων), και τα λόγια αυτά, βρίσκονται στην κατακλείδα της παραβολής. Οι εχθροί εδώ, που δε θέλησαν να βασιλέψει ο ευγενής (άρχοντας) της παραβολής, είναι οι εσχατολογικοί εχθροί του Θεού που θα εκμηδενιστούν στα «έσχατα», μετά από αιώνες υπομονής και αναμονής ανεπίδεκτης μεταστροφής των, χάριν των δικαίων που υποφέρουν εξ’ αιτίας τους. Αυτό θα πει δικαιοσύνη, που σύμφωνα με τους πρώτους διδάξαντες τους αρχαίους Ρωμαίους, «παράγγελμα της δικαιοσύνης είναι, το απονέμειν εκάστω το ίδιον αυτού δίκαιον» (κατά τα έργα του). Πάνω σ’ αυτό ο καθηγητής της βιβλικής ερμηνευτικής Σάββας Αγουρίδης παρατηρεί: «Έχουμε δημιουργήσει μια εικόνα περί του Ιησού που μας βολεύει… Στην πραγματικότητα ο Ιησούς δεν είναι ούτε ο «γλυκός Ναζωραίος», ούτε η μορφή του «κριτή» που απειλεί την ανθρωπότητα. Είναι και τα δύο. Ακριβώς η ιδιοφυΐα του προσώπου του Ιησού είναι ότι συνθέτει αυτά τα δύο και τα ξεπερνάει συγχρόνως… και τα δύο λοιπόν είναι ο Ιησούς, εύσπλαχνος και δίκαιος μαζί…» (Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, Ιστορική και Συγχρονιστική Ερμηνευτική προσπάθεια, Αθήνα, 1978, σελ. 90, 91).
Τέλος, όσον αφορά τις παρατηρήσεις του για τον Wernher von Braun, που θεωρείται ορθά ή εσφαλμένα πατέρας της διαστημικής έρευνας, ο επιστολογράφος, προφανώς αγνοεί το λεγόμενο argumedum ad hominem. Εγώ, δεν τον ανέφερα ως πιστό Χριστιανό, αλλά σαν επιφανή επιστήμονα ανεξαρτήτως ιδεολογίας, που δεχόταν την ύπαρξη του Θεού, όπως και πολλοί άλλοι μεγάλοι επιστήμονες (οι παραπομπές στα έργα τους δημοσιεύτηκαν ήδη). Όλα τ’ άλλα, αν αυτός δηλαδή ή ο Τσιολκόφσκι, ή ο Κορολιόφ ήταν ο πρωτοπόρος της Αστροναυτικής κ.λπ. δεν ενδιαφέρουν νομίζω. Εκείνο που ενδιαφέρει είναι, ότι κάποιοι μεγάλοι επιστήμονες πρωτοπόροι, πίστευαν στο Θεό. Επ’ αυτού, όλως παραδόξως, σιωπά και δεν έχει να αντείπει τίποτα, ο επιστολογράφος. Τελικά διερωτώμαι, μήπως ο κος Ζαφειρόπουλος, «διυλίζει τον κώνωπα και καταπίνει την κάμηλον»…