Είχανε την ίδια λάμψη
στα μάτια
κάθε τόσο που συναντιόντουσαν.
Ο ένας πουλούσε
–κατά διαστήματα–κάποια οικόπεδά του
για να ζήσει διασκεδάζοντας.
Ο άλλος δούλευε ακατάπαυστα
και αγόραζε οικόπεδα
για να ζήσει στα στερνά του καλύτερα.
Κάθε τόσο που συναντιόντουσαν
χαιρετιόντουσαν,
έσφιγγαν τα χέρια χαρούμενοι
με την ίδια λάμψη στα μάτια.
«Είμαι ευτυχι-» έλεγε ο ένας
«-σμένος» συμπλήρωνε ο άλλος.